Κ. Βεργόπουλος: Η Γερμανία θα έπρεπε να αποχωρήσει από την ΕΕ!

08:40, 29 Μαρ 2013 | tvxsteam tvxs.gr/node/124023

[…] Κανονικά, η Γερμανία θα έπρεπε να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση! Το μεγαλύτερο πρόβλημα της Ευρώπης σήμερα είναι η Γερμανία. Δεν είναι η Κύπρος ή οι άλλες χώρες του Νότου, αλλά η Γερμανία με την καταστροφική διαχείριση των ευρωπαϊκών πραγμάτων […] Πρέπει να γίνει κάτι, αλλά με πολλές χώρες μαζί. Να συνασπιστούν και να δώσουν ένα τελεσίγραφο στη Γερμανία. Να της πουν, ή αλλάζεις ή τα σπάμε! […] Ο Κώστας Βεργόπουλος, καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστημίου VIII του Παρισιού, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη με αφορμή τα πρόσφατα γεγονότα στην Κύπρο, συμμετέχοντας στο δημόσιο διάλογο του tvxs.gr.

Κ.Β.: Με αφορμή την ευρωπαϊκή απόφαση για την Κύπρο, πυροδοτείται γενικότερη εξέγερση και αμφισβήτηση κατά της γερμανικής διαχείρισης των ευρωπαϊκών δεδομένων. Ο Λουξεμβούργιος πρωθυπουργός ανεγνώρισε ότι το Γιούρογκρουπ αντιμετώπισε τους Κύπριους σαν να ήσαν γκάνγκστερς.

Όμως, στην πραγματικότητα, το Γιούρογκρουπ συμπεριφέρεται σαν γκανγκστερική Λέσχη: η Γερμανία με τους λαγούς και δορυφόρους της εξοντώνει την μια μετά την άλλη τις αδύναμες χώρες μέλη του ευρωπαϊκού Νότου, αλλά σύντομα η αυτή μεταχείριση αναμένεται να επεκταθεί ακόμη και σε χώρες του ευρωπαϊκού κέντρου, όπως το Λουξεμβούργο και η Γάλλια.

Στενεύουν τα περιθώρια της αυτοκαταστροφικής πολιτικής της Γερμανίας. Για την ενίσχυση της αξίας του χρήματος, η Γερμανία επέβαλε την γενικευμένη λιτότητα στην Ευρωζώνη, με αποτέλεσμα την βαθειά ύφεση και ανεργία.

Στη συνέχεια, αθετεί δεσμεύσεις των αποφάσεων κορυφής σχετικά με τον διαχωρισμό τραπεζικών χρεών και κρατικών, επιρρίπτοντας τα πρώτα καθ’ ολοκληρία στα δεύτερα, και με συνέπεια την κατάλυση κάθε έννοιας δημοκρατίας και εθνικής κυριαρχίας.

Με την απαγόρευση της διαχείρισης του χρήματος από τα κυριαρχικά κράτη, αλλά και από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, μετατρέπει τα κράτη σε απλούς ιδιώτες εκτεθειμένους στις χρηματαγορές και στον κίνδυνο χρεωκοπίας. Η νεοφιλελεύθερη φαντασίωση σε όλο το μεγαλείο της, και όλο αυτό με δραματικό ανθρώπινο και οικονομικό κόστος. Τίποτα δεν βελτιώνεται, οι θυσίες πηγαίνουν χαμένες, αλλά και ταυτόχρονα στενεύουν τα περιθώρια επέκτασης για τους κύκλους του μεγάλου χρήματος.

Κορωνίδα του φιλελεύθερου γερμανικού αδιεξόδου είναι το κυπριακό μοντέλο «διάσωσης», σύμφωνα με το οποίο η μεν Λαϊκή Τράπεζα «διασώζεται» μέσω της κατεδάφισης της.

Ο θάνατος του υπερχρεωμένου σβήνει την ικανότητα δημιουργίας ελλειμμάτων και χρεών, πολλώ μάλλον όταν τα χρέη του εκλιπόντος φορτώνονται σε άλλο οργανισμό.

Έπειτα, όπως διευκρίνισε ο Σοσιαλδημοκράτης Ολλανδός χοιροτρόφος, πρόεδρος του Γιούρογκρουπ Νταίσελμπλουμ, εξαντλήθηκαν τα περιθώρια διασώσεων από έξω, με συνέπεια στο εξής οι διασώσεις να φορτώνονται στους ίδιους τους διασωζόμενους, από τα μέσα και με δικό τους κόστος.

Η Φινλανδία, λαγός της Μέρκελ, έσπευσε να αξιώσει την πλήρη απαγόρευση των διασώσεων από έξω. Δηλαδή την οριστική εγκατάλειψη της απόφασης του Ιουνίου 2012 περί διαχωρισμού τραπεζικών και κρατικών χρεών:

στο εξής, όλα τα χρέη θα παραμένουν στην ευθύνη των εθνικών κρατών, τα οποία και με αυτόν τον τρόπο θα συντρίβονται με μαθηματική ακρίβεια.

Παράλληλα, η φινλανδική πρωτοβουλία, με γερμανική υποβολή, συνεπάγεται επίσης την εγκατάλειψη της απόφασης για ανακεφαλαίωση των τραπεζών από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό ESM.

Σε αυτή την περίπτωση, η επιστράτευση των καταθέσεων για την κάλυψη ελλειμμάτων των τραπεζών δείχνει το αδιέξοδο στο οποίο περιέρχεται η γερμανική τάξη πραγμάτων στην Ευρώπη. Όταν οι ασφαλείς καταθέσεις χρησιμοποιούνται για την απόσβεση επισφαλών τοποθετήσεων, αυτό σημαίνει ότι η οικονομία του καθαρού και ακάλυπτου τζόγου γενικεύεται και επεκτείνεται.

Αντί σταθεροποίησης, η στροφή που αναδύεται με την ευρωπαϊκή διαχείριση της κυπριακής κρίσης αυξάνει την ανασφάλεια και εντάσσει στον τζόγο ακόμη και όσους δεν έχουν καμία διάθεση να μπουν σε αυτόν.

Το αντιγερμανικό συναίσθημα σήμερα επεκτείνεται σε ολόκληρη την Ευρώπη. Φυσικά όχι επειδή οι άλλοι ζηλεύουν τους Γερμανούς για τις επιτυχίες τους, όπως θριαμβευτικά και επιπόλαια επισείει ο Σόιμπλε, αλλά βασικά λόγω των καταστροφών που συσσωρεύονται και προαναγγέλλονται.

Σήμερα, η Γερμανία με τις αποσταθεροποιητικές επιλογές της αποβαίνει ο κύριος παράγων που υπονομεύει την Ευρώπη και τις χώρες μέλη της.

Κρ.Π.: Μία έρευνα που έγινε στην Ελλάδα, έδειξε ότι οι το 96% των Ελλήνων, πιστεύουν ότι ότι η Γερμανία ενδιαφέρεται για τα γερμανικά συμφέροντα και όχι για την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη.

Κ.Β.: Κανονικά, η Γερμανία θα έπρεπε να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση! Το μεγαλύτερο πρόβλημα της Ευρώπης σήμερα είναι η Γερμανία. Δεν είναι η Κύπρος ή οι άλλες χώρες του Νότου, αλλά η Γερμανία με την καταστροφική διαχείριση των ευρωπαϊκών πραγμάτων.

Ούτε τα δικά της συμφέροντα εξυπηρετεί. Ενόσω εξοντώνει τους εταίρους, τον έναν μετά τον άλλον, ενοχοποιώντας τους για αποκλίσεις από το δικό της «ενάρετο» μοντέλο, στο τέλος αυτό πλήττει και την ιδία.

Ένα δεύτερο θέμα είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία, πλήρως εναρμονισμένη με την γερμανική προσέγγιση, επισείει την απειλή να διακόψει την παροχή ρευστότητος στις κυπριακές τράπεζες. Με πρόσχημα ότι βρίσκονται σε ανασφάλεια.

Όμως, σε παρόμοιες ακριβώς καταστάσεις επιβάλλεται η παροχή ρευστότητος άνευ όρων, εάν η ΕΚΤ ενδιαφέρεται πράγματι για την σταθερότητα του Ευρωσυστήματος.

Όταν η ΕΚΤ έπαψε να δέχεται τα κυπριακά κρατικά ομόλογα ως εγγύηση για την παροχή ρευστότητος, συνέβαλε έτσι κι αυτή στην περαιτέρω αποσταθεροποίηση της Κύπρου, παρόλο που η ίδια διακηρύσσει ως αποστολή της την διαφύλαξη της σταθερότητος.

Η ΕΚΤ ισχυρίζεται ότι είναι ανεξάρτητη τράπεζα, ότι δεν εξαρτάται απ’ τα κράτη! Αυτή λοιπόν θα έπρεπε να δίδει χρήμα όταν τα κράτη έχουν ανάγκη και όχι να κόβει το χρήμα όταν υπάρχει ανάγκη.  Πολύ περίεργη η ανεξαρτησία της ΕΚΤ. Ο πρόεδρός της Ντράγκι  δηλώνει «εγώ κάνω ότι μου λένε οι ηγέτες». Την ευθυγράμμιση με τις γερμανικές επιλογές, ο ίδιος παρουσιάζει ως ανεξαρτησία της τράπεζας του.

Τρίτο θέμα, είναι η διαβεβαίωση του Ντράγκι ότι θα αγοράζει απεριορίστως ομόλογα, για να μην περιέλθει το ευρώ ποτέ σε κρίση.
Ωστόσο, μέχρι σήμερα η ΕΚΤ δεν έχει αγοράσει ούτε ένα και από καμιά χώρα μέλος.

Ερωτηθείς εάν προτίθεται να αγοράσει  ελληνικά ομόλογα, ο ίδιος διευκρίνισε ότι δεν μπορεί αφού η Ελλάδα βρίσκεται σε ειδικό πρόγραμμα βοήθειας. Αλλά ο ίδιος διευκρίνισε επίσης ότι δεν αγοράζει ούτε ισπανικά ομόλογα, επειδή μέχρι σήμερα η Ισπανία αρνείται να ενταχτεί σε ευρωπαϊκό πρόγραμμα στήριξης. Δηλαδή, η ΕΚΤ τι είδους απεριόριστες αγορές ομολόγων προτίθεται να κάνει;

Κάθε χώρα που πέφτει σε δυσκολία, η Γερμανία την καθυβρίζει λέγοντας για το λαό της, ότι είναι τεμπέληδες, διεφθαρμένοι, πελατειακό κράτος,   ζουν με δανεικά, και για την Κύπρο, ότι ξεπλένει ρώσικο μαύρο χρήμα. Επικαλείται και προσάπτει οτιδήποτε, εκτός από το ζήτημα της δικής της διαχείρισης, η οποία όμως είναι και το κύριο πρόβλημα!.

Κρ.Π.: Ποιες είναι αυτές οι βασικές συμπεριφορές της κακοδιαχείρισης της Γερμανίας;

Κ.Β.: Η Γερμανία, εφόσον πραγματοποιεί  πλεονάσματα, έπρεπε ν’ αποδέχεται άνοδο τιμών και συναφή απώλεια ανταγωνιστικότητος. Ωστόσο, με την διαχείριση που επιβάλλει στο Νότο, βρίσκει τρόπο να διατηρεί σχετικά χαμηλή την ισοτιμία του ευρώ, ανταγωνιστικές τις τιμές της και συνεπώς διαιώνιση των πλεονασμάτων της, χωρίς διορθωτική κίνηση από μέρους της.

Η διοργάνωση της ύφεσης και της συντριβής του Νότου ενισχύει την ανταγωνιστικότητα των γερμανικών προϊόντων. Αυτή η πρακτική δεν είναι θεμιτή στη διεθνή οικονομία, αλλά ακόμη λιγότερο στην υποθετική  σχέση μεταξύ εταίρων στο αυτό νόμισμα. Η κρίση στον Νότο λειτουργεί ως ρυθμιστής της ανταγωνιστικότητος του Βορρά. Όσο πιο πολύ βουλιάζει ο Νότος τόσο περισσότερο διατηρείται η  ανταγωνιστικότητα του Βορρά.

Φυσικά, αυτή η επιλογή δεν έχει ορατότητα και μέλλον. Αποτελεί μπούμερανγκ για τους εμπνευστές της. Όταν όλοι οι εταίροι θα έχουν γονατίσει, τότε θα έλθει και η σειρά όσων σήμερα επωφελούνται.

Ήδη η Γερμανία εγκαθίσταται σε ύφεση. Πολλαπλασιάζονται οι απεργίες των εργαζομένων σε όλους τους τομείς και τους κλάδους.

Κρ.Π.: Και τί εκτιμάτε για το μέλλον;

Κ.Β.: Το μέλλον του ευρώ είναι αβέβαιο και σκοτεινό, ενόσω δεν αλλάζει πολιτική η Γερμανία.

Κρ.Π.: Και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί ένα τέτοιο πρόβλημα; Είναι λύση για την Κύπρο –για παράδειγμα- η έξοδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση;

Κ.Β.: Εφόσον η Γερμανία υπονομεύει την Ευρώπη, δεν έχει νόημα η συζήτηση για την μεμονωμένη αποχώρηση μιας χώρας, γιατί έτσι η υπεύθυνη αφήνεται ατιμώρητη. Αυτό που όλοι θέλουν είναι να λειτουργήσει κανονικά η Ευρώπη και για να γίνει αυτό χρειάζεται να πιεστεί και να υποχρεωθεί να αλλάξει πολιτική η Γερμανία.

Εάν κάθε θύμα της Γερμανίας αποσύρεται από το ευρώ και την ΕΕ, έτσι θα αποδυναμώνεται το μέτωπο εναντίον της Γερμανίας μέσα την Ευρώπη. Πρέπει να γίνει κάτι, αλλά με πολλές χώρες μαζί. Να συνασπιστούν και να δώσουν ένα τελεσίγραφο στη Γερμανία. Να της πουν, ή αλλάζεις ή τα σπάμε! Η πολιτική της λιτότητας, της ύφεσης, της ανεργίας, της φτωχοποίησης και της κοινωνικής καταστροφής δεν ωφελούν κανέναν!

Κρ.Π.: Και ανασφάλεια και αναξιοπιστία, και φασιστικές πρακτικές, και τόσα άλλα…

Κ.Β.: Η Ευρώπη είναι η πιο καταποντισμένη περιοχή του κόσμου σήμερα. Στις άλλες περιοχές, στην Αμερική, στην Κίνα, στη Βραζιλία, στον υπόλοιπο κόσμο δεν υπάρχει τέτοια ύφεση, εκτός από αυτήν που διαχέεται από την Ευρώπη. Το σύστημα της λιτότητας  είναι καταστροφικό όχι μόνο για τις χώρες της Ευρώπης, αλλά και όλες τις άλλες περιοχές του κόσμου που συναλλάσσονται μαζί της.

