Robert McCabe: The photographer of Greek purity

The photographer Robert McCabe (mccabephotos.com) visited Mykonos for the first time in 1955, and from that time on he was meant to capture in his own unique way many places in Greece before the arrival of millions of tourists.
/ Ο φωτογράφος Robert McCabe επισκέφτηκε πρώτη φορά τη Μύκονο το 1955, κι από τότε έμελλε να απαθανατίσει με τον δικό του μοναδικό τρόπο πολλά μέρη της Ελλάδας, πριν την άφιξη εκατομμύριων τουριστών.

By Crystalia Patouli / 2Board 2019

How was your childhood in Chicago? / Πως ήταν τα παιδικά σας χρόνια στο Σικάγο;

I was born in Chicago. My dad was working with the United Press at the time. When I was two years old he was named head of the Rocky Mountain News. And when I was three he was asked by Hearst to lead the New York Mirror, which was a picture newspaper and had the second largest circulation in the United States. Chicago and Denver are a blur to me. But the New York suburb of Rye is very strong in my memory. We lived there until I was 20.
/ Γεννήθηκα στο Σικάγο. Ο πατέρας μου συνεργαζόταν τότε με το United Press. Όταν ήμουν δύο χρονών έγινε επικεφαλής των Rocky Mountain News. Και όταν πήγα στα τρία, ο Hearst του ζήτησε να ηγηθεί της New York Mirror, που ήταν εφημερίδα με φωτογραφίες και είχε τη δεύτερη μεγαλύτερη κυκλοφορία στις ΗΠΑ. Από το Σικάγο και το Ντένβερ έχω θολές αναμνήσεις, αλλά το προάστιο του Ράι της Νέας Υόρκης είναι πολύ ζωντανό στη μνήμη μου. Ζούσαμε εκεί μέχρι που έφτασα είκοσι χρονών.

What was the subject of your studies? When and how did your occupation with photography start? / Ποιο ήταν το αντικείμενο των σπουδών σας; Πότε και πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με τη φωτογραφία;

At Princeton I majored in English. At the end of my second year in the summer of 1954 I made my first trip to Greece. When I got back to Princeton I immediately tried to switch to the Classics Department. But they wouldn’t have me because I knew only Latin and not Greek. I got my “revenge” by writing my thesis on Lord Byron and Greece, illustrated with a view of Sounion. I was given a camera by my father when I was 5 years old. Of course my first interest was in finding newsworthy subjects so that I could have a photograph published in the Mirror.
/ Στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον ειδικεύτηκα στα αγγλικά. Στο τέλος του δεύτερου έτους, το καλοκαίρι του 1954, έκανα το πρώτο μου ταξίδι στην Ελλάδα. Όταν επέστρεψα στο Πρίνστον προσπάθησα αμέσως να στραφώ στο Τμήμα Κλασικών Σπουδών. Αλλά δεν με δέχτηκαν επειδή ήξερα μόνο λατινικά και όχι ελληνικά. Πήρα την «εκδίκηση» μου γράφοντας τη διατριβή μου για τον Λόρδο Βύρωνα και την Ελλάδα, που εικονογράφησα με τη θέα του Σουνίου. Ο πατέρας μου μού έκανε δώρο μια φωτογραφική μηχανή όταν ήμουν 5 χρονών. Φυσικά το πρώτο ενδιαφέρον μου ήταν να βρω αξιόλογα θέματα, ώστε να μπορέσω να δω μια φωτογραφία μου δημοσιευμένη στη Mirror.

Which was your first photographic subject and which is the one you finally settled down for? What do you think defines your point of view as a photographer? / Από ποιο είδος φωτογραφίας ξεκινήσατε και σε ποιο έχετε κατασταλάξει; Τι είδους ματιά θα λέγατε ότι έχετε ως φωτογράφος;

