Ήρθε η ώρα να αλλάξουμε το σύστημα

13:24 | 18 Μάιος. 2014
Νίκος Αραπάκης

[…] Οι εκλογές που θα γίνουν σε λίγες μέρες μας δίνουν τη δυνατότητα να αλλάξουμε πολλά πράγματα. Και πάνω απ’ όλα μας δίνουν τη δυνατότητα να αλλάξουμε το σύστημα. Κι όταν λέω σύστημα, εννοώ όλους αυτούς που μας κυβέρνησαν τα τελευταία αρκετά χρόνια, αλλά και τους διάφορους παρατρεχάμενους της εξουσίας οι οποίοι έμαθαν να ζουν παρασιτικά, εις βάρος του δημόσιου ταμείου και των πολιτών. […] Η συντριβή των δυο κομμάτων εξουσίας, αλλά κυρίως της λογικής που αυτά εκφράζουν, είναι μονόδρομος. Ήρθε η ώρα να ανακαλύψουμε πάλι την πολιτική, να δούμε πολιτικούς οι οποίοι θα εκφράζουν τη θέληση των πολιτών και όχι των ολιγαρχών και καναλαρχών. Σ’ αυτές τις εκλογές, ήρθε η ώρα να αλλάξουμε το σύστημα.»

Του συγγραφέα Νίκου Αραπάκη

Έχουν περάσει σχεδόν σαράντα χρόνια από την πτώση της χούντας. Σαράντα χρόνια διακυβέρνησης από τα ίδια κόμματα, τους ίδιους ανθρώπους, τις ίδιες λογικές. Βέβαια, για να είμαι δίκαιος, δεν ήταν πάντοτε έτσι. Πολλοί απ’ όσους κυβέρνησαν ξεκίνησαν διαφορετικά, με όραμα, με διάθεση να προσφέρουν. Δυστυχώς, στη συντριπτική τους πλειοψηφία απέτυχαν, αφομοιώθηκαν από ένα σύστημα διαφθοράς, ωχαδερφισμού, από μια νοοτροπία που ήθελε τον πολιτικό να νοιάζεται πριν και πάνω απ’ όλα για το τομάρι του. Άντε και για τη μακροημέρευση του κόμματος που εκπροσωπούσε.

Πλέον, και έχοντας φθάσει όχι στο χείλος στο γκρεμού αλλά στο βάθος του, ήρθε η ώρα να αλλάξουν πολλά πράγματα. Όσο περισσότερα, τόσο καλύτερα. Νοοτροπίες, πρακτικές και πάνω απ’ όλα τα πρόσωπα που μας έφθασαν εδώ που είμαστε σήμερα ήρθε η ώρα να αποτελέσουν παρελθόν.

Έχω γράψει πολλές φορές ότι το πρόβλημα της Ελλάδας δεν ήταν –κυρίως– πολιτικό. Δηλαδή, δεν απέτυχε το μοντέλο που θέλαμε να εφαρμόσουμε. Ή, για να είμαι πιο ακριβής, για την αποτυχία μας δεν ευθύνονται αποκλειστικά οι πολιτικές επιλογές. Δεν χρεοκοπήσαμε διότι θέλαμε να έχουμε μεγάλο κοινωνικό κράτος, παροχές τις οποίες δεν μπορούσαμε να καλύψουμε οικονομικά ή γιατί είχαμε έναν τεράστιο δημόσιο τομέα. Άλλωστε, αυτά έχουν αναλυθεί και απαντηθεί από πολλούς και πιο ειδικούς από εμένα. Ούτε τεράστιο δημόσιο τομέα είχαμε, ούτε τεμπέληδες είμαστε, ούτε το σύστημά μας είχε κάποια φοβερή και τρομερή ιδιαιτερότητα που το οδήγησε στον γκρεμό.

Μ’ αυτό δεν θέλω να πω ότι όλα ήταν καλώς καμωμένα. Κάθε άλλο. Και παθογένειες είχαμε και έχουμε, και εμμονές, και αστοχίες, και δυσλειτουργίες και… και… και…  Όμως, επαναλαμβάνω, δεν μας οδήγησαν αυτά στην καταστροφή. Όσο κι αν έβαλαν το χεράκι τους, ο ρόλος τους ήταν δευτερευούσης σημασίας.