Η Γερμανία σήμερα με τις επιλογές εγκαθίσταται σε εχθρική σχέση με τους λαούς της Ευρώπης και με τον υπόλοιπο κόσμο.  Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί. Οδηγούμαστε σε όξυνση της διεθνούς αντιπαλότητας και σε σύγκρουση! Αυτό είναι το πιο επικίνδυνο, με άγνωστη τελική κατάληξη.

Κρ.Π.: Εσείς τι πιστεύετε ότι θα ‘πρεπε να κάνει η Κύπρος;

Κ.Β.: Η Γερμανία εκδηλώνει συμπεριφορά που δεν υπολογίζει τους άλλους. Εάν η Κύπρος έχει προβλήματα, όπως με το ρώσικο χρήμα, τη χαμηλή φορολογία, τις οφσόρ εταιρείες, κλπ., πρέπει να καθίσουν να τα συζητήσουν και να τα λύσουν συνεταιρικά, και όχι με απειλές και εκβιασμούς!

Δεν ισχυρίζομαι ότι δεν υπάρχουν προβλήματα με την Κύπρο, αλλά αυτά δεν αντιμετωπίζονται με την μέθοδο της κατεδάφισης!

Δεν βάζεις φωτιά στην παράγκα να την κάψεις για να διορθωθούν τα προβλήματα της!  Με πρόσχημα την τιμωρία του ρωσικού μαύρου χρήματος, τιμωρείται σήμερα ένας λαός και την ευθύνη για αυτό φέρουν οι επιλογές της Γερμανίας και των δορυφόρων της.

Κρ.Π.: Θα μπορούσαν να ελέγξουν τους καταθέτες;

Κ.Β.: Να τιμωρηθούν οι αεριτζήδες –ας υποθέσουμε- αλλά μόνον αυτοί, ενώ σήμερα με τα μέτρα οδοστρωτήρα τιμωρείται ολόκληρο το νησί!

Κρ.Π. Η ίδια έρευνα που ανέφερα παραπάνω, έδειξε, ότι το 40,4% των Ελλήνων είναι υπέρ του να διαλυθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, και 45% κατά του ευρώ.

Κ.Β.: Δεν είναι πολλοί. Στην Κύπρο είναι υπέρ της αποχώρησης από το ευρώ κατά 80%! Όμως, αυτό το βρίσκω εκβιαστικό και συναισθηματικό.

Παρόλα όσα έχει υποστεί η Ελλάδα, η πλειοψηφία των Ελλήνων δεν ζητούν την διάλυση ούτε την αποχώρηση, αλλά καταδικάζουν την ακολουθούμενη πολιτική.

Ακόμη και τώρα, αν γίνει δημοψήφισμα στην Ελλάδα, δύσκολα κερδίζει το όχι στο ευρώ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μπορεί όμως σύντομα με την επιτάχυνση προς το χειρότερο, η κοινή γνώμη να στραφεί προς πιο ριζοσπαστικές επιλογές. Κάτι τέτοιο δεν θα ήταν επιτυχία του ευρώ, αλλά σαφής αποτυχία του.-

Θέλω να θυμίσω προς όλους… Tου Γιώργου Πήττα

09:41, 28 Μαρ 2013 | Κρυσταλία Πατούλη tvxs.gr/node/123949

Θέλω να θυμίσω προς όλους (συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού μου)  πως:

Ο Αλκίνοος Ιωαννίδης. ουδέποτε προσέβαλλε την αισθητική μας. Ακόμα και αν κάποια δουλειά του ήταν ας πούμε κατώτερη κατά την υποκειμενική μας κρίση από κάποια προηγούμενη δημιουργία του, πάντα κρατούσε τον αισθητικό πήχη ψηλά.

Ο Αλκίνοος Ιωαννίδης μετέχει συχνά, τελείως αθόρυβα σε σημαντικά μουσικά εγχειρήματα μοιραζόμενος το τάλαντό του με κριτήριο την αγάπη για τη μουσική. Κι όταν μιλά, μιλά επί της ουσίας.

Θέλω να θυμίσω προς όλους (συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού μου)  πως:

Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που το ακαλλιέργητο συναίσθημα οδηγεί στον αυτισμό και τον μελοδραματικό αυνανισμό, έτσι και ο αποκομμένος από την κοινωνία και την πραγματικότητα ορθολογισμός, ακυρώνει τον εαυτό του ως τέτοιο και οδηγεί σε έναν απόλυτα αντίστοιχο αυτισμό που στην περίπτωση αυτή είναι φορτωμένος με έπαρση.

Έπαρση που στους εξαιρετικά δύσκολους καιρούς μας, καταλήγει οδυνηρή και αντιδραστική.

Αυτά, για τα διάφορα κείμενα που εμφανίστηκαν ως «κριτική» στο κείμενό του. Τα διάβασα δύο φορές και μετά ξαναδιάβασα το δικό του.

Αρχικά, παρασύρθηκα και εγώ-με ένα σχόλιο στο facebook 7-8 λέξεων όπου ευτυχώς είχα την πρόνοια να μην αναφέρω καν το όνομα του συνθέτη. Ηλιθιότητα και επιπολαιότητα όμως εκ μέρους μου, ακόμα και αυτές οι 7-8 λέξεις. Απολογούμαι.

Όχι τίποτα άλλο, αλλά γιατί, όση σχέση έχει ο βίος και η πολιτεία του Αλκίνοου Ιωαννίδη με τον Γιώργο Νταλάρα, άλλη τόση σχέση έχει αυτό που ζούμε όλοι μας ή σχεδόν όλοι μας, με τα όσα ονειρευτήκαμε. 

Θέλω να θυμίσω προς όλους (συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού μου)  πως οφείλουμε όχι απλά να παρκάρουμε οριστικά το καλάμι μας αλλά και να το θάψουμε με τα απομεινάρια του κόσμου που καταρρέει γύρω μας, δίπλα μας και πάνω στο κεφάλι μας.

Γιατί το μόνο λάθος που φαίνεται να έκανε ο Αλκίνοος, είναι ότι μας κοίταξε στα μάτια...

«Κι είπε ποτέ σου μην κοιτάς
τον άλλο μες τα μάτια,
γιατί καθρέφτης γίνεσαι
κι όλοι σε σπαν’ κομμάτια.»

Στίχοι – μουσική: Αλκίνοος Ιωαννίδης

Νάνος Βαλαωρίτης: Πάμε προς τον χιτλερισμό;

07:00, 28 Μαρ 2013 | tvxsteam tvxs.gr/node/123582

«Η Ελλάδα θυμίζει Γερμανία του ’30 την εποχή της ανόδου των ληστρικών ομάδων των ΕΣ ΕΣ. Η κυβέρνηση και η αστυνομία δείχνει ότι τα αγνοεί όλα αυτά. Και τι κάνει; Δέρνει αυτούς οι οποίοι κάνουν διαδήλωση εναντίον της Χρυσής Αυγή.! Μα, δεν είμαστε καλά! Δηλαδή, πάμε προς τον χιτλερισμό; […] Τι θέλουμε να είμαστε; Μια δημοκρατία ή μία δικτατορία εν κρυπτώ, και μάλιστα με τρομοκρατία;» Ο ποιητής Νάνος Βαλαωρίτης μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη για το tvxs.gr καταγγέλοντας βίαιες επιθέσεις της Χρυσής Αυγής εναντίον μεταναστών με ένα νεκρό θύμα.

Ν.Β.: Αυτές τις μέρες, έχουν γίνει πολλές επιθέσεις εναντίον Φιλιππινέζων από χρυσαυγίτες οι οποίοι τους έχουν σπάσει στο ξύλο, με αποτέλεσμα μία γυναίκα που την χτύπησαν στην Ομόνοια να έχει ήδη πεθάνει, μία άλλη που την χτύπησαν στο Σύνταγμα να έχει σοβαρό πρόβλημα στα μάτια της(με πολλά ράμματα) και κάποιος άλλος να βρίσκεται σε κώμα στο νοσοκομείο…

Πλέον, έχει εκτραχυνθεί το πράγμα. Δεν είναι μόνο ο χρυσαυγίτης που δεν δίνει φαγητό στη μετανάστρια γιαγιά. Είναι σαν να έχουμε να κάνουμε με ΕΣΑ και ΕΣ ΕΣ, οι οποίοι φέρονται όπως ακριβώς φέρονταν στη Βαϊμάρη τα Τάγματα Εφόδου. Η Ελλάδα θυμίζει Γερμανία του ’30 την εποχή της ανόδου των ληστρικών ομάδων των ΕΣ ΕΣ.

Η κυβέρνηση και η αστυνομία δείχνει ότι τα αγνοεί όλα αυτά. Και τι κάνει; Δέρνει αυτούς οι οποίοι κάνουν διαδήλωση εναντίον της Χρυσής Αυγής. Μα, δεν είμαστε καλά! Δηλαδή, πάμε προς τον χιτλερισμό;

Κρ.Π.: Έχει ειπωθεί ότι στην αστυνομία υπάρχουν πολλοί που είναι υπέρ της Χρυσής Αυγής.

Ν.Β.: Ναι, αυτό το έχουμε δει αρκετές φορές στον Τύπο, και έχουν κάνει δηλώσεις και οι ίδιοι, ότι είναι ένα ποσοστό 60%. Άλλοι λένε 30%, αλλά τι σημασία έχει, αφού φέρονται έτσι;

Η ελληνική αστυνομία, δεν είναι αστυνομία δημοκρατικής χώρας πλέον! Αυτό πρέπει να το δει η κυβέρνηση, ο Σαμαράς, και η ΝΔ, οι οποίοι στις άκρες τους φλερτάρουν με την ακροδεξιά. Τι θέλουμε να είμαστε; Μια δημοκρατία ή μία δικτατορία εν κρυπτώ, και μάλιστα με τρομοκρατία; Διότι σήμερα, χτυπάνε τους μετανάστες αυτά τα ρεμάλια της Χρυσής Αυγής. Αύριο θα χτυπήσουν όλους τους Έλληνες που διαφωνούν μαζί τους. Και ήδη τους χτυπάνε, μέσω και της αστυνομίας!

Κρ.Π.: Πώς αισθάνεστε για όλα αυτά;

Ν.Β.: Αισθάνομαι πολύ άσχημα γιατί είναι η τέταρτη φορά που απειλεί την Ελλάδα ο φασισμός. Πέρασα την σχολική μου ηλικία κάτω από τη δικτατορία του Μεταξά. Αυτή ήταν η πρώτη φορά. Η δεύτερη ήταν η γερμανική και ιταλική κατοχή. Η τρίτη ήταν η χούντα, και τώρα έχουμε την τέταρτη.

Μα, δεν είμαστε καλά! Τρελάθηκαν οι Έλληνες που ψηφίζουν αυτούς τους κόπανους, οι οποίοι είναι και καραγκιόζηδες, αλλά είναι και επικίνδυνοι καραγκιόζηδες, γιατί φέρονται παράνομα και εγκληματικά.

Κρ.Π.: Γι’ αυτούς που τους ψηφίζουν, μπορεί να συμβαίνει αυτό που λέγατε πρόσφατα, ότι τελικά στις παράλογες καταστάσεις, οι παράλογες αντιδράσεις είναι αναμενόμενες; Είναι η άγνοια; Τί πιστεύετε;

Ν.Β.: Αυτός ο Κατίδης, ο οποίος χαιρέτησε φασιστικά, ισχυρίζεται ότι δεν ξέρει τι είναι φασισμός. Γεμάτος με απειλητικά τατού και δεν ξέρει τι είναι φασισμός; Αλίμονο, αν κάνουν τους ανήξερους!

Ο φασισμός είναι ένα ολοκληρωτικό καθεστώς. Κι ένα ολοκληρωτικό καθεστώς δεν επιτρέπει πρώτα πρώτα καμία ελευθερία. Όλα ελέγχονται από την αστυνομία, από το κράτος και από το εκάστοτε φασιστικό ή ναζιστικό κόμμα. Είναι ένας ολοκληρωτισμός, ο οποίος κατά τον Μάρξ είναι μία φάση του καπιταλισμού. Αλλά δεν το πιστεύω αυτό.

Πιστεύω ότι είναι το αποτέλεσμα του αντισημιτισμού ο οποίος ενεδρεύει στις μικροαστικές τάξεις σε όλες τις χώρες, οι οποίοι θεωρούν ότι η δυστυχία τους οφείλεται στους Εβραίους. Δηλαδή, είναι ένα είδος αποδιοπομπαίου τράγου. Λοιπόν, τώρα, αποδιοπομπαίος τράγος έχουν γίνει οι μετανάστες, αντικαθιστώντας τους Εβραίους. Όχι πως τους Εβραίους δεν τους αντιμετωπίζουν ακόμα με τον ίδιο τρόπο, αλλά για προπαγάνδα κατονομάζουν μόνο τους μετανάστες.

Σήμερα επιτίθενται στους Φιλιππινέζους που εργάζονται τόσα χρόνια στη χώρα μας, και μας βοηθάνε και δεν είναι καθόλου όπως τους κατηγορούν, είτε κλέφτες, είτε ναρκέμποροι, είτε οτιδήποτε άλλο. Και αύριο θα αρχίζουν να χτυπάνε εμάς.

Να έχω ζήσει τρεις δικτατορίες, και να βλέπω να γεννιέται μία τέταρτη, και με τρομοκρατία;

Κρ.Π.: Μία κοινωνία, η οποία έχει ως μόνο μέσον την καταστολή και όχι την θεραπεία ή την πρόληψη των προβλημάτων της, είναι κατά βάση φασιστική; Και επίσης η ανοχή της βίας και η απάθεια(νίπτω τας χείρας μου), δεν δείχνει μία ανάλογη κοινωνία;

Ν.Β.: Είναι η χρήση της βίας κατ’ αρχήν. Ότι με τη βία, μπορείς να τιμωρήσεις ή να καλυτερεύσεις την ανθρωπότητα. Κι αυτό το έχουν και τα δύο άκρα. Το είχε και ο Σταλινισμός. Τα δύο άκρα συναντιούνται στη βία και στην αντιδημοκρατική νοοτροπία, η οποία δεν ανέχεται πρώτα πρώτα την ελευθερία του λόγου, δεύτερον την ελευθερία του ατόμου να επιλέξει τον τρόπο της ζωής του, και ούτω κάθε εξής. Δηλαδή, κανενός είδους ελευθερία.