My first subjects were family and calamity. I photographed my brothers and neighbors, and at every opportunity I sought newsworthy subjects. I photographed a man hit by a train, victims of auto accidents, and drowning victims. When I went away to school in rural Massachusetts I got interested in landscapes, still lifes, and people doing things.
I regard photography as an extraordinary medium for communication and for education. The medium is fundamentally all about presenting truth and facts. This can be corrupted quite easily today and that ability to corrupt has led to a new high bred art form that is neither painting nor photography. The extraordinary thing about photography is its ability to create strong, memorable art works through a creative approach which gives power to an image. Costa Manos calls it the element of surprise. Brassai called it the force of the image.
/ Τα πρώτα μου θέματα ήταν η οικογένεια και η συμφορά. Φωτογράφιζα τους αδελφούς μου και τους γείτονές και με κάθε ευκαιρία έψαχνα νέα θέματα. Φωτογράφιζα για παράδειγμα, κάποιον που χτυπήθηκε από ένα τρένο, ή θύματα αυτοκινητικών ατυχημάτων ή πνιγμών. Όταν πήγα στο σχολείο στην αγροτική Μασαχουσέτη, με ενδιέφεραν τα τοπία, οι νεκρές φύσεις και οι άνθρωποι που έκαναν διάφορα πράγματα.
Θεωρώ τη φωτογραφία ένα εξαιρετικό μέσο επικοινωνίας και εκπαίδευσης. Το μέσο αυτό γίνεται ουσιαστικά η βάση για την παρουσίαση της αλήθειας και των γεγονότων. Αυτό μπορεί να διαστρεβλωθεί αρκετά εύκολα σήμερα και η ικανότητα διαστρέβλωσής του οδήγησε σε μια νέα μορφή τέχνης που δεν είναι ούτε ζωγραφική ούτε φωτογραφία. Το εξαιρετικό για τη φωτογραφία είναι η ικανότητά της να δημιουργεί ισχυρά, αξέχαστα έργα τέχνης μέσω μιας δημιουργικής προσέγγισης που δίνει δύναμη σε μια εικόνα. Ο Κώστας Μάνος το ονομάζει στοιχείο της έκπληξης. Ο Μπρασάι το ονόμασε δύναμη της εικόνας.

In the summer of 1955 you visited Mykonos on your vacation with your brother. What was it that you were more interested in capturing in your photo selection, that has been published by Patakis Εditions? / Το καλοκαίρι του 1954 επισκεφθήκατε τη Μύκονο σε διακοπές με τον αδερφό σας. Τι ήταν αυτό που σας ενδιέφερε περισσότερο να απαθανατίσετε στη φωτογραφική συλλογή σας, που εκδόθηκε από τις εκδόσεις Πατάκη;

When I arrived in Mykonos in July 1955 there were probably 15 other visitors on the island. And that was a lot in comparison with other Aegean islands, which often had no visitors. I was struck by the beauty of the place—a chora right on the sea. I sent a letter to my parents telling them I had found a place of extraordinary beauty. I said that even if they came to Mykonos on a boat with closed curtains and saw nothing else the trip would be worthwhile. Little did I know what was about to happen—development and visitors beyond one’s wildest imagination.
/ Όταν έφτασα στη Μύκονο τον Ιούλιο του 1955, πιθανά να υπήρχαν μόνο άλλοι δεκαπέντε τουρίστες στο νησί. Και αυτός ο αριθμός ήταν μεγάλος σε σύγκριση με άλλα νησιά του Αιγαίου, τα οποία συχνά δεν είχαν καθόλου επισκέπτες. Με εντυπωσίασε η ομορφιά του τόπου – μια χώρα ακριβώς πάνω στη θάλασσα. Έστειλα μια επιστολή στους γονείς μου λέγοντάς τους ότι βρήκα ένα μέρος εξαίσιας ομορφιάς. Είπα ότι ακόμα κι αν έφταναν στη Μύκονο σε μια βάρκα με κλειστές κουρτίνες και δεν θα είχαν δει τίποτε άλλο, το ταξίδι θα ήταν πολύτιμο. Λίγο ήξερα για το τι θα συμβεί στο μέλλον – ανάπτυξη και επισκέπτες πέρα και από την πιο τρελή φαντασία.