Η Ελλάδα χρεοκόπησε διότι είχε την ατυχία να διαχειριστούν τις τύχες της άνθρωποι ασήμαντοι, τυχοδιώκτες, που για ιδεολογία τους είχαν την εξυπηρέτηση συμφερόντων. Άνθρωποι οι οποίοι είχαν ως μόνη τους έννοια την πολιτική επιβίωση και τον πλουτισμό. Και δεν είναι απολίτικη ή μηδενιστική αυτή η άποψη. Είναι η καταγραφή της πραγματικότητας.

Δείτε, για παράδειγμα, πόσο εύκολα, μπρος στον κίνδυνο να απολέσουν την εξουσία, ξεπέρασαν τις διαφορές τους το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ. Μέσα σε μια νύχτα, κι ενώ μέχρι λίγη ώρα πριν καταριόταν ο ένας τον άλλον, τα ξέχασαν όλα και έγιναν συνέταιροι. Για το καλό της πατρίδας το έκαναν, θα μου πουν κάποιοι. Να με συμπαθάτε, αλλά δεν πιστεύω στη φιλοπατρία των συγκεκριμένων. Ή, αν προτιμάτε, πριν την όποια φιλοπατρία τους υπάρχει ο τυχοδιωκτισμός τους, η ανάγκη τους να παραμείνουν, εσαεί, γαντζωμένοι στις καρέκλες της εξουσίας.

Πώς αλλιώς να ερμηνεύσεις τη στάση Σαμαρά, ο οποίος από τα Ζάππεια, που κατακεραύνωνε την πολιτική της λιτότητας και τα μνημόνια, έγινε σε μια νύχτα υπέρμαχός τους; Αν αυτό δεν είναι τυχοδιωκτισμός, τότε τι είναι;

Ένα άλλο παράδειγμα, ίσως πιο χαρακτηριστικό, είναι οι εκσυγχρονιστές του Σημίτη, οι οποίοι προβάλλονταν από τα περισσότερα ΜΜΕ ως ό,τι πιο προοδευτικό και ρηξικέλευθο είχε να παρουσιάσει η ελληνική πολιτική σκηνή.  Τι κατάφεραν; Πώς βοήθησαν το κράτος και τον τόπο να προοδεύσουν;

Μολονότι κυβέρνησαν για αρκετά χρόνια, στο τέλος παρέδωσαν ένα κράτος ίδιο ή και χειρότερο από αυτό που παρέλαβαν. Κι αυτό, όπως αποδείχθηκε στην πορεία, ήταν το έλασσον.

Το μείζον, ήταν ότι πολλοί απ’ αυτούς καταλήστευσαν τα δημόσια ταμεία. Κι αφήνω απέξω το ότι, επί εκσυγχρονισμού, ξεπουλήθηκε μεγάλο μέρος της δημόσιας περιουσίας, φορτωθήκαμε τους ολυμπιακούς αγώνες, τους οποίους μόνο ο θεός ξέρει πόσο πληρώσαμε, επενδύσαμε στη χρηματοπιστωτική φούσκα των τραπεζών, με τα γνωστά αποτελέσματα κλπ.

                Δυστυχώς, η πραγματικότητα λέει πως οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα δεν είχαν κανένα ιδεολογικό πρόσημο. Τουλάχιστον συνειδητά. Τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και η ΝΔ άσκησαν πολιτική με αποκλειστικό γνώμονα την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων συμφερόντων. Κανένας σχεδιασμός, κανένα όραμα. Καμία πολιτική στόχευση. Το μόνο τους μέλημα ήταν η εξασφάλιση της εξουσίας και η εξυπηρέτηση των μεγαλοεπιχειρηματιών.

Κι είναι αυτονόητο, ότι όταν έχεις ως στόχο την εξυπηρέτηση τραπεζιτών, καναλαρχών και λοιπών επιχειρηματιών η πολιτική σου δεν μπορεί παρά να στρίβει… δεξιά. Γι’ αυτό, άλλωστε, η κερδοφορία των ελληνικών επιχειρήσεων (τουλάχιστον προ της κρίσης) ήταν από τις υψηλότερες σε όλη την υφήλιο.