Όλα πρέπει να καθοδηγηθούν από ένα κόμμα το οποίο έχει δόγματα ρατσιστικά, ολοκληρωτικά, και πρέπει να υποταχθούν όλοι στον αρχηγό, σε έναν οποιοδήποτε αρχηγό, τρελό ή ηλίθιο –ανάλογα-, ο οποίος θα τους οδηγήσει στην καταστροφή.

Εδώ, λοιπόν, πρόκειται περί άγνοιας; Αυτοί οι άνθρωποι που ψήφισαν αυτούς τους μασκαράδες, επιδεικνύουν άγνοια; Όμως, δεν επιδεικνύουν, μόνον, δήθεν – υποτίθεται, οργή απέναντι στο διαφθαρμένο πολιτικό καθεστώς.

Πιστεύω ότι το κάνουν σε μία ψυχολογική κατάσταση, η οποία είναι αντικοινωνική. Υπάρχει πάντοτε μία μνησικακία για τον άλλον, ο οποίος περνάει καλύτερα από εμάς(είτε φανταστικά είτε πραγματικά). Αυτά παίζουν μεγάλο ρόλο σ’ αυτή την ψυχολογία.

Αλλά η θεραπεία μιας τέτοιας ψυχολογίας δεν είναι το να φέρεις στο προσκήνιο ένα τελείως βάρβαρο ιδεολόγημα, το οποίο αποδείχθηκε το πιο καταστροφικό στην ιστορία του ανθρώπου! Ο Χίτλερ ήταν ένας καραγκιόζης κατά βάθος, αλλά πιο επικίνδυνος καραγκιόζης δεν έχει γίνει στην ιστορία, πλην του Καλιγούλα.

Αυτή η τρέλα μεταδίδεται μέσα στην ιστορία από γενεά σε γενεά, με πολύ πιο χαμηλούς τόνους φυσικά, αλλά καμιά φορά ξεσπάνε και πολύ βίαιες καταστάσεις, αναλόγως τον περιστάσεων.

Τώρα οι περιστάσεις στην Ελλάδα είναι αισχρές, βέβαια. Μας έχουν στριμώξει στον τοίχο οι Ευρωπαίοι, κυρίως οι Γερμανοί, οι οποίοι καθοδηγούν την Ευρώπη σήμερα, και τα αποτελέσματα είναι όπως τα βλέπουμε: Ανεργία, απολύσεις, μείωση μισθών και συντάξεων, φτώχεια, ύφεση.

Όλα αυτά, έρχονται κυρίως από τη Γερμανία. Αλλά η οργή, δεν προσανατολίζεται προς τα εκεί που προέρχεται. Μπορεί να υπέβοσκε μία φασιστική νοοτροπία, αλλά όχι κι έτσι. Αυτό είναι πολύ διαφορετικό φαινόμενο. Είναι πλέον ένα παρακράτος, ένα μιλιταριστικό συγκρότημα.

Κρ.Π.: Τι θα λέγατε για τις αυταρχικές και  φασιστικές νοοτροπίες;

Ν.Β.: Το αυταρχικό στοιχείο στον άνθρωπο το έχει αναλύσει ο Φρόυντ και είναι ο σαδισμός. Το αντίθετό του είναι ο μαζοχισμός. Αλλά αυτά τα δύο πάνε μαζί.

Διότι συνήθως όλοι αυτοί κάνουν τον νταή στους τελείως απροστάτευτους και αδύναμους, οι οποίοι δεν έχουν τα μέσα να αμυνθούν και δεν προστατεύονται από το κράτος και από τη δημοκρατία, που υποτίθεται ότι έχουμε.

Πρόκειται περί αυτού που ονομάζουν οι Άγγλοι, bullies. Δηλαδή, άνθρωποι που αισθάνονται ισχυροί απέναντι στους ανίσχυρους και όταν βρεθούν μπροστά σε πιο ισχυρούς από αυτούς, τότε γίνονται λαγοί και υποτάσσονται. Τρείς αξιωματικοί πέρασαν μέσα από το διαμέρισμά μου σε επιταγμένο δωμάτιο, και τους είδα πως φερόντουσαν. Θυμάμαι έναν από αυτούς που είχε γυρίσει μεθυσμένος μια μέρα, κι έπεσε στα πόδια της μάνας μου(η οποία ήξερε γερμανικά) παρακαλώντας την να μην τον καταδώσει στην Κομαντατούρα, γιατί θα τον έστελναν στη Ρωσία(κι αυτό ήταν που έτρεμαν).

Είμαι πάρα πολύ εξοργισμένος, μ’ αυτά τα τελευταία περιστατικά, και αφορούν πρόσωπα τα οποία εργάζονται και για μένα.

Είναι πολύ κοντά πια. Δεν είναι κάτι το οποίο μπορείς να το εξορίσεις, να πεις ότι συμβαίνει αλλού. Συμβαίνει μέσα στα δικά μας τα σπίτια.

Πάνω σε όλα αυτά που είπα μπορεί να γίνει μεγάλη ανάλυση, διότι αυτά τα θέματα έχουν αναλυθεί με πολύ περισσότερες λεπτομέρειες στο παρελθόν, που εξηγούν πώς γεννιούνται αυτά τα κίνητρα και πως εμφανίζονται στην κοινωνία. Είπα άκρες μέσες, αλλά αρκούν κι αυτές για να καταλάβουν μερικοί οι οποίοι δεν θέλουν να αλλάξουν μυαλά.

Κρ.Π.: Μα, γι αυτό δεν τους ψήφισαν; Το πιθανότερο δεν είναι ότι θα χαρούν;

Ν.Β.: Αυτοί που θα χαρούν ακούγοντας αυτά τα γεγονότα, αύριο θα κλάψουν όταν δούν ότι θα ξεχαρβαλωθούν όλα, και θα έχουμε εμπόλεμη κατάσταση μέσα στην χώρα μας.  Αύριο θα κλάψουν, όπως κλάψαν οι Γερμανοί όταν τους βομβάρδισαν οι σύμμαχοι.

Κρ.Π.: Με τη βία και το έγκλημα δεν κερδίζει αυτός που έχει δίκιο, αλλά εκείνος που ασκεί τη μεγαλύτερη βία. Ο νόμος της ζούγκλας;

Ν.Β.: Η βία είναι απαράδεκτη, εκτός αν πρόκειται περί άμυνας. Είναι έγκλημα να γίνεται με τον τρόπο που βλέπουμε σήμερα, και από όργανα της επίσημης κυβέρνησης αλλά και όργανα παραστρατιωτικά όπως είναι αυτό το υποτιθέμενο κόμμα, το οποίο παρανομεί από κάθε άποψη.

Στις κοινωνίες που έχουν βγει από τέτοιες καταστάσεις, είναι πολύ περίπλοκο το τι γίνεται… Διότι τα ίχνη και τα κατάλοιπα μιας τέτοιας μεγάλης σύγκρουσης είναι τα επακόλουθα μιας πόλωσης φανατισμού και λανθασμένων στρατηγικών.

Τα παραδείγματα είναι πολλά, ξεκινώντας από τη Γαλλική Επανάσταση(η οποία κατέληξε σε μια φοβερή τρομοκρατία όπου την πλήρωσαν και οι τρομοκράτες), αλλά και τόσες άλλες εμφύλιες συγκρούσεις που έχουν γίνει. Ο Θουκυδίδης λέει, στην αρχή του Πελοποννησιακού πολέμου ότι το πρώτο θύμα του εμφυλίου πολέμου, είναι η αλήθεια. Διότι και οι δύο πλευρές ισχυρίζονται ότι την κατέχουν.

Κρ.Π.: Εννοείτε ότι αυτοί που καταδιώκονται μπορεί να αντισταθούν και να αντιδράσουν και στο τέλος η κοινωνία να χωριστεί στα δύο;

Ν.Β.: Ναι, τέτοιες καταδιώξεις καταλήγουν σε εμφύλιο. Όταν υπάρχει μία ομάδα η οποία καταδιώκει μία άλλη που είναι ανυπεράσπιστη, όπως ήταν οι Εβραίοι στην Γερμανία, δεν μιλάμε για εμφύλιο αλλά για καταδίωξη.

Και όταν ο άλλος δεν μπορεί να αμυνθεί και γίνεται θύμα, η αδικία είναι κατάφορη. Αν όμως μπορέσει να αμυνθεί αυτό είναι άλλη κατάσταση, είναι αντίσταση πλέον σε μία κατάσταση βίας. Αυτό γίνεται με τους αντάρτες σε μία αντίσταση. Να μην μπερδεύουμε τους όρους, γιατί από εκεί ξεκινάνε όλες οι παρεξηγήσεις.

Άλλο είναι η καταδίωξη, και άλλο ο εμφύλιος. Μπορεί λοιπόν, στο τέλος να οδηγηθεί σε εμφύλιο αυτή η κατάσταση, αλλά ο αίτιος θα είναι ο αρχικός διώκτης. Και στον ελληνικό εμφύλιο, τότε, ο αίτιος ήταν η Γερμανία, ο αρχικός διώκτης, και όλοι οι Έλληνες δοσίλογοι και υπερασπιστές τους στη συνέχεια.

Όταν υποτίθεται ότι παίρνει τη «δικαιοσύνη» στα χέρια του κάποιος και καταδιώκει τους αδύναμους… και δυστυχώς, σε ένα κράτος που έχει μία αδύναμη κυβέρνηση που μοιάζει με την κυβέρνηση της Βαϊμάρης… τα πράγματα γίνονται επικίνδυνα.

Τί θάνατος! Τί ευκαιρία! Τί έκπληξη!

the piano

Κάθε αλλαγή έχει το τίμημά της. Κάτι πρέπει να πληρώσεις. Χάνεις το παλιό μέσον που με αυτό εκφραζόσουν και επιβίωνες. Μένεις αναγκαστικά στο κενό, σαν άστεγος.
Δημιουργείς το καινούργιο.

Πρέπει να αποχαιρετίσεις το παλιό, πρέπει να το πενθήσεις, πρέπει να αναστηθείς μέσα στο καινούργιο.

Θέλει βουτιά στα βαθιά, θάνατο, έκπληξη.

Αυτό «λέει» και η ηρωίδα της ταινίας The Piano όταν καταφέρνει να αναδυθεί από το βυθό:  What a death! What a chance! What a surprise! My will has chosen life! Still it has had me spooked and many others besides!

Τι θάνατος! Τι  ευκαιρία! Τι έκπληξη! H θέλησή μου επέλεξε τη ζωή!

Ποιός αντέχει τη βουτιά, το θάνατο, την έκπληξη, κι ότι μπορεί να σημαίνουν όλα αυτά;

Ποιός θέλει να ζήσει; Αυτός μόνο αλλάζει…

Ελεύθεροι κατακτημένοι. Του Αλκίνοου Ιωαννίδη

alkinoosioannidisdphfsaigdfyig

Δεν θα πω για τους άλλους. Λίγο με ενδιαφέρει η ποιότητα και η στάση τους σε τέτοιες στιγμές. Ούτε και περίμενα καλύτερη αντιμετώπιση. Όσο και να τους βρίσω, χαϊδεύω τα αυτιά μας και τίποτα δεν αλλάζει. Θα πω για εμάς, και συγχωρήστε με:

Έρχεται η μέρα που η μάσκα τραβιέται βίαια. Η μέρα που το αληθινό μας πρόσωπο φανερώνεται, θέλουμε-δεν θέλουμε, αφτιασίδωτο και τρομακτικά αληθινό. Πρέπει να το κοιτάξουμε, είναι θέμα ζωής και θανάτου. Πρέπει να το ρωτήσουμε, να μας πει ποιοι είμαστε. Γιατί μόνο αυτό γνωρίζει.

Γυρνάμε απότομα, για να αντικρίσουμε μια τρύπα στον καθρέφτη. Πού απουσιάζει το πρόσωπό μας; Το ξεχάσαμε σε μικρά, ταπεινά, εγκαταλελειμμένα σπίτια, στη σκόνη χαμηλών, πλίνθινων ερειπίων, στους τάφους αγράμματων, ακατέργαστα σοφών παππούδων.

Εκεί αφήσαμε θαμμένες τις αληθινές καλημέρες, τη συγκίνηση των στίχων, την αλληλεγγύη των ανθρώπων και ότι πολύτιμο δεν μετριέται σε χρήμα. Έκτοτε, προχωρήσαμε στον «σύγχρονο κόσμο» απρόσωποι, γυμνοί, παλεύοντας να κρατήσουμε το νήμα της ύπαρξής μας άκοπο, μέσα σε εποχές δύσκολες, μέσα σε ένα τοπίο που δεν μας μοιάζει.

Γίναμε αρχοντοχωριάτες, επενδύοντας στα χειρότερα χαρακτηριστικά των δύο συνθετικών της λέξης. «Έχω γάμο», λέγαμε και στεκόμασταν καλοντυμένοι σε γκαζόν ξενοδοχείων, με φακελάκια στα χέρια, χωρίς αληθινή, από καρδιάς ευχή. «Και οι γάμοι μας, τα δροσερά στεφάνια και τα δάχτυλα, γίνουνται αινίγματα ανεξήγητα για την ψυχή μας». Ούτε αινίγματα, ούτε τίποτε. Όλα απαντημένα, όλα πεζά. Μεγάλα και άδεια.

Απομείναμε αναίσθητοι μπροστά στο ιερό, ζώντας ένα γυαλιστερό, αντιαισθητικό, άχαρο, ανέραστο, ανίερο, ξοδεμένο παρόν. Χωρίς μνήμη, χωρίς όνειρο, διαζευγμένοι από το είναι μας.

Τα καλύτερα παιδιά μας τα πουλήσαμε. Τα αφήσαμε να σπαταλούν τη ζωή τους σε λογιστικά βιβλία, σε γραφεία εταιρειών, σε άψυχους λογαριασμούς. Τα κάναμε σκλάβους με τίτλους διευθυντικού στελέχους. Τα ταΐσαμε χρήματα, τα σπουδάσαμε χρήματα, τα μάθαμε να σκέφτονται χρήματα, να υπηρετούν χρήματα, να ονειρεύονται χρήματα, να παντρεύονται χρήματα, να γεννάνε χρήματα, να είναι χρήματα. Μιλούν άπταιστα τα χειρότερα Αγγλικά (αυτά της δουλειάς) και άθλια τα καλύτερα Ελληνικά (τα Κυπριακά). Όταν τα χρήματα λείψουν, από πού θα κρατηθούν;

Αντικαταστήσαμε το γλέντι στην πλατεία του χωριού με το σκυλάδικο. Τον έρωτα με το στριπτιζάδικο. Τα αναγκαία για την επιβίωση, με ένα τζιπ γεμάτο άχρηστα ψώνια. Τον ελεύθερο χρόνο με την υπερωρία. Κάναμε το παιγνίδι των παιδιών υπερπαραγωγή, σε πάρτι γενεθλίων κατά παραγγελία. Ξεχάσαμε ποια είναι τα βασικά συστατικά της ύπαρξής μας, ως ατόμων και ως κοινωνίας, αντικαθιστώντας τα με ότι μάς γυάλισε στη βιτρίνα.