Which places have you photographed in Greece? / Ποια μέρη της Ελλάδας έχετε φωτογραφίσει;

It’s a very long list: most of the islands and many places on the mainland. But the places I have photographed intensively represent a much shorter list. These include Athens, Delphi, Mykonos, Kassos, Patmos, Santorini, Mycenae, and Strofades.
/ Είναι πολύ μεγάλη η λίστα: τα περισσότερα νησιά και πολλά μέρη της ηπειρωτικής χώρας. Αλλά τα μέρη που έχω φωτογραφίσει εντατικά αντιπροσωπεύουν μια μικρότερη λίστα, που περιλαμβάνει την Αθήνα, τους Δελφούς, τη Μύκονο, την Κάσο, την Πάτμο, τη Σαντορίνη, τις Μυκήνες και τους Στροφάδες.

How many books have you published in Greece, which Greece’s places they depict and which ones have been released abroad? / Πόσα βιβλία σας έχουν εκδοθεί στην Ελλάδα, ποιες ελληνικές περιοχές απεικονίζουν και ποια από αυτά έχουν κυκλοφορήσει στο εξωτερικό;

My books on Greece include: China Greece: Ancient People Changing Worlds (Exhibition Museum of Asian Art); On the Road with a Rollei in the ‘50s (Exhibition Monodendri); Greece 1954-1965: Images of an Enchanted Land; Mycenae: From Myth to History; Mykonos: Portrait of a Vanished Era; Patmos: Pathways of Memory (Exhibition at Old School in Chora); Chronography (Exhibition Archaeological Society through year end 2019), The Last Monk of the Strofades (with Katerina Lymperopoulou); Wooden Boats of the Aegean (Exhibition at Citronne Gallery). Most of these are bilingual or have separate editions for each language.
/ Τα βιβλία μου για την Ελλάδα είναι τα εξής: Τρεις μέρες στην Αβάνα, Εκδ. Πατάκη – 2006, Στο δρόμο για την Ελλάδα, Εκδ. Πατάκη – 2007, Ελλάδα, τα χρόνια της αθωότητας (1954-1965), Εκδ. Πατάκη 2008, Ελλάδα – Κίνα, Εκδ. Πατάκη – 2012, Μυκήνες 1954, Εκδ. Πατάκη – 2014, Chronography (Έκθεση για τα 180 χρόνια της Αρχαιολογικής Εταιρείας), Εκδ. Καπόν – 2017; Ο τελευταίος μοναχός των Στροφάδων (που συνεργάστηκα και με την Κατερίνα Λυμπεροπούλου), εκδ. Πατάκη- 2018, Μύκονος 1955-1957, Εκδ. Πατάκη – 2018, Wooden Boats of the Aegean (Έκθεση στη Citronne Gallery), On the Road with a Rollei in the ‘50s (Έκθεση Μονοδένδρι), Patmos: Pathways of Memory (Έκθεση στο Παλιό Σχολείο της Χώρας). Τα περισσότερα από αυτά τα βιβλία είναι δίγλωσσα (ελληνικά και αγγλικά) ή υπάρχει ξεχωριστή έκδοση για κάθε γλώσσα.

What is your relationship with Greece and the Greeks? Which of the country’s places do you love the most and why? / Ποια είναι η σχέση σας με την Ελλάδα και τους Έλληνες; Ποια μέρη της χώρας αγαπάτε περισσότερο και γιατί;

Greece and the Greeks have been very welcoming to me over the years. Very happy relationship. I love most those islands and villages that have not been overrun with development and tourism—those that still retain some of the ancient traditions and culture.
/ Η Ελλάδα και οι Έλληνες ήταν πολύ φιλόξενοι για μένα όλα αυτά τα χρόνια. Πολύ χαρούμενη σχέση. Αγαπώ τα περισσότερα νησιά και χωριά που δεν έχουν προχωρήσει σε ανάπτυξη και τουρισμό – εκείνα, δηλαδή, που διατηρούν ακόμα μερικές από τις παραδόσεις τους και τον πολιτισμό τους.