Γι’ αυτό και τώρα ετοιμάζονται να ξεπουλήσουν τα πάντα. Λιμάνια, νερό, παραλίες, δάση όλα για ξε-πούλημα. Δεν είναι ιδεολογικό το κίνητρό τους. Μακάρι να ήταν. Θα είχαμε ξεκάθαρο αντίπαλο, θα έπρεπε να τα βγάλουμε πέρα με κάποιους νεοφιλελεύθερους οι οποίοι πιστεύουν στο μικρό κράτος. Εδώ έχουμε να κάνουμε με πολιτικούς απατεώνες, οι οποίοι εντός των συνόρων εμφανίζονται ως φλογεροί πατριώτες έτοιμοι να χύσουν το αίμα τους για την υπεράσπιση της πατρίδας, κι όταν συναντούν κάποιον χαμηλόβαθμο υπάλληλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του ΔΝΤ κατεβάζουν τα παντελόνια πριν ακόμη αρχίσουν να συνομιλούν.

Οι εκλογές που θα γίνουν σε λίγες μέρες μας δίνουν τη δυνατότητα να αλλάξουμε πολλά πράγματα. Και πάνω απ’ όλα μας δίνουν τη δυνατότητα να αλλάξουμε το σύστημα. Κι όταν λέω σύστημα, εννοώ όλους αυτούς που μας κυβέρνησαν τα τελευταία αρκετά χρόνια, αλλά και τους διάφορους παρατρεχάμενους της εξουσίας οι οποίοι έμαθαν να ζουν παρασιτικά, εις βάρος του δημόσιου ταμείου και των πολιτών.

Βουλευτές, υπουργοί, σύμβουλοι, φανεροί και κρυφοί, παρατρεχάμενοι των κομμάτων,  καιροσκόποι, επιχειρηματίες, απατεώνες του κοινού ποινικού δικαίου, όλοι ένα κουβάρι, όλοι τους άρμεξαν την αγελάδα σε τέτοιο βαθμό που, πλέον, όχι μόνο δεν έχει γάλα να προσφέρει αλλά βρίσκεται ένα βήμα πριν εγκαταλείψει τον μάταιο ετούτο κόσμο.

Υπάρχει μια νέα γενιά ανθρώπων η οποία έχει τη διάθεση να προσφέρει στα κοινά. Κι αυτή η γενιά έχει γνώσεις, είναι καλλιεργημένη, και πάνω απ’ όλα έχει ιδεολογική κατάρτιση. Κι αυτοί οι νέοι άνθρωποι προέρχονται, κυρίως, από τα λαϊκά στρώματα, είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας, παλεύουν καθημερινά για την επιβίωσή τους, όλα όσα τους ανήκουν τα κατέκτησαν με κόπο και με αίμα.

Και πάνω απ’ όλα, αυτά τα νέα παιδιά δεν κατέβηκαν στον πολιτικό στίβο με εφόδια το «βαρύ» επώνυμο και τα χρήματα του μπαμπά. Πολιτεύονται με όχημα την αγάπη τους για τα κοινά, στόχος τους να προσφέρουν ελπίδα τόσο στον τόπο όσο και στους χειμαζόμενους πολίτες του.

                Εάν θέλουμε να αλλάξει το σύστημα, οφείλουμε να στηρίξουμε αυτούς τους ανθρώπους. Εδώ που φθάσαμε δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Κι αυτό αφορά και την κεντρική πολιτική σκηνή αλλά και την τοπική αυτοδιοίκηση. Δεν θέλω να μηδενίσω και να τους βάλω όλους στο ίδιο τσουβάλι, διότι, κυρίως στο χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης, υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι πρόσκεινται στα δυο κυβερνητικά κόμματα, αλλά έχουν έργο να επιδείξουν.