Γίναμε ότι μας έπεισε ο διαφημιστής, η τηλεόραση ή το περιοδικό να γίνουμε. Καταντήσαμε οπαδοί ομάδων, φανατικοί, με μαχαίρια και μίσος. Έφηβος, προτού σιχαθώ όλες τις ομάδες εξίσου, ήμουν με την Ομόνοια. Μια μέρα που έπαιζε με το ΑΠΟΕΛ, αρρώστησε ο τυμπανιστής των αντιπάλων. Ήρθαν στην άλλη κερκίδα και μου ζήτησαν να πάω στη δική τους, για να παίξω το τύμπανο. Πήγα ευχαρίστως.

Πέρασε ο καιρός, αλλάξαμε. Ξεχάσαμε. Χωριστήκαμε σε κόμματα και τα ψηφίσαμε τυφλά, διχαστήκαμε με τρόπο αταίριαστο στην ιστορία και την παράδοσή μας. Σε μια σταλιά τόπο, λέγαμε «οι άλλοι». Πήραμε τα χειρότερα χαρακτηριστικά της Ελλάδας και τα κάναμε αξιώματα.

Να πάει στο καλό τέτοιος εαυτός, να μην ξανάρθει. Καθόλου μην τον κλάψουμε, καθόλου μη μας λείψει. Στον αγύριστο!

Πέρασαν χρόνια. Το κορίτσι από τις Φιλιππίνες έκλαιγε κρυφά στο κρεβάτι του για το παιδί και τη μάνα που άφησε για να σερβίρει καφέ τον κύριο Πάμπο, που έγινε σερ, για να σιδερώνει τα ακριβά βρακιά της κυρίας Αντρούλλας, που έγινε μάνταμ. Η κοπέλα θα γυρίσει φτωχή στο Μπάγκιο Σίτι ή στη Μανίλα. Θα αγκαλιάσει τη μάνα της, θα φιλήσει το παιδί της. Εμείς, πού επιστρέφουμε;

Τι μένει όταν ο σερ και η μάνταμ, έκπληκτοι, χάνουν το αυτοκίνητο, την υπηρέτρια, το λούσο και το σπίτι τους; Τι κρατιέται αναλλοίωτο μέσα στον χρόνο, κάτω από την επιφάνεια που βουλιάζει; Πού ακριβώς βρίσκεται ανεξίτηλα χαραγμένος ο βαθύς Χαρακτήρας που μας επιτρέπει, όταν όλα αλλάζουν, να λέμε ακόμη «Εμείς»;

Μπορούμε σήμερα να αποφασίσουμε ξανά, ο καθένας για τον εαυτό του και όλοι μαζί, ποιοι είμαστε. Τι είναι σημαντικό και τι όχι. Τι αξίζει να προσπαθήσουμε μέχρι τέλους. Ποια λόγια αξίζει να πούμε προτού φύγουμε, πώς αξίζει να σταθούμε και απέναντι σε τι, προτού πεθάνουμε. Κι αυτό, μπορούμε να το κάνουμε, ακόμη και νηστικοί, άνεργοι και άστεγοι. Ήταν όμως αδύνατον να το κάνουμε χορτάτοι και υποταγμένοι, με έναν εαυτό-καταναλωτή, εξαρτημένο και ευχαριστημένο.

Μείναμε σε σκηνές, στο ύπαιθρο, για χρόνια. Χάσαμε για πάντα τα σπίτια, τα χωριά και τις ζωές μας. Περιμέναμε κάθε μέρα, για χρόνια, αγνοούμενους που δεν γύρισαν. Για δεκαετίες, ακούγαμε αεροπλάνο και στρέφαμε έντρομοι τα μάτια στον ουρανό. Χιαστί ταινίες στα παράθυρα, μη σπάσουν από τον βομβαρδισμό που μπορούσε ανά πάσα στιγμή να ξαναρχίσει.

Τα παιδιά που έβγαλαν το σχολείο διαβάζοντας με το κερί στα αντίσκηνα, χειμώνες στη σειρά, βρίζονταν στην Ελλάδα από τους Ελλαδίτες, γιατί τους έτρωγαν τις θέσεις στα πανεπιστήμια. Η Μεγάλη Μαμά τίποτα δεν κατάλαβε. Κι ακόμη δεν καταλαβαίνει. Γιατί, μπορεί η Κύπρος να είναι ελληνική, όμως, πόσο λίγο κυπριακή είναι η Ελλάδα! Πόσο λίγο ελληνική είναι η Ελλάδα!

Επιτρέψαμε στους μικρούς πολιτικούς ενός αδύναμου και απροστάτευτου τόπου, να συμπεριφέρονται σαν άρχοντες αυτοκρατορίας. Να υπηρετούν κόμματα και τσέπες, σαν να μην υπάρχει απειλή, κίνδυνος και γκρεμός, σαν να είναι αδύνατον από τη μια μέρα στην άλλη να γίνουμε μπουκιά στο στόμα κροκοδείλων. Είδαμε τα τρυφερά, αγνά χαμόγελα των παιδιών του Απελευθερωτικού Αγώνα να χρησιμοποιούνται από βάρβαρους, απαίδευτους «πατριώτες» με ξυρισμένα κεφάλια, φαλακρούς «απ’ έξω κι από μέσα». Ζήσαμε την αδικία, την απώλεια, την εγκατάλειψη. Τα ξέρουμε όλα, τα είδαμε όλα, τα ζήσαμε όλα. Τώρα θα φοβηθούμε;

Όταν κλαίγαμε το ’74, κλαίγαμε για τα σπίτια μας. Σήμερα θα κλάψουμε για τις επαύλεις μας; Τότε, κλαίγαμε για το χωριό μας. Θα κλάψουμε σήμερα για την τράπεζα; Τότε, για τους τάφους των γονιών μας. Σήμερα για τα χρέη μας; Τότε, για τις ζωές μας. Σήμερα για τις δουλειές μας; Δεν νομίζω…

Η κοινωνία μας, αυτή η διαλυμένη, πιέζοντας ασταμάτητα την όποια επίσημη πολιτική ηγεσία, αλλά και πέρα απ’ αυτήν, θα αναπτύξει μηχανισμούς στήριξης των ανέργων, θα φροντίσει τα παιδιά της. Όχι από ελεημοσύνη. Από αλληλεγγύη. Και με τη γνώση πως, αν ο διπλανός δεν ζει καλά, κανείς δεν ζει καλά. Γιατί, ότι ποτέ μας κράτησε σ’ αυτόν τον τόπο, ήταν ένας ιδιόμορφος, ποιητικός, παράλογα ωραίος κοινωνικός ιστός, που αυτοπροστατεύεται και που μας προστατεύει. Αυτός είναι που ανάγκασε τους βουλευτές να πουν, για μια έστω στιγμή, «Όχι».

Το «Όχι» της Κυπριακής Βουλής, είναι σημαντικότερο απ’ ότι κάποιοι χαιρέκακοι μπορούν να υποψιαστούν. Κι ας επιστρέψει η Βουλή εκλιπαρώντας τους Τροϊκανούς, κι ας πέσει στα γόνατα, κι ας τους γλύψει τα πόδια, μετά. Κι ας χάσουμε περισσότερα. Γιατί, για μια στιγμή έστω, έμοιασε η Δημοκρατία να έχει νόημα, ένα νόημα ξεχασμένο εδώ και δεκαετίες. Έμοιασαν, έστω και για μια στιγμή, οι εκπρόσωποι να εκπροσωπούν πράγματι.

Η στιγμή καταγράφεται και μένει, δημιουργώντας προηγούμενο, παρά την όποια κατάληξη. Και το γεγονός πως το προηγούμενο δημιουργήθηκε από μισή μερίδα τόπο, αγαπητοί λογικοί λογιστές, το κάνει ακόμη σημαντικότερο. Τίποτα «δικό σας» δεν θα μείνει ποτέ στην Ιστορία, να σηματοδοτεί, να καθορίζει, ή έστω να θυμίζει κάτι υπαρξιακά σημαντικό. Αφήστε μας να το χαρούμε. Δεν μας προσφέρονται συχνά τέτοιες χαρές.

Αυτό το «Όχι», φαίνεται να είχε και χειροπιαστά αποτελέσματα: Εκτός από τη δυνατότητα μη φορολόγησης των μικροκαταθετών, εκτός από το χρονικό περιθώριο που έδωσε για τη νομοθετική ρύθμιση του περιορισμού των συναλλαγών και τη δημιουργία Ταμείου Αλληλεγγύης, που μπορούν να παίξουν σημαντικά θετικό ρόλο στο μέλλον, έδωσε και τη δυνατότητα, έστω σπασμωδικά, έστω την τελευταία στιγμή, έστω με απογοητευτικό αποτέλεσμα, να μετρηθούν οι δυνάμεις και οι «φιλίες», τόσο της Κύπρου, όσο και της Ελλάδας.

Βοήθησε να καθαρίσει το τοπίο, να τελειώσουμε με ψευδαισθήσεις, να καταλάβουμε ξανά το πόσο μόνοι είμαστε, το πόση ευθύνη έχουμε. Θα ήμασταν αφελείς αν πιστεύαμε πως με ένα «Ναι» θα σώζαμε κάτι, ας πούμε τη Λαϊκή Τράπεζα ή την Κύπρου (αλήθεια, πόσο «δική μας» μπορεί να είναι μια τράπεζα;) και μαζί τις δουλειές, ή τους κόπους μιας ζωής που τους εμπιστευτήκαμε. Ξέρουμε καλά πως ότι έμεινε εκτεθειμένο (το γιατί είναι μια άλλη κουβέντα, που ελπίζω πως θα γίνει), ούτως ή άλλως, και με τα «Ναι» και με τα «Όχι», θα κατασπαραχθεί.

Δυστυχώς, δεν ήταν δυνατόν να υπάρχει “plan B”. Θα ήταν αδύνατον να έχει εκπονηθεί από ανθρώπους της γενιάς μου και της προηγούμενης, από ανθρώπους βουτηγμένους στην κατανάλωση, στο εφήμερο, στο συμφέρον, στο νεοπλουτισμό και στο τίποτε, μια πολιτική που να έχει βάθος και σοβαρότητα. Κι όμως, αυτοί οι άνθρωποι, χωρίς δικλίδες ασφαλείας, χωρίς λογική, είπαν ενστικτωδώς “Όχι”. Έστω και για μια στιγμή. Ένα “Όχι” καταστροφικό και λυτρωτικό μαζί, που εσείς, αγαπητοί Ελλαδίτες μνημονιακοί, πολιτικοί και δημοσιογράφοι, με πρόσχημα το καλό μας, δεν θα πείτε ποτέ. Θα προτιμήσετε να καταστραφούμε εξίσου, λέγοντας “Ναι”.

Οι Κύπριοι προσφυγοποιούμαστε ξανά στην ίδια μας την πατρίδα. Χάνουμε ξανά τη ζωή όπως τη χτίσαμε, όπως νομίζουμε πως τη διαλέξαμε, όπως νομίσαμε πως μας ανήκει. Και φοβόμαστε. Είναι ανθρώπινο. Όμως, τι πραγματικά φοβόμαστε; Ότι θα πεινάσουμε; Πεινάσαμε και παλιότερα. Ότι θα κρυώσουμε; Κρυώσαμε χρόνια. Ότι θα μείνουμε μόνοι; Πάντα μόνοι ήμασταν. Ότι θα πονέσουμε; Από πόνο άλλο τίποτε… Ότι θα μας κατακτήσουν; Πάντα κατακτημένοι υπήρξαμε.

Θα τα καταφέρουμε, το ξέρουμε καλά! Γιατί, τελικά, δεν φοβόμαστε τίποτε. Γιατί, τελικά, το μόνο που φοβόμαστε, είναι το υποχρεωτικό κοίταγμα στον καθρέφτη. Το μόνο που μας φοβίζει, είναι το μόνο που πραγματικά έχουμε: το αληθινό μας πρόσωπο. Ας το ξεθάψουμε, ας το θυμηθούμε, ας το κοιτάξουμε. Ενώ όλοι, φίλοι και εχθροί, μας αγριοκοιτάζουν, ενώ η μάσκα μας πέφτει νεκρή, αυτό θα μας χαμογελάσει.-

Αλκίνοος Ιωαννίδης

24 Μαρτίου 2013

Πηγή: alkinoos.gr

Μεταφρασμένο στα ιταλικά: atenecalling.blogspot.it

Όπου πατώ είναι δικός μου δρόμος. Tου Γιάννη Καλπούζου

09:30, 23 Μαρ 2013 | tvxsteam tvxs.gr/node/123429

«Μήπως…» αναρωτιέται ο κεντρικός ήρωας «λησμονώντας τούς προγόνους αποκόβεσαι απ’ τη ρίζα σου κι αντί για δεντρί είσαι κισσός, που ψάχνει αλλού στηρίγματα; […] πέρα όμως από τους λόγους που επιλέγω να ανατρέχω στο παρελθόν, στην Ουρανόπετρα με οδήγησε και μια άλλη ιστορία […] το πρώτο βήμα κατά τη γνώμη μου προς τον στοχασμό είναι να κατανοεί κανένας ότι είναι δικός του αυτός δρόμος που πατά, είτε αφήνεται να τον ορίζουν άλλοι, είτε τον ορίζουν γιατί δεν μπορεί ν’ αντιδράσει, είτε δεν επιτρέπει σε κανέναν να τον ορίζει» Ο ποιητής και συγγραφέας Γιάννης Καλπούζος, αφηγείται στην Κρυσταλία Πατούλη για το tvxs.gr, τη δημιουργική εμπειρία της συγγραφής –από την ιδέα μέχρι το τυπογραφείο– του νέου του μυθιστορήματoς.

Όταν ήμουν παιδί κι άκουγα τα τραγούδια στα πανηγύρια του χωριού μου με καταλάμβανε μια ανεξήγητη θλίψη και συνάμα ο νους μου γεννούσε εικόνες και ιστορίες.