Which are the strongest memories you have from Greece? / Ποιες είναι οι πιο δυνατές αναμνήσεις σας από την Ελλάδα;

There are many strong memories from Greece. There is beauty around every corner sailing or driving in the islands or mainland. But the strongest memories are from when as a family with two very young children we decided to spend summers on a farm in a remote part of a remote island. The old farm house was a 40 minute walk from the nearest road. It had no electricity, no telephone, no running water. But the land was good for farming and had wells. We grew hay for the animals and vegetables for ourselves. There were goats and a shepherd nearby who made cheese. The sea offered fish and octopus. We felt like pioneers there, settling new territories. At first we got our water from the well with buckets, and our light came from kerosene. We installed what I believe was Greece’s first solar power system. At least that’s what the customs said when they charged a huge tax on the panels. We got light and running water thanks to those panels. And we were able even to find a Japanese radio telephone system that connected us to OTE with a 5 mile radio link to a special antenna I put up in Chora. We bought an old caique to go to town. The whole family became proficient in caique handling and came to appreciate the traditional life of the Greek islanders.
/ Υπάρχουν πολλές έντονες αναμνήσεις από την Ελλάδα. Υπάρχει ομορφιά γύρω από κάθε στιγμή, ιστιοπλοΐας ή οδήγησης στα νησιά ή στην ηπειρωτική χώρα. Αλλά οι ισχυρότερες αναμνήσεις είναι από τότε που ως οικογένεια με δύο πολύ μικρά παιδιά αποφασίσαμε να περάσουμε τα καλοκαίρια μας σε ένα αγρόκτημα σε ένα μακρινό σημείο ενός απομακρυσμένου νησιού. Το παλιό αγρόκτημα ήταν 40 λεπτά με τα πόδια από τον πλησιέστερο δρόμο. Δεν είχε ηλεκτρικό ρεύμα, τηλέφωνο, ή τρεχούμενο νερό. Αλλά η γη ήταν πρόσφορη για καλλιέργεια και είχε πηγάδια. Είχαμε σανό για τα ζώα και λαχανικά για τον εαυτό μας. Υπήρχαν κατσίκες και ένας βοσκός εκεί κοντά που έφτιαχνε τυρί. Η θάλασσα προσέφερε τα ψάρια και τα χταπόδια. Νιώσαμε σαν πρωτοπόροι εκεί, καλλιεργώντας νέα εδάφη. Αρχικά παίρναμε το νερό από το πηγάδι με κουβάδες, και φως από την κηροζίνη. Μετά, εγκαταστήσαμε, αυτό που πιστεύω ότι ήταν το πρώτο ηλιακό σύστημα της Ελλάδας. Τουλάχιστον αυτό δήλωσαν στο τελωνείο όταν μάς χρέωσαν έναν αναλογικά τεράστιο φόρο για τα πάνελ. Είχαμε πλέον φως και τρεχούμενο νερό χάρη σε αυτά τα ειδικά πάνελ. Και ήμασταν σε θέση να βρούμε ακόμη κι ένα ιαπωνικό ραδιοφωνικό σύστημα που μας συνέδεε με τον ΟΤΕ με ραδιοζεύκτη 5 μιλίων, με μια ειδική κεραία που έβαλα στη Χώρα. Τέλος, αγοράσαμε ένα παλιό καΐκι για να πηγαίνουμε στην πόλη. Όλη η οικογένεια έμαθε να οδηγεί το καΐκι και έμαθε να εκτιμά την παραδοσιακή ζωή των Ελλήνων νησιωτών.

Robert A. McCabe
Μύκονος 1955-1957: Portrait of a vanished era
/ Εκδόσεις Πατάκη

This gorgeously photographed compilation offers a window into how the Greek island of Mykonos looked before it became a popular tourist destinations. In more than 80 photos taken between 1955 and 1957, National Geographic photographer McCabe shows villagers riding donkeys rather than the now ubiquitous motorbikes and towns with nary a power line. There are several enchanting photos capturing daily life on the island’s people, among them a woman hanging her laundry to dry at Saint Anna’s beach, a man selling fresh figs, and children fishing at the Old Port. McCabe also includes photographs illustrating the island’s festival culture, depicting children lighting candles in a monastery on a saint’s feast day, a group of people dancing the kalamatianos folk dance, and a man playing the tsambourina, the Mykonos version of bagpipes. McCabe’s captions provide fascinating facts about Mykonos (“The man in the black hat looking down is… the town crier. Before loudspeakers, telephones and email, he would go through Chora announcing important news”) and encourage viewers to look closely at the details (“They are eating from aluminum plates on a tablecloth of newspapers”). This is a wonderful visual tribute to a bygone era in Greek culture. (Mar.).