Όμως, ήρθε η ώρα να δοκιμαστούν άνθρωποι με διαφορετική κουλτούρα, άνθρωποι που έμαθαν να παλεύουν μέσα από τα κινήματα, να διεκδικούν με μαχητικότητα, άνθρωποι που είναι έτοιμοι να συγκρουστούν για το δίκαιο των πολιτών και δεν ενδιαφέρονται για να μην χάσουν τις καρέκλες και τα κεκτημένα.

Και το πιο σημαντικό, είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν πιστεύουν στο «τέλος της ιστορίας», δεν πιστεύουν, δηλαδή, ότι η πολιτική τελείωσε και τώρα ήρθε η ώρα να επικεντρωθούμε, αποκλειστικά, στη χρηστή διαχείριση, όπως προσπαθούν να μας πείσουν οι θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού. Όσο υπάρχει αδικία, φτώχεια, εξαθλίωση η πολιτική θα είναι πάντοτε παρούσα. Αυτή θα δίνει τις λύσεις, και όχι κάποιοι σοφοί τεχνοκράτες.

Η συντριβή των δυο κομμάτων εξουσίας, αλλά κυρίως της λογικής που αυτά εκφράζουν, είναι μονόδρομος. Ήρθε η ώρα να ανακαλύψουμε πάλι την πολιτική, να δούμε πολιτικούς οι οποίοι θα εκφράζουν τη θέληση των πολιτών και όχι των ολιγαρχών και καναλαρχών.

Σ’ αυτές τις εκλογές, ήρθε η ώρα να αλλάξουμε το σύστημα.

Στον Άγιο Δημήτριο στηρίζουμε τον συνδυασμό ΜΕΤΕΧΩ (ριζοσπαστική- οικολογική κίνηση πολιτών Αγ. Δημητρίου) –  www.metexo.blogspot.gr


Άρθρο δημοσιευμένο στα πλαίσια του δημοσίου διαλόγου στο tvxs.gr με βάση την έρευνα για τις αιτίες και τις λύσεις της κρίσης.


http://tvxs.gr/news/ti-na-kanoyme/irthe-i-ora-na-allaksoyme-systima-0

Κ. Βεργόπουλος: Η Ελλάδα τώρα ηγείται της Ευρωπαϊκής Αριστεράς

Tvxs Συνέντευξη

22:35 | 17 Μάιος. 2014

[…] Η μόνη πλευρά που καταθέτει προτάσεις συγκεκριμένες για μία διαφορετική Ευρώπη που να λειτουργεί σύμφωνα με το ιδρυτικό ευρωπαϊκό ιδεώδες, είναι η Αριστερά, με επικεφαλής το ελληνικό τμήμα. Η Ελλάδα ηγείται αυτή τη στιγμή της Ευρωπαϊκής Αριστεράς […] Ο Κώστας Βεργόπουλος, καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο VIII του Παρισιού, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη εν όψει των Ευρωεκλογών, συμμετέχοντας στην Έρευνα για τις αιτίες και τις λύσεις της κρίσης.

Κρ.Π.: Η κρίση μοιάζει να έχει ενισχύσει κυρίως την αντι-ευρωπαϊκή Άκρα Δεξιά;

Κ.Β.: Κάθε μεγάλη οικονομική και κοινωνική κρίση αποτελεί κρίση του κατεστημένου πολιτικού, οικονομικού και κοινωνικού συστήματος. Γενικευμένη κρίση σε όλα τα επίπεδα.

Από την ιστορική εμπειρία γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχει ποτέ μια ένας και μοναδικός τρόπος αντιμετώπισης της κρίσης, αλλά πολλές και μεταξύ τους ανταγωνιστικές.

Το σύστημα προσπαθεί να τις οικειοποιηθεί όλες, αλλά γνωρίζουμε ότι μόνον η λύση που βασίζεται στην κοινωνία είναι σε θέση να υπερβεί το παλαιό σύστημα, ενώ οι άλλες, αργά ή γρήγορα προορίζονται να αποκαταστήσουν το προϋπάρχον σύστημα που έχει οδηγήσει στην κρίση.