Φανταζόμουν να χορεύουν μπροστά μου αντάμα οι άνθρωποι των ημερών μου και όσοι είχαν φύγει πια από τη ζωή και πόσα άλλα. Πολλά χρόνια αργότερα αυτή τη θλίψη την καταχώρησα σε έναν στίχο μου για τραγούδι:

Τι μου ‘χει φταίξει τι μου ‘χει λείψει/ και τα τραγούδια μου φέρνουν θλίψη, σε μουσική του Κώστα Φαλκώνη και ερμηνεία της Ελένης Πέτα.  Τότε ήταν που την ονόμασα Θείο πυρ και Θεία μανία, έμπνευση.

Αυτή η «θλίψη» με οδήγησε στη γραφή και η πορεία των ολίγων χρόνων που ασχολούμαι με την πεζογραφία στην Ουρανόπετρα, η οποία είναι το τρίτο κατά σειρά μυθιστόρημά μου που διαδραματίζεται σε παλαιότερες εποχές.

Πέρα όμως από τη συγγραφική πορεία και τους λόγους που επιλέγω να ανατρέχω στο παρελθόν, στην Ουρανόπετρα με οδήγησε και μια άλλη ιστορία: Από το 1977, όταν ήμουν δεκαεπτά ετών, άρχισα να αλληλογραφώ με ένα κορίτσι από τη Λάρνακα, που οκτώ χρόνια αργότερα έμελλε να γίνει η σύζυγός μου.

Δέθηκα έτσι με την Κύπρο, όπου διαδραματίζεται η μυθοπλασία της Ουρανόπετρας, και φρόντιζα να μαθαίνω για την ιστορία της τόσο μέσα από πλήθος βιβλίων και δημοσιευμάτων, όσο και μέσα από προφορικές διηγήσεις όσων γερόντων γνώριζα, με σημαντικότερο όλων τον μάστρε Βασίλη, τον παππού της γυναίκας μου.

Αρχικά με μόνο κίνητρο την αγάπη μου για την Κύπρο κι ύστερα, όταν πήρα την απόφαση να γράψω την Ουρανόπετρα, εστίασα την έρευνά μου στα σημεία που με ενδιέφεραν μελετώντας από περιηγητές, εφημερίδες της εποχής, ιστορικά, θρησκευτικά και ιστορικά βιβλία, όπως και βιβλία για την αρχιτεκτονική, το εμπόριο, τη γεωργία, τα προϊόντα, τις μεταφορές, το θέατρο, τον κινηματογράφο, καθώς και φωτογραφικά αρχεία και χιλιάδες άλλα κείμενα απ’ όπου μπορούσα να αντλήσω πληροφορίες για τη ζωή εκείνων των χρόνων, ενώ επισκέφτηκα δεκάδες μουσεία και τους περισσότερους τόπους όπου εξελίσσεται το μυθιστόρημα ή τα κτίρια που περιγράφω και σώζονται ακόμη.

Ανατρέχω σε αλλοτινούς καιρούς για να ιστορήσω άγνωστες εποχές και τη ζωή των καθημερινών ανθρώπων που απάνω τους πατούμε· να δώσω τη δυνατότητα μιας διαφορετικής αποτίμησης των ιστορικών περιπετειών και γεγονότων· να συνδέσω το σήμερα με το χθες και μαζί μ’ αυτό το ράμμα της συνέχειας της ελληνικής φυλής· να ψηλαφίσω ό,τι σηματοδοτεί τη διαχρονική ανθρώπινη πορεία· και να ιχνηλατήσω τι μπολιάζει ψυχές, χαρακτήρες, νοοτροπίες και συμπεριφορές και μεταλαμπαδεύεται από γενιά σε γενιά, υπερισχύοντας συνήθως κάθε άλλης διδαχής και εκπαίδευσης.

Και κάνω τούτη την αναδρομή, γιατί είναι πίστη μου ότι βοηθά να δούμε το σήμερα πιο καθαρά και να επανεξετάσουμε τις προτεραιότητες, τις επιδιώξεις και τους στόχους μας με κατεύθυνση την εσωτερική καλλιέργεια.

Βέβαια η αναδρομή από μόνη της δεν αρκεί, απαιτείται η εμβριθής ματιά του συγγραφέα, συνάμα και του αναγνώστη, ο οποίος βάζοντας τη δική του φαντασία, σκέψη και θυμικό διαβάζει ένα διαφορετικό βιβλίο (ο καθένας), μιας και η ουσία κάθε βιβλίου βρίσκεται στο περιεχόμενό του κι όχι κατ’ ανάγκη στον χρόνο που διαδραματίζεται ή στο είδος που το κατατάσσουν οι ανάγκες της αγοράς ή τα διάφορα λογοτεχνικά ρεύματα.

Κοντολογίς, μια κραυγή, μια φωνή, ένα παραμύθι από τα βάθη του χρόνου είναι η Ουρανόπετρα. Ζωές ανθρώπων του παρελθόντος που μιλούν για το σήμερα και το αύριο μέσα από τη μυθοπλασία η οποία εξελίσσεται στους καιρούς τους.

Το μυθιστόρημα απαρτίζουν δύο μέρη: «Το μικρό χρονικό» (54 σελίδες) και «Το μεγάλο χρονικό».

Το μικρό χρονικό, ξεκινά το 1569, επί ενετοκρατίας στην Κύπρο. Παρακολουθεί την περιπετειώδη πορεία του Γερόλεμου και συγχρόνως την τοπιογραφία και την ανθρωπογεωγραφία της εποχής.

Πώς εκατό φεουδάρχες καταδυνάστευαν τον λαό,  βασάνιζαν τους πάροικους, τους αντάλλασσαν και τους δάνειζαν σ’ άλλους φεουδάρχες, ενώ παλιότερα οι Φράγκοι τους αντάλλασσαν ακόμα και με σκυλιά. Συνάμα πώς αντιμετώπισαν την εισβολή των Οθωμανών το 1570 οι κατατρεγμένοι από τους Ενετούς ντόπιοι· πώς η κατατρεγμένη από τους καθολικούς ορθόδοξη εκκλησία· τις μεθόδους που χρησιμοποίησαν οι Ενετοί για να μην ταχθούν με το μέρος των Οθωμανών οι κάτοικοι του νησιού· και γενικότερα όσα συνέβηκαν μέχρι το 1572.

Η μυθοπλασία συνυφαίνεται με τα πραγματικά γεγονότα έτσι ώστε να υπηρετείται και να προάγεται το κείμενο και συγχρόνως ο αναγνώστης να αποκομίζει γνώσεις. Το θεωρώ κι αυτό κομμάτι της λογοτεχνίας.

Προς το τέλος του μικρού χρονικού ο Γερόλεμος φτιάχνει τέσσερα φυλαχτά και τα μοιράζει στους γιους του ως αλεξίκακα της ζήσης τους. Τι απέγιναν τα φυλαχτά και ποιο μυστικό θ’ αποκαλυφθεί αν ποτέ ενωθούν, θα το μάθουν οι αναγνώστες στις σελίδες της Ουρανόπετρας.

Αρχίζοντας το «Μεγάλο χρονικό» βρισκόμαστε στο 1892. Από το 1878 η Κύπρος έχει παραχωρηθεί από τους Οθωμανούς με συνθήκη στην Αγγλία, για να αποδειχτούν οι άγγλοι κατακτητές μάστιγα για τον λαό, ενώ συνδαύλιζαν τις αντιθέσεις μεταξύ Ελλήνων κατοίκων και Οθωμανών, εφαρμόζοντας το αιώνιο: διαίρει και βασίλευε.

Οι Άγγλοι αποβιβάστηκαν με στρατεύματα στον Λάρνακα τον Ιούλη του 1878, δίχως οι κάτοικοι του νησιού να γνωρίζουν απολύτως τίποτε για την συνθήκη παραχώρησης, η οποία προέβλεπε μεταξύ άλλων να καταβάλλονται 92.000 λίρες στον σουλτάνο ως φόρο υποτέλειας, τα μισά περίπου έσοδα από τη φορολογία.

Ωστόσο κάποιοι γνώριζαν, όπως ο τραπεζίτης της Κωνσταντινούπολης Γεώργιος Ζαρίφης, ο οποίος είχε στείλει από ένα μήνα πρωτύτερα ανθρώπους κι αγόραζε πάμφθηνα εκτάσεις και σπίτια για να τα μοσχοπουλήσει όταν θ’ ανέβαιναν οι τιμές.

Φαντάζονταν δε οι Κύπριοι τους Άγγλους ως απελευθερωτές και τους υποδέχονταν μ’ ενθουσιασμό.

Οι αγρότες της Κύπρου βίωναν απελπιστική φτώχεια, ωστόσο οι άγγλοι κατακτητές ουδόλως έδειχναν να νοιάζονται. Απεναντίας αβγάτιζαν τις φορολογικές καταπιέσεις.

Ωσάν ακρίδες έπεφταν πάνω στους γεωργούς οι φοροεισπράκτορες με δημεύσεις περιουσιακών στοιχείων, ξυλοδαρμούς και φυλακίσεις. Έπεφταν όπως οι πραγματικές ακρίδες, η άλλη φοβερή μάστιγα στο νησί, τις οποίες για να εξοντώσουν έστηναν πάνινα φράγματα κι έσκαβαν λάκκους στη βάση τους. Διακόσια τρισεκατομμύρια ακρίδες εξολόθρευσαν μόνο το 1883.

Ακολουθώντας ο αναγνώστης τα βήματα του κεντρικού ήρωα, του Αδάμου (που θα πει Αδάμ και παραπέμπει στο νέο ξεκίνημα), θα μπει σε σπίτια κτισμένα από πλιθάρι (τούβλα από χώμα και άχυρα ή φύκια), σε αρχοντικά, σε άθλιους καφενέδες, σε πορνεία και σε χάνια· θα γνωρίσει τους παντελώς αμόρφωτους χωροφύλακες και την αγριότητά τους· θ’ αντικρίσει τα ξυπόλυτα παιδιά κι εργάτες που δούλευαν απ’ την ανατολή μέχρι τη δύση του ήλιου τρώγοντας μόνο ένα κομμάτι ψωμί κι ένα κρεμμύδι·

θα συναναστραφεί με συμμορίες που έλεγχαν το λιμάνι του Λάρνακα· θα συμμετάσχει σε ξενύχτια και σε καβγάδες στα κακόφημα στέκια· θα παρευρίσκεται σε αστεία περιστατικά· θα μάθει για τους παλικαράδες της εποχής τους λεγόμενους και πεσβάντηδες·

όπως και για τις σχέσεις Ελλήνων, Οθωμανών και Εγγλέζων· για τις εκλογικές αναμετρήσεις και τον σιδηρόδρομο της Κύπρου· για τις χοροεσπερίδες, τα πιάνα και τις πιανόλες, τις λαμπαδηδρομίες, τις απόκριες, τα πανηγύρια και πολλά από τα αναχώματα τα οποία έστησε ο άνθρωπος προκειμένου να γλυκάνει την επανάληψη της σκληρής καθημερινότητας.

Κάπως έτσι κυλά το μυθιστόρημα. Εδώ οι τοκογλύφοι και οι φοροεισπράκτορες ν’ απομυζούν τους αγρότες· εκεί οι ποιητάρηδες να διαγωνίζονται απαγγέλλοντας τσιατιστά (δίστιχα περίπου όπως οι μαντινάδες)· αλλού οι πραγματικές ή οι φανταστικές ανεράδες (οι νεράιδες) να στοιχειώνουν τις ψυχές·

παρέκει να ξεκινά μια φιλία που θα κρατήσει στο χρόνο ή μια δυνατή αδελφική σχέση· και πιο πέρα να πραγματοποιούνται τα συχνά συλλαλητήρια για την κατάργηση του φόρου υποτέλειας στον σουλτάνο και για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.

Προδοσίες, μίση και πάθη, ήθη, έθιμα ενταγμένα στη μυθοπλασία, παζάρια, καμηλαριά, τα καραβάνια των αγωγιατών και οι άμαξες που ταξίδευαν μέσα σε κουρνιαχτό, οι πρώτες κινηματογραφικές προβολές, τα πρώτα αυτοκίνητα και το πρώτο λεωφορείο των πέντε θέσεων· οι πρώτες λάμπες λουξ και τα πρώτα ηλεκτρικά φώτα. η επίσκεψη του Τσόρτσιλ (υφυπουργός αποικιών της Αγγλίας τότε)·

τα σχολεία, οι μπιραρίες με τις γερμανίδες χορεύτριες και οι ολυμπιακοί αγώνες του 1896 για τους οποίους οι περισσότεροι κάτοικοι μάθαιναν μέσα σε κλίμα ενθουσιασμού από τις δημόσιες αναγνώσεις των εφημερίδων.

Και συνάμα, η μεγάλη αγάπη των Κυπρίων για τη μητέρα Ελλάδα, η οποία έκανε δημοφιλή τραγούδια όπως το «Λαγιαρνί» ή το «Γεροδήμος», μουσικά παράταιρα με την παράδοση του νησιού, αλλά και το ταξίδι που πραγματοποιούσαν εκτός από τα τραγούδια ή τους στίχους από και προς κάθε σημείο του ελληνισμού, τους μύθους και τις πάμπολλες λέξεις.

Το κυπριακό τραγούδι «τέσσερα και τέσσερα» διηγείται την ίδια ιστορία με την παραλογή «κολυμπητής» που συναντούμε στην Ήπειρο, ενώ και οι δύο ιστορίες παραπέμπουν σε αρχαιοελληνικούς μύθους όπως αυτός του Φοβίου.

Όσο για τις λέξεις, να αναφέρω μόνο ένα παράδειγμα, την ονομασία για το αγώνισμα που υπήρχε στην Κύπρο: το διτζίμιν, μια ιδιότυπη άρση βαρών, αφού συνήθως σήκωναν ένα σπόνδυλο αρχαιοελληνικής κολόνας. Κάτι ανάλογο όμως διηγείται και η παραλογή «το δοκίμιν της αγάπης» που απαντούμε με διάφορες μορφές σε πολλές περιοχές της Ελλάδας:

Μέσα στο περιβόλι μου/ στη μέση της αυλής μου/ μάρμαρο έχει ο αφέντης μου/ δοκίμιν της αγάπης/ κι όποιος βρεθεί και πιάσει το/ κι οπίσω του το ρίξει/ εκείνος είναι ο άντρας μου/ κι εγώ είμαι η ποθητή του…

Δοκιμή, κοντολογίς σημαίνει το διτζίμιν, κι όλα έχουν να κάνουν με το ράμμα της ελληνικής φυλής.