/Αυτή η εκπληκτική φωτογραφική συλλογή προσφέρει ένα παράθυρο για το πώς φαινόταν το ελληνικό νησί της Μυκόνου πριν γίνει δημοφιλής τουριστικός προορισμός. Σε περισσότερες από 80 φωτογραφίες που ελήφθησαν μεταξύ του 1955 και του 1957, ο φωτογράφος McCabe του National Geographic δείχνει ότι οι χωρικοί οδηγούν γαϊδούρια και όχι μοτοσικλέτες και οι πόλεις που διαθέτουν μια ηλεκτρική γραμμή. Υπάρχουν αρκετές γοητευτικές φωτογραφίες που καταγράφουν την καθημερινή ζωή στο νησί, μεταξύ των οποίων μια γυναίκα που κρεμάει τα ρούχα της για να στεγνώσει στην παραλία της Αγίας Άννας, έναν άνθρωπο που πουλάει φρέσκα σύκα και παιδιά που αλιεύουν στο Παλιό Λιμάνι. Η McCabe περιλαμβάνει επίσης φωτογραφίες που απεικονίζουν την κουλτούρα του φεστιβάλ του νησιού, που απεικονίζει παιδιά που φωτίζουν κεριά σε ένα μοναστήρι την ημέρα του Αγίου, μια ομάδα ανθρώπων που χορεύουν τον καλαματιανό λαϊκό χορό και έναν άνθρωπο που παίζει τσαμπούρνα, την έκδοση της τσάμπας της Μυκόνου. Οι υπότιτλοι του McCabe παρέχουν συναρπαστικά γεγονότα για τη Μύκονο («Ο άνδρας στο μαύρο καπέλο κοιτάζοντας προς τα κάτω είναι … ο κωπηλάτης της πόλης. Πριν από τα μεγάφωνα, τα τηλέφωνα και το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, θα περάσει από τη Χώρα και θα ανακοινώσει σημαντικά νέα») και θα ενθαρρύνει τους θεατές να κοιτάξουν προσεκτικά λεπτομέρειες («τρώνε από πλάκες αλουμινίου σε τραπεζομάντιλο εφημερίδων»). Αυτό είναι ένα υπέροχο οπτικό αφιέρωμα σε μια περασμένη εποχή στον ελληνικό πολιτισμό.


Who is who
Robert McCabe
was born in Chicago in 1934. His first visit to Greece was in 1954. With his Rolleiflex he was able to capture a Greece that was on the threshold of dramatic change. He has published 14 books of photographs, mostly about Greece, but also covering the Ramble in Central Park, China, Antarctica, and Havana. Last year he published Chronography, a collection of his early photos of Greece’s antiquities, honoring the 180th anniversary of the Archaeological Society at Athens. An exhibition of these photos will be on display at the Society through year end 2019. The book is available in bookstores in Greece and from Amazon. This year two new books were published. His Mykonos:Portrait of a Vanished Era was released in Greek and English by Patakis Editions and Abbeville Press. The two firms also published The Last Monk of the Strofades: Memories from an Unknown Greek Island. The Greek edition sold out but the English is available. His current book projects include Santorini, Patmos, the Saronic Gulf, and Kasos. The Greek Consulate in Boston hosts a permanent exhibition of his early images of Greece. mccabephotos.com /
Ο Robert A. McCabe (Σικάγο, 1934) φωτογραφίζει την Ελλάδα και τους κατοίκους της τα τελευταία εξήντα χρόνια. Έχει εκδώσει δεκαπέντε βιβλία με φωτογραφίες, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων αναφέρεται στην Ελλάδα, αλλά καλύπτουν επίσης και την Ανταρκτική, την Κούβα, την Κίνα, καθώς και το κρυμμένο δάσος της Νέας Υόρκης (The Ramble in Central park, Abbeville Press, 2011). Τα βιβλία του κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Πατάκη: Ελλάδα. Τα χρόνια της αθωότητας (2004), Τρεις μέρες στην Αβάνα (2006), Στο δρόμο για την Ελλάδα (2007), Ελλάδα – Κίνα. Λαοί αρχαίοι, κόσμοι που αλλα΄ζουν (2012), Μυκήνες 1954, το καταμεσήμερο (με κείμενο της Αθηνάς Κακούρη, 2014), Ο τελευταίος μοναχός των Σροφάδων (σε συνεργασία με την Κατερίνα Λυμπεροπούλου, 2018). Είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα. mccabephotos.com