Μπορεί στη σημερινή κρίση να αναπτύσσονται δυνάμεις προς την ακροδεξιά διαχείριση, όπως είχε συμβεί το 1930, κυρίως στη Γερμανία, στην Ιταλία και στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, όπου εμφανίστηκαν φασιστικά – ναζιστικά μορφώματα με λαϊκή υποστήριξη, και με τα καταστροφικά αποτελέσματα που όλοι γνωρίζουμε.

Ωστόσο, την ίδια ιστορική στιγμή, παράλληλα, στη δυτική Ευρώπη, η κρίση έδωσε αριστερές λύσεις, όπως στη Γαλλία και Ισπανία με τα λαϊκά μέτωπα. Η λαϊκή υποστήριξη κινήθηκε προς τα αριστερά σε αντίθεση με τη Γερμανία και την ανατολική Ευρώπη, που κινήθηκε προς τα δεξιά.

Βέβαια, υπάρχει και η περίπτωση του Γερμανικού ΚΚ, το οποίο το 1930 απέρριψε κάθε δυνατότητα συμμαχίας με άλλες δυνάμεις, τι οποίες μάλιστα στοχοποίησε ως «μεγαλύτερο κίνδυνο» από τον ναζισμό. Με αποτέλεσμα να ναυαγήσει η δυνατότητα δημοκρατικής συμμαχίας και να κατισχύσει τελικά ο ναζισμός.

Υπάρχει επίσης η περίπτωση των ΗΠΑ, όπου η κρίση οδήγησε σε κοινωνική διέξοδο με το Νιου Ντηλ (1935) του προέδρου Ρούζβελτ και που στη συνέχεια μεταφέρθηκε στη Βρετανία και μεταπολεμικά στη Δυτική Ευρώπη με το κοινωνικό κράτος. Στην Ελλάδα, η δικτατορία Μεταξά δεν ήταν λαϊκή επιλογή, αλλά πραξικόπημα εκ των άνω, ενώ ο λαός παρέμεινε δημοκρατικός και στη συνέχεια το απέδειξε με την προσχώρηση του στο ΕΑΜ.

Η ελληνική εμπειρία από την κρίση του ‘30 είναι περισσότερο παραπλήσια της δυτικής Ευρώπης, παρά της κεντρικής και ανατολικής.

Με την σημερινή κρίση, έχουμε ανάλογα φαινόμενα. Η άρχουσα τάξη βρίσκεται σε αδιέξοδο, σε όλα τα επίπεδα, οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό, ιδεολογικό και εμφανίζονται στο προσκήνιο  νέα μορφώματα.

Αφενός αναπτύσσεται ο αριστερός ριζοσπαστισμός που διεκδικεί την έξοδο από την κρίση με περισσότερη δημοκρατία και στήριξη του κοινωνικού κράτους και του βιοτικού επιπέδου των λαϊκών τάξεων, αφετέρου αναπτύσσεται ο δεξιός ριζοσπαστισμός που διεκδικεί αναδίπλωση στα εθνικά πλαίσια, με κατάλυση της δημοκρατίας, όξυνση του ρατσισμού, συρρίκνωση του βιοτικού επιπέδου και κατάλυση του κοινωνικού κράτους.

Κρ.Π.: Πώς εξηγείτε την άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων σήμερα στην Ευρώπη;

Κ.Β.: Στην Ευρώπη, η Αριστερά βρίσκεται σήμερα σε αδυναμία, αφού παραμένει σε γενικής φύσεως συνταγές από το παρελθόν, με συνέπεια να  έχει προβάδισμα η Δεξιά και η άκρα Δεξιά.

Εμπλέκεται και περιορίζεται σε καθημερινή αντιδικία με την κυβέρνηση και δεν απευθύνεται αρκετά προς την κοινωνία και τον λαό. Όμως, από εκεί θα προσέλθει το ωστικό κύμα που θα της δώσει την ηγεμονία και την νίκη.

Επί του παρόντος, η δεξιά αμφισβήτηση της Ευρώπης δεν είναι κατά κυριολεξία ακόμη φασιστική, αλλά κυρίως εθνικιστική.