Στις σελίδες της Ουρανόπετρας καρτερούν τον αναγνώστη και δολοπλοκίες, κλεψιές, πλεκτάνες, αρχαιοκάπηλοι, ξένοι περιηγητές, μεγάλες περιπέτειες, κρυπτοχριστιανοί ή αλλιώς λινοβάμβακοι, καθώς και το φοβερό φαινόμενο των 8.000 μαυροπινακωμένων. Όσοι, δηλαδή, θέτονταν σε δυσμένεια (αδίκως το συνηθέστερο) από τα αγγλικά δικαστήρια ως ύποπτοι παραβατικών πράξεων, γεγονός που συνεπαγόταν τον κοινωνικό αποκλεισμό των ιδίων και των οικογενειών τους.

Ακόμα, υπάρχουν απαντήσεις σε ερωτήματα, όπως: Εποίκησαν οι Οθωμανοί την Κύπρο και πόσοι; Η πλειονότητα των σημερινών Τουρκοκυπρίων ποιών είναι απόγονοι;

Σημαντική θέση καταλαμβάνει κι ο λεγόμενος ατυχής πόλεμος του 1897, μέσα από τους Κύπριους εθελοντές που συμμετείχαν σε όλους τους εθνικούς αγώνες από το 1821. Έτσι θα βρεθεί στο προσκήννιο ο Βόλος, η Λάρισα, ο θεσσαλικός κάμπος, τα Φάρσαλα, το Βελεστίνο, αλλά και ο Πειραιςά και η Αθήνα της εποχής όπου κυριαρχούσε το πολεμικό κλίμα και οι συγκεντρώσεις που οργάνωνε η Εθνική Εταιρία, καθώς και οι συγκρούσεις με την αστυνομία και ο ξυλοδαρμός των διαδηλωτών.

Η Αθήνα εμφανίζεται ξανά το 1912-13 την περίοδο των βαλκανικών πολέμων και μαζί όλες οι θεαματικές αλλαγές που συντελέστηκαν μέσα σε λίγα χρόνια από το 1897. Τότε που μετά την καταστροφή και τον εθνικό διασυρμό, ήρθε η αναγέννηση. Το αναφέρω, επειδή το βιβλίο πέρα από τη μυθοπλασία μιλά και για το σήμερα αντιπαραβάλλοντας πότε γεγονότα και πότε συμπεριφορές, καταστάσεις  και νοοτροπίες.

Την ίδια εποχή το μυθιστόρημα βρίσκεται στην Άρτα, στη Φιλιππιάδα, παρακολουθεί τον πόλεμο στο Μπιζάνι και περιδιαβαίνει στα Γιάννενα.

Πολύ συχνά, ο αναγνώστης θα αναρωτιέταί για το νόμιμο άδικο και το παράνομο δίκιο, φαινόμενο σχεδόν από τη γέννηση της ανθρώπινης ιστορίας.

Συνάμα, μέσα από όσα βιώνουν οι ήρωές του βιβλίου, αποκαλύπτεται η θέση της γυναίκας της εποχής, ενώ δεσπόζοντα ρόλο κατέχει ο έρωτας, ο οποίος διαρρέει το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου. Αλλά ο έρωτας, που ορμά ωσάν στρατός σε ανοχύρωτη πολιτεία και κυριεύει τις ψυχές, βάζει σε μεγάλες δοκιμασίες τους μυθοπλαστικούς χαρακτήρες.

Πέρα απ’ όλα αυτά η Ουρανόπετρα ασχολείται και με μια σειρά από διαχρονικά θέματα, όπως η αξιοπρέπεια, η αλαζονεία σε σχέση με το πεπερασμένο της ζωής, ή το δέσιμο με τους προγόνους μας:

«Μήπως…» αναρωτιέται ο κεντρικός ήρωας «λησμονώντας τούς προγόνους αποκόβεσαι απ’ τη ρίζα σου κι αντί για δεντρί είσαι κισσός, που ψάχνει αλλού στηρίγματα;»

Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που υπάρχουν, είναι και ο πατριωτισμός, ο οποίος δεν υπονομεύει τις φιλειρηνικές ιδέες, απεναντίας πασχίζει για την ειρήνη, και βέβαια σε καμιά περίπτωση δεν ταυτίζεται με τις φυλετικές διακρίσεις. Μιλά για τον πατριωτισμό κι όχι για την πατριδοκαπηλία που βρίσκει πρόσφορο έδαφος σε άστατους καιρούς. Μιλά για τη φιλοπατρία που πασχίζει για τη συνολική ευημερία των κατοίκων μια χώρας κι όχι για τον δογματικό εθνικισμό που έχει να κάνει κυρίως με τη στείρα ξενοφοβία και τη φυλετική ομοιογένεια.

Αντάμα με τον πατριωτισμό, ως απαραίτητος συνοδοιπόρος, βαδίζει και ο στοχασμός, ο οποίος είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την εσωτερική καλλιέργεια. Για να καταφέρουμε έτσι να κάνουμε ένα βήμα παρέκει, όπως έγραφα στο μυθιστόρημά μου Άγιοι και δαίμονες.

Αναφορικά με τον στοχασμό, διαρρέει το μυθιστόρημα η ρήση του κεντρικού ήρωα: «Όπου πατώ είναι δικός μου δρόμος», παραπέμποντας και στην πορεία προς την αυτογνωσία. Και το πρώτο βήμα κατά τη γνώμη μου προς τον στοχασμό είναι να κατανοεί κανένας ότι είναι δικός του αυτός δρόμος που πατά, είτε αφήνεται να τον ορίζουν άλλοι, είτε τον ορίζουν γιατί δεν μπορεί ν’ αντιδράσει, είτε δεν επιτρέπει σε κανέναν να τον ορίζει. 

Η γλώσσα του βιβλίου, μεταφέρει την ψυχή του λαού μας και την κοινωνική ιστορία που γράφουν οι καθημερινοί άνθρωποι. Αποπνέει το άρωμα της γλώσσας του 1900, ενώ στους διαλόγους κάτι από το στίγμα της κυπριακής διαλέκτου. Στόχος της γλώσσας, και δική μου υπόσχεση, ότι, μαζί με τη μυθοπλασία, θα παρασύρει τον αναγνώστη στον μαγικό κόσμο του λόγου και της φαντασίας.

Όσο για την Ουρανόπετρα είναι το φυλαχτό του Γερόλεμου! Ουρανόπετρα και μια γυναίκα ή πιο πολλές μέσα στο βιβλίο! Ουρανόπετρα κι η ίδια η Κύπρος, που έπεσε στη Μεσόγειο!


Ουρανόπετρα η δωδέκατη γενιά
του Γιάννη Καλπούζου, από τις εκδόσεις Μεταίχμιο

Σφοδρά «πυρά» από Alpha Bank κατά της απόφασης του Eurogroup

Σφοδρά “πυρά” κατά της απόφασης του Eurogroup της 15ης Μαρτίου εξαπολύει η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank.

Το πλήρες κείμενο της έκθεσης της Alpha Bank έχει ως εξής:

«Η απόφαση του Eurogroup της 15ης Μαρτίου 2013 για την υπαγωγή της Κύπρου στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), που παρέχει χρηματοδοτική ενίσχυση ύψους €10,0 δις από το EMS και από το ΔΝΤ και προβλέπει συμπληρωματική χρηματοδότηση μέσω μιας έκτακτης εισφοράς ύψους € 5,8 δισ. επί των καταθέσεων στις Κυπριακές τράπεζες, είναι αντίθετη με κάθε έννοια οικονομικής και πολιτικής λογικής.

Είναι επίσης, δραματικά άδικη για την Κύπρο, η οποία αντιμετωπίζει προβλήματα λόγω των παρενεργειών της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης, αλλά κυρίως λόγω των ζημιών από το ελληνικό PSI Plus που το ίδιο το Eurogroup επέβαλε κατά κύριο λόγο στις ελληνικές και τις κυπριακές τράπεζες και της κατακρήμνισης της ελληνικής οικονομίας, στην οποία οι κυπριακές τράπεζες είχαν επεκταθεί, στην μεγαλύτερη ύφεση όλων των εποχών.

Η απόφαση είναι αντίθετη με την οικονομική λογική διότι υπονομεύει την αγορά τραπεζικών καταθέσεων και την αξιοπιστία των Κυβερνήσεων στη Ζώνη του Ευρώ και είναι βέβαιο ότι στην καλύτερη περίπτωση θα οδηγήσει σε μεγάλη αύξηση του κόστους του χρήματος στο σύνολο των χωρών της ΖτΕ, ακόμη και στη Γερμανία. Στη χειρότερη περίπτωση θα αποτελέσει τον καταλύτη που θα καταστήσει δύσκολη την αντιμετώπιση μιας νέας χρηματοοικονομικής κρίσης, όπου αυτή και αν συμβεί. Οι διάφοροι εξορκισμοί ότι αυτό που έγινε στην Κύπρο δεν θα ξαναγίνει ποτέ (μα ποτέ!!) σε άλλη χώρα της Ευρώπης κρίνονται από την ανύπαρκτη πια αξιοπιστία αυτών που τους διατυπώνουν. Σημειώνεται ότι η υπονόμευση της αγοράς τραπεζικών καταθέσεων ακολουθεί την επίσης εκ βάθρων υπονόμευση της αγοράς κρατικών ομολόγων στη Ζώνη του Ευρώ με την επιβολή του ελληνικού PSI plus, το οποίο σήμερα οι ίδιοι που το επέβαλαν προσπαθούν να το εξορκίσουν επιβεβαιώνοντας ότι συνέβη μόνο μια φορά και ότι δεν θα το ξανακάνουν ποτέ (όπως και δεν το κάνουν στην περίπτωση της Κύπρου, διατηρώντας ακέραια την αξιοπιστία τους!!!).

Η απόφαση είναι αντίθετη, επίσης, με κάθε έννοια πολιτικής λογικής. Είναι εμφανές από τις δηλώσεις των ηγετών της Γερμανίας και του ΔΝΤ ότι βασική επιδίωξή τους είναι να πλήξουν καίρια την Κύπρο ως σημαντικό χρηματοοικονομικό και επιχειρηματικό κέντρο και τους καταθέτες που επέλεξαν να τοποθετήσουν τις αποταμιεύσεις τους σε μια μικρή χώρα του νότου και όχι στους δικούς τους τραπεζικούς κολοσσούς. Το δήλωσε αυτό σαφώς ο γερμανός υπουργός οικονομικών: «Όποιος επενδύει σε χώρες όπου πληρώνει λιγότερους φόρους αναλαμβάνει και τους κινδύνους», τόνισε. Ο κίνδυνος εδώ επήλθε με την υποχρέωση της Κύπρου από το Eurogroup και από το ΔΝΤ να επιβάλει φόρο 15,5% στις καταθέσεις άνω των €100 χιλ.

Κεφαλαιοποιώντας δε αυτές τις απειλές ο αρθογράφος του Reuters το λέει καθαρά: «Η Κύπρος πρέπει να αποδεχθεί ένα μέλλον χωρίς τους Ρώσους». Δηλαδή, θέλετε δάνειο; Διώξτε τους Ρώσους (αφού πρώτα τους κατασχέσετε το 15,5% των καταθέσεών τους). Η πολιτική αυτή είναι προφανώς πεπλανημένη διότι οδηγεί αναπόφευκτα στην υπέρμετρη αύξηση (και όχι στην επιδιωκόμενη μείωση) της πολιτικής και οικονομικής επιρροής των Ρώσων στην Κύπρο.

Τέλος, η απόφαση του Eurogroup, που απαιτεί η Κυβέρνηση της Κύπρου να επιβάλλει φόρο κατοχής επί των καταθέσεων στους πελάτες των τραπεζών της χώρας, υπό την απειλή της άτακτης χρεοκοπίας που θα έφερνε η μη παροχή της βοήθειας των € 10 δις και της διακοπής της χρηματοδότησης των τραπεζών της Κύπρου από την ΕΚΤ είναι δραματικά άδικη για την Κύπρο, καθώς συνεπάγεται ουσιαστικά την πλήρη οικονομική καταστροφή της μικρής αυτής χώρας. Οι προτάσεις που διατυπώνονται ευθέως για άμεση και βίαιη μείωση της συμβολής του χρηματοοικονομικού τομέα της Κύπρου στο ΑΕΠ στα επίπεδα του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι σαφώς καταστροφικές για την Κύπρο, διότι ο χρηματοοικονομικός τομέας της Κύπρου συνδέεται άμεσα με τον τομέα παροχής επιχειρηματικών υπηρεσιών και μαζί αποτελούν ένα σημαντικό μέρος της οικονομίας της Κύπρου. Τέτοιου είδους προτάσεις ουδέποτε διατυπώθηκαν για το «άκρως ανταγωνιστικό» και «μη υπερτροφικό» τραπεζικό σύστημα άλλων Ευρωπαϊκών χωρών, που έχει περιπέσει σε τέλμα, μετά τις μαζικές επενδύσεις σε τοξικά ομόλογα και τις τεράστιες ζημιές που κατέγραψε το 2008-2009. Ένα σύστημα που δεν χρηματοδοτεί πλέον την πραγματική οικονομία στην Ευρωζώνη (ρυθμός πιστωτικής επέκτασης: -0,9%), παρά την τεράστια ρευστότητα που διοχετεύει σε αυτό η ΕΚΤ.

Η Κύπρος έχει αναδειχθεί με την αξία της σε σημαντικό χρηματοοικονομικό κέντρο στη ΝΑ Μεσόγειο εκμεταλλευόμενη την στρατηγική της θέση και τις επιχειρηματικές δραστηριότητες των κατοίκων της. Ως τέτοιο κέντρο έγινε αποδεκτή και η ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση αρχικά και στη Ζώνη του Ευρώ σχετικά πρόσφατα. Η ένταξη πραγματοποιήθηκε μετά από εξονυχιστικό έλεγχο του τρόπου λειτουργίας του χρηματοοικονομικού συστήματος της Κύπρου και μετά από υποχρέωση της Κύπρου να προχωρήσει σε πλήρη προσαρμογή αυτού του συστήματος στο θεσμικό, νομικό και κανονιστικό πλαίσιο της Ζώνης του Ευρώ. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οι τράπεζές της είχαν προσελκύσει ένα σημαντικό όγκο καταθέσεων, ύψους € 70 δις περίπου, όχι μόνο από τους εγχώριους κατοίκους της Κύπρου, αλλά και από πολλές άλλες χώρες, όπως η Ρωσία, η Ουκρανία, η Ελλάδα, κ.ά. Το έκαναν αυτό σε άμεσο ανταγωνισμό με τις άλλες τράπεζες της Ζώνης του Ευρώ, λειτουργώντας στο ίδιο νόμισμα και στο ίδιο θεσμικό και κανονιστικό πλαίσιο με αυτές. Η προσέλκυση των καταθέσεων αυτών συνοδευόταν με προσφορά στην Κύπρο μιας μεγάλης σειράς σημαντικών επιχειρηματικών, συμβουλευτικών και άλλων υπηρεσιών από τις οποίες η Κύπρος είχε σημαντικά έσοδα (ύψους 12% του ΑΕΠ), τα οποία υπερβαίνουν ακόμη και τα έσοδα από τον εξωτερικό της τουρισμό. Οι ξένες καταθέσεις συγκεντρώθηκαν με τήρηση των οδηγιών και κανονισμών της ΕΕ και της ΖτΕ και κάτω από την εποπτεία από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, η οποία λειτουργεί ως πλήρες μέλος του Ευρω-συστήματος. Τέλος, οι καταθέσεις έως € 100.000 ήταν εγγυημένες από το Σύστημα Εγγύησης Καταθέσεων της Κύπρου, σε εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας που επιβλήθηκε μετά την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση από την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η καίρια υπονόμευση του συστήματος εγγύησης καταθέσεων, με την εισαγωγή φόρων κατοχής επί των καταθέσεων των εγχώριων και ξένων καταθετών – κατόπιν εντολής του Eurogroup, θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε ανάσχεση της βασικής λειτουργίας της οικονομίας της Κύπρου πολύ πιο εκτεταμένη από την κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας για την υλοποίηση του PSI Plus.