(portait photo by Charles McCabe.
Robert McCabe photographing in Santorini after the 1956 earthquake.)

Για το βιβλίο «Μύκονος 1955-1957», Εκδόσεις Πατάκη – 2018

My first visit to Mykonos was in the summer of 1955. From the vantage point of those days on that magical quiet island with one 12 passenger bus and a plethora of donkeys it was absolutely inconceivable what would happen over the ensuing 60 years. On the day I arrived there were some 15 visitors on the island. In 2018 on a typical summer day the island expects between 120,000 and 140,000 visitors. […]
Mykonos was like an independent island principality, with its own culture, its own dances, songs, poetry, cuisine, textiles, architecture, even language. All of this had evolved and been carefully honed over a period of thousands of years, through wars, occupations, drought, and other calamities. You cannot underestimate the isolation of these Aegean islands in the age of sail and how unique and distinctive cultures evolved there.

<p class="has-drop-cap has-normal-font-size" value="<amp-fit-text layout="fixed-height" min-font-size="6" max-font-size="72" height="80">It is not an exaggeration to say that life in Mykonos has changed more in these past 60 years than it did in the prior 3000 years. It was a place with limited agricultural potential, little water, good fishing, and very little in the way of natural resources. It represented in a way an undisturbed example of a very carefully polished self sufficient Aegean civilization. It was living in equilibrium with its land, water, and sea resources, supplemented with revenue from exports and caique trading, and remittances from seamen and emigrants. How incredibly lucky I was to see it in those days when it was still just on the threshold of such dramatic change. /<br>Πρωτοεπισκέφθηκα τη Μύκονο το καλοκαίρι του 1955· Εκείνη την εποχή μου ήταν αδύνατο να φανταστώ τι θα συνέβαινε τα επόμενα εξήντα χρόνια στο μαγικό και ήσυχο αυτό νησί με το ένα και μοναδικό δωδεκαθέσιο λεωφορείο και την πληθώρα από γαϊδουράκια. Την ημέρα της άφιξής μου το νησί φιλοξενούσε περίπου δεκαπέντε επισκέπτες. Μια τυπική καλοκαιρινή ημέρα του 2018, αντιθέτως, φιλοξενεί από 120.000 έως 140.000 επισκέπτες. […] Η Μύκονος ήταν σαν ανεξάρτητο νησιωτικό πριγκιπάτο, με τον δικό της πολιτισμό, τους δικούς της χορούς, τα τραγούδια της, την ποίηση, την κουζίνα, τα υφάσματα, την αρχιτεκτονική, ακόμα και τη γλώσσα της. Όλα αυτά εξελίχθηκαν και διαμορφώθηκαν προσεκτικά κατά τη διάρκεια χιλιάδων ετών, εν μέσω πολέμων, κατοχών, ξηρασιών κι άλλων καταστροφών. Δεν πρέπει να υποτιμάει κανείς το πόσο απομονωμένα ήταν τα νησιά του Αιγαίου τις εποχές της ιστιοφορίας και το πόσο μοναδικοί και ξεχωριστοί ήταν οι πολιτισμοί που αναπτύχθηκαν στα μέρη τους.