Ανέρχονται παντού οι δυνάμεις που αντιπαραθέτουν στην Ευρώπη την επιστροφή στις εθνικές κυριαρχίες. Είναι τα αντιευρωπαϊκά κινήματα. Η Ευρώπη σήμερα απογοητεύει και απελπίζει τις κοινωνίες της όλο και περισσότερο.

Τα συμπεράσματα που μπορεί να βγάλει κανείς από την ευρω-απελπισία, είναι δύο:

  • Ή θα πει «δεν θέλω την Ευρώπη και αναδιπλώνομαι στην εθνική κυριαρχία αντί της Ευρωπαϊκής»
  • ή θα πει «Αυτή η Ευρώπη είναι λάθος, αλλά μπορούμε να την αλλάξουμε».

Το πρώτο συμπέρασμα είναι της Ακροδεξιάς, το δεύτερο της Αριστεράς. Για παράδειγμα στη Γαλλία, η Λεπέν προβάλλει την έξοδο της χώρας από την Ευρώπη. Το ίδιο διεκδικεί  στην Αγγλία ο Φαράτζ. Ακόμα και στη Γερμανία το αυτό διεκδικούν οι Εναλλακτικοί.

Κρ.Π.: Σε ποιες χώρες ο αντι-ευρωπαϊσμός είναι περισσότερο σε έξαρση;

Κ.Β.: Είναι χαρακτηριστικό ότι η αντίδραση κατά της Ευρώπης καταγράφεται περισσότερο στις πλούσιες και πλεονασματικές χώρες παρά στις φτωχές και ελλειμματικές.

Οι δευτέρες έχουν κάθε συμφέρον να παραμείνουν στην Ευρώπη, υπό τον όρο όμως ν’ αλλάξει η Ένωση και να μην είναι αυτή που είναι σήμερα. Να θεμελιωθεί μία πραγματική Ευρωπαϊκή κυριαρχία, μια πραγματική Ομοσπονδία χωρών, στην οποία θα λειτουργούν δίκτυα αλληλεγγύης ανάμεσα στις περιοχές και στις χώρες μέλη.

Άλλωστε η Ευρώπη έχει δημιουργηθεί με την δέσμευση, ότι θα λειτουργεί ως κοινότητα αλληλέγγυων χωρών και όχι ως απλή Ένωση.

Η σημερινή λειτουργία της Ευρώπης είναι ελλειμματική, παραβιάζει τις ιδρυτικές αρχές και δεσμεύσεις της.

Γιατί άραγε να προεξοφλούμε ότι αυτή η Ευρώπη θα παραμένει αιωνίως αμετάβλητη, αφού αυτή ακριβώς βρίσκεται σήμερα σε κρίση και αδιέξοδο;

Η ευρωπαϊκή Αριστερά δεν επιδιώκει αποχώρηση από την Ευρώπη, αλλά αντιθέτως απαιτεί από αυτήν να τηρήσει τις ιδρυτικές αρχές και δεσμεύσεις της.

Κρ.Π.: Ποιό λοιπόν φαίνεται να είναι το πραγματικό δίλημμα και διακύβευμα των ευρωεκλογών;

Κ.Β.: Το σημερινό δίλημμα είναι πλέον:

  • εθνικισμός με εγκατάλειψη της Ευρώπης ή ενίσχυση των ευρωπαϊκών θεσμών και της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης;

Ο ανερχόμενος εθνικισμός επενδύει στο βαθύ αίσθημα απογοήτευσης που υπάρχει από την σημερινή Ευρώπη, προεξοφλώντας ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξει άλλη, διαφορετική Ευρώπη.

Η ευρωπαϊκή Αριστερά πιστεύει ότι η διαφορετική Ευρώπη μπορεί να υπάρξει και για αυτό αγωνίζεται.
Καμία ευρωπαϊκή Αριστερά, ούτε άκρα ούτε μεσαία, δεν ζητά εγκατάλειψη της Ευρώπης. Η Αριστερά θεωρεί ότι δεν έχει εξαντληθεί η δυνατότητα για μια Ευρώπη της αλληλεγγύης.

Εάν βεβαίως κάποτε αποδειχθεί ότι έχει εξαντληθεί κάθε δυνατότητα, τότε προφανώς και αυτή θα απαιτήσει το ίδιο.