Όσον αφορά στον ισχυρισμό ότι στο τραπεζικό σύστημα στην Κύπρου σημειώνονται ευρέως παράνομες δραστηριότητες (π.χ., ξέπλυμα μαύρου χρήματος), το ίδιο μπορεί να λεχθεί (αναπόδεικτα, ασφαλώς) και για οποιαδήποτε άλλη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε κάθε περίπτωση, οι όποιες παράνομες δραστηριότητες, όπου και αν λαμβάνουν χώρα, θα πρέπει να ελέγχονται συστηματικά και όταν αποδεικνύονται να επιβάλλεται η διακοπή τους με τις αυστηρότερες δυνατές ποινές. Ακόμη και με κατάσχεση των συγκεκριμένων παράνομων καταθέσεων στο σύνολό τους. Άλλωστε, ο έλεγχος των καταθέσεων ξένων κατοίκων στην Κύπρο είναι σχετικά εύκολος (με την Κύπρο να αποτελεί πλήρες μέλος της Ζώνης του Ευρώ) διότι κατά κανόνα πρόκειται για μεγάλες καταθέσεις. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, η αντιμετώπιση τυχόν παράνομων δραστηριοτήτων, που ενδέχεται να συμβαίνουν στον τραπεζικό τομέα της Κύπρου και άλλων χωρών, δεν έχει καμιά σχέση με επιβολή έκτατης εισφοράς στο σύνολο των καταθέσεων μόνο στην Κύπρο, η οποία μόνο καταστροφικές επιπτώσεις μπορεί να έχει.

Από τη Γερμανία και από το ΔΝΤ υποστηρίχθηκε ότι το σύνολο των καταθέσεων που είχαν συγκεντρώσει οι κυπριακές τράπεζες το 2012 ήταν πολύ υψηλό σε σχέση με το ΑΕΠ της χώρας (400% του ΑΕΠ στο τέλος του 2012), και ότι θα έπρεπε να μειωθούν. Ωστόσο, η μέθοδος ταχείας συρρίκνωσης του τραπεζικού τομέα της Κύπρου που επιλέχθηκε από το Eurogroup και από το ΔΝΤ υπερέβη κάθε όριο αποδεκτής συμπεριφοράς μεταξύ εταίρων από οτιδήποτε άλλο έχει επιχειρηθεί έως σήμερα. Κατά την συνεδρίαση του Eurogroup της 15ης Μαρτίου 2013 οι ηγέτες της Ευρώπης και του ΔΝΤ «εξήγησαν» στην ηγεσία της Κύπρου ότι θα έπρεπε να επιβάλλει μια έκτακτη εισφορά στις καταθέσεις άνω των € 100 χιλ. ύψους € 5,8 δις και να χρησιμοποιήσει αυτό το ποσό για την ανα-κεφαλαιοποίηση των τραπεζών.

Εκτιμάται ότι αυτό το ποσό ισοδυναμούσε με αναγκαστική κατάσχεση του 15,5% των καταθέσεων με ονομαστική αξία άνω των € 100 χιλ. Μια τέτοια ενέργεια θα είχε ως συνέπεια την δραματική ταχεία εκροή μεγάλων καταθέσεων από τις κυπριακές τράπεζες και τον τερματισμό ενός σημαντικού μέρους της δραστηριότητας παροχής επιχειρηματικών και χρηματοοικονομικών υπηρεσιών από την Κύπρο, όπως προαναφέρθηκε. Έτσι, ο πρώτος στόχος (αυτός της δραστικής συρρίκνωσης του τραπεζικού τομέα στην Κύπρο) θα είχε επιτευχθεί. Δεδομένου δε ότι οι καταθέτες δεν είχαν καμιά δυνατότητα να αντιδράσουν (π.χ., με έγκαιρη απόσυρση των καταθέσεών τους από τις Κυπριακές τράπεζες) και ο δεύτερος στόχος, αυτός της κατάσχεσης καταθέσεων ύψους € 5,8 δις θα έχει επίσης επιτευχθεί. Πρόκειται, προφανώς, για εισηγήσεις απίστευτης ελαφρότητας και παντελούς αδιαφορίας, ή προσποιητής άγνοιας, για τις αναπόφευκτες επιπτώσεις στην οικονομία της Κύπρου και στη δυνατότητά της για έξοδο από την κρίση μετά την διάπραξη τέτοιων ενεργειών.

Υποστηρίχθηκε, τέλος, ότι η Κύπρος θα πρέπει να κατασχέσει τα € 5,8 δις από τις καταθέσεις, για να αποφύγει να εγγράψει το ποσό αυτό στο δημόσιο χρέος της, καθιστώντας έτσι το τελευταίο βιώσιμο. Εδώ έχουμε και πάλι άρωμα Ελλάδος, ως εάν η Τρόικα, που ώθησε την Ελλάδα σε μεγάλη και συνεχή ύφεση, να μην έμαθε τίποτα από τις ασκήσεις βιωσιμότητας του χρέους που χρησιμοποιήθηκαν ως Δούρειος Ίππος για να δοθεί ένα μάθημα σωφροσύνης στους ευρωπαίους τραπεζίτες, που όμως είχε παράπλευρες απώλειες μιας και οδήγησε σε σημαντικές απώλειες κεφαλαίων στις ελληνικές τράπεζες, και δυστυχώς και τις κυπριακές που είχαν έκθεση σε ελληνικό επενδυτικό κίνδυνο. Είναι απορίας άξιον πως δεν γίνεται αντιληπτό ότι τυχόν επιβολή του φόρου στις καταθέσεις μπορεί να δημιουργήσει ένα χρηματοδοτικό άνοιγμα υπέρμετρου μεγέθους το οποίο μόνο με δανεισμό και με αύξηση του εξωτερικού χρέους της χώρας, ή με δραστική περικοπή των εγχώριων πιστώσεων, θα μπορούσε ποτέ να καλυφθεί. Επίσης, ο συνεπαγόμενος δραστικός περιορισμός της πιστωτικής επέκτασης στην εγχώρια οικονομία και η κατακόρυφη πτώση των καθαρών εισπράξεων της χώρας από το εξωτερικό από επιχειρηματικές και χρηματοοικονομικές δραστηριότητες, θα οδηγούσαν σε πολύ μεγαλύτερη και πολύχρονη πτώση του ΑΕΠ (πολύ μεγαλύτερη από αυτή που συνέβη στην Ελλάδα με τη χρήση ανάλογων πρακτικών) που θα καθιστούσαν με βεβαιότητα το δημόσιο χρέος της Κύπρου μη βιώσιμο. Αντίθετα, η εξασφάλιση των € 5,8 δις με δανεισμό μπορεί μεν να οδηγούσε το δημόσιο χρέος της χώρας στο 160% του ΑΕΠ το 2013, αλλά με διατήρηση της ακεραιότητας του χρηματοοικονομικού συστήματος της χώρας, η ανάκαμψη του ΑΕΠ θα μπορούσε να είναι άμεση (από το 2014). Με την συμβολή δε και των δυνατοτήτων που προσφέρει η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων της χώρας, το χρέος θα μπορούσε με βεβαιότητα να μειωθεί σε επίπεδα κάτω του 100% του ΑΕΠ το 2020.

Αντίθετα με ό,τι επιδιώκεται με την επιβολή του μέτρου που αφορά στις τραπεζικές καταθέσεις που επέλεξε το Eurogroup, η επερχόμενη αποδόμηση του χρηματοοικονομικού συστήματος οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στη μη βιωσιμότητα του χρέους της Κύπρου, και αποτελεί μια ακόμη απόδειξη της εφαρμογής του ρητού ότι ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις.

Βεβαίως, λύσεις εκτός Ευρωζώνης δεν αποτελούν λύσεις για την Κύπρο. Ήδη η οικονομία της Κύπρου αιμορραγεί με τις τράπεζες κλειστές για πολλές ημέρες. Εκείνοι δε που προκάλεσαν αυτή την απίστευτη διαταραχή στην οικονομία της Κύπρου, και που καθυστέρησαν στη λήψη των αναγκαίων αποφάσεων, προειδοποιούν τώρα εκ του ασφαλούς για τις εξαιρετικά αρνητικές συνέπειες μιας άτακτης χρεοκοπίας. Εκείνο που θα έπρεπε να είναι αδιαπραγμάτευτο είναι η εξασφάλιση της ακεραιότητας και της αποτελεσματικής λειτουργίας του χρηματοοικονομικού συστήματος της χώρας. Αν υπήρχαν δυνατότητες βελτίωσης της λειτουργίας αυτού του συστήματος στα πλαίσια της εφαρμογής του αυστηρού θεσμικού και κανονιστικού πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αυτές θα έπρεπε να εφαρμοστούν στο ακέραιο. Για παράδειγμα, η πολιτική επιτοκίων καταθέσεων των Κυπριακών Τραπεζών θα μπορούσε να βελτιωθεί και αυτή η πρακτική θα μπορούσε να καταστεί αξιόπιστος μηχανισμός αποφυγής της μη βιώσιμης αύξησής τους.

Μάλιστα, η μείωση των επιτοκίων που απολαμβάνει ο καταθέτης θα μπορούσε να επιβληθεί (ή θα μπορούσε να είχε επιβληθεί και στο παρελθόν) στις τράπεζες με αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των τόκων αυτών των καταθέσεων. Οι πολιτικές αυτές, που εφαρμόζονται ήδη σε χώρες της ΝΑ Ασίας αποθαρρύνουν την υπέρμετρη αύξηση των ξένων καταθέσεων, χωρίς να υπονομεύουν τους βασικούς θεσμούς λειτουργίας του χρηματοοικονομικού συστήματος. Όσον αφορά στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, αυτή θα μπορούσε να γίνει με προσφυγή σε επενδυτικά κεφάλαια από την Κύπρο και από το εξωτερικό και με τη συμβολή του Ταμείου Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας. Οι όποιες διεργασίες θα έπρεπε να υλοποιηθούν εντός του Ευρώ και σε συνεργασία με το Eurogroup και με το ΔΝΤ.

Ωστόσο, το Eurogroup και το ΔΝΤ φαίνεται να θεωρούν αδιαπραγμάτευτη την επιβολή έκτακτης εισφοράς στις μεγάλες καταθέσεις. Δεν φαίνεται να είναι διατεθειμένοι να αποδεχθούν ότι η πρότασή τους για κατάσχεση καταθέσεων και για βέβαιη ανάσχεση της λειτουργίας του Κυπριακού χρηματοοικονομικού συστήματος ήταν ατυχής και επικίνδυνη για την Κύπρο, για την Ευρώπη και την παγκόσμια οικονομία. Σε μια τέτοια περίπτωση θεωρούμε ότι η Κύπρος δεν έχει άλλη διέξοδο παρά να αποδεχθεί το πακέτο διάσωσης, υπό την προϋπόθεση ότι θα διασφαλισθεί ότι ο μηχανισμός έκτακτης ρευστότητας (ELA) της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσει, για όσο χρόνο είναι απαραίτητο, μια ενδεχόμενη φυγή καταθέσεων μόλις ξανανοίξουν οι τράπεζες στην Κύπρο ώστε να μην υπάρξει χαοτική ανάκληση δανείων και κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος. Αυτό μάλλον διασφαλίζεται εφόσον ό,τι τελικώς αποφασισθεί θα έχει και την έγκριση της Ευρωζώνης. Έτσι, όσες καταθέσεις φύγουν θα αντικατασταθούν με χρηματοδότηση ELA και το τραπεζικό σύστημα θα διαπραγματευθεί με το Ευρωσύστημα τη σταδιακή μείωση τα επόμενα χρόνια της εξάρτησής του από τον ELA μέσω σταδιακής απομόχλευσης χορηγήσεων, όπως γίνεται και στην Ελλάδα. Ήδη, η ΕΚΤ απειλεί να σταματήσει τη χρηματοδότηση των κυπριακών τραπεζών μετά την Δευτέρα, 25η Μαρτίου, εφόσον δεν υιοθετηθεί το πρόγραμμα διάσωσης.

Ήδη, υπό την πίεση των γεγονότων, και της μη έλευσης του «ξανθού γένους», η Κύπρος προσπαθεί να διαμορφώσει μια αντιπρόταση στην απόφαση του Eurogroup με βασικούς πυλώνες: α) Την εξυγίανση της τραπέζης CPB (πρώην Λαϊκής), με τον διαχωρισμό της σε «καλή» και «κακή» τράπεζα, όπου στην «κακή» τράπεζα μεταφέρονται όλα τα επισφαλή δάνεια και οι καταθέσεις άνω των €100.000, όπου οι καταθέτες θα αποζημιωθούν απ’ ότι προκύψει από την εκκαθάριση των δανείων. Το ανωτέρω μέτρο μειώνει τις ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης κατά € 2 δισ. β) Την σύσταση ενός Επενδυτικού Ταμείου Αλληλεγγύης, σε μια προσπάθεια να εξευρεθεί το υπόλοιπο ποσό για την κάλυψη των € 5,8 δισ. με τη μεταφορά στο ταμείο αυτό των πλεονασμάτων των ασφαλιστικών ταμείων, της περιουσίας της Εκκλησίας της Κύπρου, των αποθεμάτων σε χρυσό κ.ο.κ. στη βάση ανταποδοτικών ενεχύρων που θα στηρίζονται στα έσοδα από την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων από το 2019 και μετά, και, γ) την εισαγωγή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων ώστε να μετριασθεί η εκροή καταθέσεων που αναμένεται μόλις ξανανοίξουν οι τράπεζες, σε συνδυασμό με τη λειτουργία του μηχανισμού έκτακτης χρηματοδότησης (ELA) από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου στο πλαίσιο λειτουργίας του Ευρωσυστήματος.