<br>Δεν είναι υπερβολή να ισχυριστεί κανείς ότι η ζωή στη Μύκονο έχει αλλάξει περισσότερο τα τελευταία εξήντα χρόνια απ' ό,τι εδώ και 3.000 χρόνια. Το νησί είχε περιορισμένες αγροτικές δυνατότητες, λιγοστό νερό, καλή αλιεία και ελάχιστους άλλους φυσικούς πόρους. Κατά κάποιον τρόπο, αντιπροσώπευε ένα ανέγγιχτο παράδειγμα ενός εξαιρετικά οργανωμένου, αυτάρκους αιγαιοπελαγίτικου πολιτισμού. Ζούσε σε ισορροπία με τους διαθέσιμους εδαφικούς, υδάτινους και θαλάσσιους πόρους του, συμπληρώνοντας το εισόδημά του με εξαγωγές και εμπόριο καϊκιών, καθώς και με εμβάσματα Μυκονιατών ναυτικών και μεταναστών. Πόσο τυχερός ήμουν που γνώρισα το νησί την εποχή εκείνη, όταν βρισκόταν στο κατώφλι της μελλοντικής δραματικής του αλλαγής.<br>(Robert A. McCabe, από την εισαγωγή της έκδοσης)It is not an exaggeration to say that life in Mykonos has changed more in these past 60 years than it did in the prior 3000 years. It was a place with limited agricultural potential, little water, good fishing, and very little in the way of natural resources. It represented in a way an undisturbed example of a very carefully polished self sufficient Aegean civilization. It was living in equilibrium with its land, water, and sea resources, supplemented with revenue from exports and caique trading, and remittances from seamen and emigrants. How incredibly lucky I was to see it in those days when it was still just on the threshold of such dramatic change. /
Πρωτοεπισκέφθηκα τη Μύκονο το καλοκαίρι του 1955· Εκείνη την εποχή μου ήταν αδύνατο να φανταστώ τι θα συνέβαινε τα επόμενα εξήντα χρόνια στο μαγικό και ήσυχο αυτό νησί με το ένα και μοναδικό δωδεκαθέσιο λεωφορείο και την πληθώρα από γαϊδουράκια. Την ημέρα της άφιξής μου το νησί φιλοξενούσε περίπου δεκαπέντε επισκέπτες. Μια τυπική καλοκαιρινή ημέρα του 2018, αντιθέτως, φιλοξενεί από 120.000 έως 140.000 επισκέπτες. […] Η Μύκονος ήταν σαν ανεξάρτητο νησιωτικό πριγκιπάτο, με τον δικό της πολιτισμό, τους δικούς της χορούς, τα τραγούδια της, την ποίηση, την κουζίνα, τα υφάσματα, την αρχιτεκτονική, ακόμα και τη γλώσσα της. Όλα αυτά εξελίχθηκαν και διαμορφώθηκαν προσεκτικά κατά τη διάρκεια χιλιάδων ετών, εν μέσω πολέμων, κατοχών, ξηρασιών κι άλλων καταστροφών. Δεν πρέπει να υποτιμάει κανείς το πόσο απομονωμένα ήταν τα νησιά του Αιγαίου τις εποχές της ιστιοφορίας και το πόσο μοναδικοί και ξεχωριστοί ήταν οι πολιτισμοί που αναπτύχθηκαν στα μέρη τους.
Δεν είναι υπερβολή να ισχυριστεί κανείς ότι η ζωή στη Μύκονο έχει αλλάξει περισσότερο τα τελευταία εξήντα χρόνια απ’ ό,τι εδώ και 3.000 χρόνια. Το νησί είχε περιορισμένες αγροτικές δυνατότητες, λιγοστό νερό, καλή αλιεία και ελάχιστους άλλους φυσικούς πόρους. Κατά κάποιον τρόπο, αντιπροσώπευε ένα ανέγγιχτο παράδειγμα ενός εξαιρετικά οργανωμένου, αυτάρκους αιγαιοπελαγίτικου πολιτισμού. Ζούσε σε ισορροπία με τους διαθέσιμους εδαφικούς, υδάτινους και θαλάσσιους πόρους του, συμπληρώνοντας το εισόδημά του με εξαγωγές και εμπόριο καϊκιών, καθώς και με εμβάσματα Μυκονιατών ναυτικών και μεταναστών. Πόσο τυχερός ήμουν που γνώρισα το νησί την εποχή εκείνη, όταν βρισκόταν στο κατώφλι της μελλοντικής δραματικής του αλλαγής.
(Robert A. McCabe, από την εισαγωγή της έκδοσης)