Κρ.Π.: Και ποιοι επενδύουν στον φόβο της άκρας Δεξιάς;

Κ.Β.: Αυτή τη στιγμή το δικομματικό σύστημα που κυβερνά την Ευρώπη, η Δεξιά με την Σοσιαλδημοκρατία, βρίσκονται σε πλήρη αμηχανία να υπερασπίσουν τον απολογισμό της Ευρώπης, διότι δεν είναι υπερασπίσιμος. Βρίσκονται σε αφασία, και το μόνο που διακινούν είναι «ο φόβος της ακροδεξιάς», «ψηφίστε μας, για να μην βγει η ακροδεξιά!»

Κρ.Π.: Από την άλλη πλευρά, η Ευρωπαϊκή Αριστερά τι αντιπαραθέτει;

Κ.Β.: Η μόνη πλευρά που καταθέτει προτάσεις συγκεκριμένες για μία διαφορετική Ευρώπη που να λειτουργεί σύμφωνα με το ιδρυτικό ευρωπαϊκό ιδεώδες, είναι η Αριστερά, με επικεφαλής το ελληνικό τμήμα. Η Ελλάδα ηγείται αυτή τη στιγμή της Ευρωπαϊκής Αριστεράς.

Κρ.Π.: Η ευρωπαϊκή Αριστερά όμως φαίνεται να αντιμετωπίζει πρόβλημα στο να πείσει πολλούς για τις θέσεις της;

Κ.Β.: Οπωσδήποτε, μέχρι σήμερα υπάρχει ένα πρόβλημα αξιοπιστίας απέναντι στην κοινωνία. Δεν αρκεί να πείθει μόνο τον δικό της κόσμο, αλλά πρέπει να πείσει και πολλούς άλλους, ολόκληρη την κοινωνία, ότι οι προτάσεις της είναι προς το συμφέρον όλων και όχι μόνον των δικών της.

Σε κάθε χώρα της Ευρώπης, η Αριστερά πρέπει να πείθει ότι ενεργεί προς όφελος ολόκληρης της κοινωνίας. Ότι το συμφέρον των εργαζομένων, όπως υπογράμμιζε ο Μαρξ, ταυτίζεται σήμερα με το συμφέρον ολόκληρης της κοινωνίας.

Δεν έχει κανένα συμφέρον να δημιουργεί αμφιβολίες και ανησυχίες σε κοινωνικές δυνάμεις που διάκεινται φιλικά απέναντι της.

Η Αριστερά, δεν έχει μόνο να υποστηρίξει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των πιο φτωχών –που αυτό είναι σίγουρο- αλλά πρέπει και να αποδείξει ότι υποστηρίζει το συμφέρον ολόκληρης της κοινωνίας. Ότι όλοι έχουν να επωφεληθούν από αυτό. Κι αυτό η Αριστερά οφείλει να μην το παραμελεί.

Κρ.Π.: Από τι κυρίως εξαρτάται το συμφέρον ολόκληρης της κοινωνίας;

Κ.Β.: Η ποιότητα μιας κοινωνίας αποτιμάται από το πώς μεταχειρίζεται να κατώτερά και περιθωριακά στρώματα, αυτά που σήμερα απορρίπτονται στο περιθώριο. Από αυτό το κριτήριο φαίνεται αν μια κοινωνία έχει μέλλον.
Η κοινωνία για να έχει μέλλον οφείλει να ενσωματώνει όλο και περισσότερους ανθρώπους, όχι να αποκλείει, όπως συμβαίνει σήμερα.

Αυτή τη στιγμή, η κοινωνία αποκλείει μαζικά, όλο και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού, με τις πολιτικές που ακολουθούν οι σημερινές κυβερνήσεις. Είτε στην Ελλάδα είτε στην Ευρώπη. Αποκλείουν, πετούν στο περιθώριο, και  κατεξοχήν τους νέους!

Η σημερινή κοινωνία με αυτές τις επιλογές δεν έχει μέλλον. Η ίδια υποσκάπτει το μέλλον της. Το μέλλον τής Ελλάδας βρίσκεται στο αν θα δώσει εργασία στους ανέργους και μάλιστα στους νέους ανέργους, αφού το μέλλον ανήκει σ’ αυτούς.

Εάν η ανεργία εκτινάσσεται καμία κοινωνία δεν στέκει, όλες προορίζονται να σαρωθούν.

Αυτή τη στιγμή μόνο η Αριστερά είναι σε θέση να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα, με τις προτάσεις για εγκατάλειψη της λιτότητας, για άμεση επάνοδο στην ανάπτυξη, με διαγραφή των χρεών και την συγκρότηση επενδυτικού πακέτου.

Οι άνθρωποι βρίσκονται σε απόγνωση, πετιούνται σαν στημένες λεμονόκουπες στο περιθώριο, ή βρίσκουν όλες τις πόρτες κλειστές. Ισχύει λοιπόν και σήμερα αυτό που έλεγε ο Μαρκούζε: «μόνη ελπίδα της κοινωνίας μας, προέρχεται από εκείνους που δεν έχουν καμία ελπίδα».

Κρ.Π.: Για να μπορέσει η κοινωνία να λειτουργήσει προς το συμφέρον της, τι είδους οικονομικό μοντέλο χρειάζεται να μπει σε εφαρμογή;

Κ.Β.: Όντως το ζήτημα είναι ποιό θα είναι το οικονομικό και κοινωνικό υπόδειγμα που θα ακολουθηθεί από δω και πέρα. Το σημερινό πρέπει οπωσδήποτε να αλλάξει, αφού αυτό βρίσκεται σήμερα σε κρίση και αδιέξοδο.

Όμως, οι διορθώσεις δεν εξασφαλίζονται με την σημερινή πολιτική λιτότητας, ύφεσης και υψηλής ανεργίας, αλλά απαιτείται πάνω από όλα αποκατάσταση των ρυθμών ανάπτυξης, ώστε να υπάρχει η απαιτούμενη ευελιξία για να πραγματοποιηθούν οι απαιτούμενες αλλαγές.

Με την ύφεση, όλες οι δαπάνες περικόπτονται και οι επενδύσεις ακόμη περισσότερο. Όπως επίσης, η σχέση χρέους και εθνικού εισοδήματος επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο.

Κρ.Π.: Τι ανάπτυξη εννοείτε; Γιατί αυτή η λέξη σήμερα έχει αποκτήσει τρομακτικές διαστάσεις για το μέλλον ολόκληρου του πλανήτη.

Κ.Β.: Φυσικά μία ανάπτυξη που σέβεται τον άνθρωπο, την κοινωνία και τις αξίες της, τον φυσικό και πολιτισμικό πλούτο της κάθε χώρας, που δεν ξεπουλά τις παραλίες μέχρι τα βουνά, ούτε ιδιωτικοποιεί στα τυφλά τα δημόσια και κοινωνικά αγαθά, από το νερό, το ηλεκτρικό, μέχρι και τον αέρα που αναπνέουμε!

Επιπλέον, την οικονομική κρίση που ξεσπά, η κάθε κυβέρνηση πρέπει να την αντιμετωπίζει με πρόσφορα μέτρα και όχι  να παραδίδεται σ’ αυτήν και να της ανοίγει τον δρόμο για να πάει ακόμη πιο βαθειά, όπως συμβαίνει σήμερα.

Οι σημερινές κυβερνήσεις παραδίδονται στην κρίση και παίζουν το παιχνίδι της, γι’ αυτό και η κρίση βαθαίνει όλο και περισσότερο, ιδίως στην Ελλάδα.

Η χώρα έχει επείγουσα ανάγκη από μια αντίθετη πολιτική για να φράξει το δρόμο που σήμερα βαθαίνει την κρίση. Ενόσω συνεχίζεται η ίδια πολιτική που υπάρχει μέχρι τις μέρες μας, αυτό θα σημαίνει ότι η Ελλάδα θα σέρνεται με μηδενικούς και αρνητικούς ρυθμούς και ότι θα χρειαστούν 3 ή 4 ή 5 δεκαετίες για να επιστρέψουμε στα επίπεδα του 2008.-