Για την Ελλάδα, το κύριο συμπέρασμα που προκύπτει από τα ανωτέρω είναι η απόλυτη ανάγκη που έχει η χώρα μας για την ταχύτερη δυνατή έξοδο από την εφαρμογή πολιτικών που είναι εξαιρετικά οδυνηρές για την πορεία της οικονομίας της και για την ευημερία των πολιτών της. Χάρις στην πιστή εφαρμογή των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής και μεταρρυθμίσεων, η Ελλάδα είναι σήμερα σε πολύ καλύτερη ανταγωνιστική θέση για να επιτύχει την ανάκαμψη της οικονομίας της και την απεξάρτηση από τους δανειστές της πολύ ταχύτερα από άλλες χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου – με τη συνέχιση της εφαρμογής των πολιτικών επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων στη γενική κυβέρνηση και επίσης πλεονασμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της χώρας. Αντίθετα, όψιμες φωνές που με αναπτερωμένο ηθικό από τα γεγονότα της Κύπρου προτείνουν αλλαγή πολιτικής για κατάργηση των προγραμμάτων προσαρμογής και για επιστροφή στο αλήστου μνήμης παρελθόν, στην ουσία δεν προτείνουν τίποτα άλλο από την έξοδο από το Ευρώ, που συνεπάγεται υπερπληθωρισμό και κατάρρευση της οικονομίας.

Όσον αφορά στο κούρεμα των καταθέσεων ως μέτρου κάλυψης χρηματοδοτικών αναγκών σε προγράμματα αντιμετώπισης εκτάκτων αναγκών, ελπίζουμε να μην φτάσουμε στο σημείο η αποταμίευση των πολιτών να γίνεται από εδώ και εμπρός σε ντενεκέδες με λάδι. Η απόφαση του Eurogroup της 15ης Μαρτίου 2013 ανοίγει νέους δρόμους στην αποταμιευτική συμπεριφορά. Μας γυρίζει πίσω στα χρόνια του πολέμου όπου, λόγω του υπερπληθωρισμού, η αποταμίευση για επιβίωση γινόταν σε λάδι, στάρι και σταφίδες. Για πολλά χρόνια μετά τον πόλεμο, η αποταμίευση στην Ελλάδα έπαιρνε την μορφή τοποθετήσεων σε ακίνητα, χρυσές λίρες και καταθέσεις στο εξωτερικό. Μόλις η Ελλάδα εισήλθε στην Ευρωζώνη, πιστέψαμε όλοι ότι οι αποταμιεύσεις μας μπορούν πλέον να γίνονται και στο εθνικό νόμισμα, το Ευρώ. Όλα αυτά, όμως, ανατρέπονται τώρα. Από αλλού, βεβαίως, το περιμέναμε και από αλλού μας ήλθε. Μετά απ’ ότι έγινε στην Κύπρο, οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα που ασπάζονται την επιβολή φόρου όχι μόνο στην ακίνητη, αλλά και στην κινητή, περιουσία, θα πρέπει τώρα μοιραία να επανεξετάσουν τη θέση τους».

Πηγή:www.capital.gr

Φοίβος Οικονομίδης: Δεν υπάρχουν άνθρωποι για να επανδρώσεις αυτή τη χώρα

07:15, 21 Μαρ 2013 | Κρυσταλία Πατούλη tvxs.gr/node/123118

«Σήμερα, έχουμε φτάσει στο εξής σημείο: Δεν υπάρχουν άνθρωποι για να επανδρώσεις αυτή τη χώρα, που από τη μια να έχουν όλα αυτά τα στοιχεία των ικανοτήτων για τις ευθύνες που μπορούν να αναλάβουν, και από την άλλη να έχουν εκείνες τις ηθικές αξίες, ώστε να πραγματοποιήσουν έργο υπέρ της κοινωνίας.» O διδάκτορας Ιστορίας του Πανεπιστημίου της Σορβόνης (Paris-1), ιστορικός ερευνητής και δημοσιογράφος Φοίβος Οικονομίδης, με αφορμή και το βιβλίο του «Η επανάσταση στην Ελλάδα», μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη με βάση το ερώτημα «Ποιες αιτίες μας έφεραν ως εδώ, και κυρίως τι πρέπει να κάνουμε;» που δημοσιεύεται στο tvxs.gr από το 2010.

Σε ότι αφορά στα γεγονότα όλης της δεκαετίας του ’40, και μετά τον εμφύλιο, πιστεύω ότι δεν ήταν μόνο θέμα εσωτερικό -όπως και τώρα- αλλά έπαιξε ρόλο και ο διεθνής παράγοντας σε συνδυασμό με τις εσωτερικές αδυναμίες ή ανεπάρκειες. Ήταν, δηλαδή, ένας συνδυασμός πραγμάτων που έπαιξαν κεντρικό ρόλο στην κακοδαιμονία εκείνης της εποχής.

Μην ξεχνάμε, ότι στη διάρκεια της Κατοχής, ένα κόμμα που ουσιαστικά ήταν διαλυμένο, το ΚΚΕ, κατόρθωσε και μπήκε επικεφαλής του αντιστασιακού αγώνα.

Όμως, δεν μπήκε τυχαία επικεφαλής, διότι πολλές άλλες δυνάμεις δεν ήθελαν να αντισταθούν, προφανώς, γιατί αντιλαμβάνονταν ότι το νέο καθεστώς που επέβαλε η τριπλή ξενική κατοχή(Γερμανοί, Ιταλοί και Βούλγαροι) και η ιδεολογική τους θέση(κυρίως ο αντικομουνιστικός αγώνας που ήταν η κύρια θέση του Χίτλερ και του Μουσολίνι) δεν ήταν αντίθετη στην δική τους ιδεολογία.

Άλλωστε και το δικτατορικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου που είχε επιβληθεί νωρίτερα, το 1936, στην Ελλάδα, είχε την ίδια αντικομουνιστική κατεύθυνση.

Όταν μιλάμε, λοιπόν, για ελληνική Εθνική Αντίσταση, όπως έχει πει και ο εκπρόσωπος της Βρετανικής αποστολής εκείνης της περιόδου στη χώρα μας, μιλάμε κυρίως για την Αριστερά, ή την Κεντροαριστερά στην καλύτερη περίπτωση. Γιατί αυτό; Υπάρχουν πολλοί λόγοι, αλλά εκείνο που έχει σημασία, στην προκειμένη περίπτωση, είναι ότι υπήρχε ένα φιλογερμανικό ρεύμα στην Ελλάδα. Ας το πούμε, ευθέως πια.

Γι’ αυτό δεν είναι και περίεργο το ότι μετά το τέλος του πολέμου, επανήλθαν στο προσκήνιο της πολιτικής και οικονομικής ζωής της Ελλάδας πολλοί από τους συνεργάτες των Γερμανών. Αυτό και μόνο, όμως, αυτή η δικαίωση της ατιμωρησίας, ήταν ένα ηθικό πλήγμα για τη χώρα. Και το κύριο ζήτημα τότε, φάνηκε να είναι η τυφλή οικονομική «ανάπτυξη», με κάθε μέσον.

Το ίδιο βλέπουμε να συμβαίνει και σήμερα. Όταν δηλαδή πιστεύεις στον νεοφιλελευθερισμό, είναι μια ιδεολογία, που λέει ότι οι επενδύσεις θα γίνουν κυρίως από τους ιδιώτες. Οπότε αυτούς τους ιδιώτες πρέπει να τους προσέχεις ιδιαίτερα, να είναι τα αγαπημένα σου παιδιά, ώστε να γίνουν αυτές οι επενδύσεις, και άρα δεν τους κυνηγάς, ή δεν τους φορολογείς, και γενικά τους προσέχεις, ανεξάρτητα εάν το χρήμα που κατέχουν είναι χρήμα έντιμο ή… μαύρο.

Και αυτό έγινε ο κανόνας στη χώρα μας, όπως και στην Ευρώπη, που όπως είδαμε, δεν οδηγεί πουθενά.

Γιατί, όσο και να φορολογήσεις τον συνταξιούχο και τον μισθωτό, δεν μπορεί να λυθεί το ελληνικό πρόβλημα. Πρέπει και οι πλούσιοι και όλοι αυτοί που κατέχουν το μαύρο χρήμα να ελεγχθούν και να δώσουν αυτό που τους αναλογεί. Όταν δεν το δίνουν, η χώρα είναι μισή και δεν μπορεί να προοδεύσει.

Είδαμε, λοιπόν, ότι μια χώρα όπου πραγματικά είχε ένα από τα μεγαλύτερα αντιστασιακά κινήματα στην Ευρώπη, υποχρεώνεται μεταπολεμικά και βαθμιαία, να δεχτεί ότι οι συνεργάτες του εχθρού θα μείνουν ατιμώρητοι, κι όχι μόνο θα μείνουν ατιμώρητοι, αλλά θα κυριαρχήσουν επί των πραγμάτων, αυτό και μόνο τα λέει όλα.

Είναι ένα στοιχείο, δηλαδή, των αιτιών που μας έφεραν στο σημείο που είμαστε σήμερα, χωρίς βέβαια να είναι το μοναδικό. Αυτό όμως, είναι ένα θέμα τεράστιο. Αν σκεφτούμε, δηλαδή, ότι γνωστοί συνεργάτες των Ναζί, ήρθαν μετά στα πράγματα(από οικονομική και πολιτική άποψη) ατιμώρητοι.

Αναφέρω και στο συγκεκριμένο βιβλίο, ένα μεγάλο αριθμό δοσίλογων -οικονομικών δοσίλογων όπως τους έλεγαν οι Αμερικανοί- οι οποίοι ήταν στις φυλακές Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη, και έλεγαν ότι «ναι, συνεργαστήκαμε με τους Γερμανούς, αλλά τώρα θα… αναπτύξουμε την οικονομία με τις επιχειρήσεις μας και αυτό είναι θετικό για την Ελλάδα». Και οι Αμερικανοί το είδαν ως θετικό γεγονός, αφού τους ενδιέφερε η οικονομική ανοικοδόμηση.

Υπάρχουν πολλοί απ’ αυτούς, που τους γνωρίζουμε, και άλλους που δεν γνωρίζουμε. Εν πάση περιπτώσει αυτό είναι ένα τεράστιο σημάδι, ότι τα πράγματα δεν πήγανε καλά αμέσως μετά τον πόλεμο, γιατί έμεινε ανοιχτό ένα πελώριο ηθικό ζήτημα της ατιμωρησίας των ενόχων, που βλέπουμε ότι συνεχίζεται και σήμερα.

Αλλά δεν έπαιξε ρόλο, μόνο αυτό. Πιστεύω ότι έπαιξε ρόλο και μια γενική ανωριμότητα των πολιτικών δυνάμεων στην Ελλάδα.

Γι’ αυτό άλλωστε, χρησιμοποιήθηκε και τότε η Ελλάδα ως πειραματόζωο, διότι το έχω πει ότι η Ελλάδα μετά τον πόλεμο χρησιμοποιήθηκε μ’ αυτόν τον τρόπο.
Και η Αμερική και η Ρωσία, για παράδειγμα, χρησιμοποίησαν τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο για να περάσουν τις δικές του θέσεις και την προπαγάνδα τους.

Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας, για το ότι δεν καταφέραμε να φτιάξουμε ένα κράτος, είναι ότι υπάρχει ακόμα μια ανωριμότητα μέσα στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα.

Μετά από τόσες ιστορικές εμπειρίες, όπως ήταν ο εμφύλιος πόλεμος, η Μικρασιατική καταστροφή, η δικτατορία της 21ης Απριλίου, η τραγωδία της Κύπρου, κάποιος θα περίμενε ότι θα ήμασταν και σοφότεροι σαν λαός.  Όμως δυστυχώς δεν βλέπουμε να συμβαίνει.

Υπάρχει μια τάση των εξουσιών στην Ελλάδα, να συντρίβουν και να απομακρύνουν τους ικανούς ανθρώπους για να μείνουν αυτοί που η εξουσία μπορεί να τους διαχειριστεί εύκολα: Τους αυλόδουλους, τους φιλοεξουσιαστές, κλπ. Αυτό είναι νομίζω ένας απ’ τους παράγοντες της σημερινής μας δραματικής κατάστασης.

Δυστυχώς, δεν χρησιμοποιείται το καλύτερο υλικό που έχει αυτή η χώρα. Τους ικανούς και έντιμους ανθρώπους τους βάζουν στη γωνία, τους διώχνουνε, τους υποχρεώνουν να φύγουν ή να ζουν στην αφάνεια.

Είναι κι αυτός ο συντεχνιασμός, και αυτή η κοινωνία των μετριοτήτων, που συμπεριλαμβάνεται σ’ αυτούς τους αρνητικούς παράγοντες. Βέβαια, όταν μιλάμε για κοινωνία της μετριότητας, εννοούμε και από ηθικής πλευράς, κι όχι μόνο πνευματικής. Μια κοινωνία που δεν έχει ηθικές αξίες.

Σήμερα, έχουμε φτάσει στο εξής σημείο: Δεν υπάρχουν άνθρωποι για να επανδρώσεις αυτή τη χώρα, που από τη μια να έχουν όλα αυτά τα στοιχεία των ικανοτήτων για τις ευθύνες που μπορούν να αναλάβουν, και από την άλλη να έχουν εκείνες τις ηθικές αξίες, ώστε να πραγματοποιήσουν έργο υπέρ της κοινωνίας.

Σε όλα τα επαγγέλματα, σήμερα, δεν έχουμε τον απαιτούμενο αριθμό κάποιων ανάλογων ανθρώπων για να χτίσουμε μια κοινωνία.

Μία από τις σημαντικότερες αιτίες, επίσης, και ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που έχει η σημερινή Ελλάδα, είναι οι πελατειακές σχέσεις, που φθείρουν τους ανθρώπους. Γιατί όταν διοριστείς, εκ των πραγμάτων δεν μπορείς να εκφέρεις μια ελεύθερη γνώμη, διότι είσαι υποχρεωμένος στον άνθρωπο που σε διόρισε.

Επίσης, όταν πας να παίξεις το ίδιο παιχνίδι που έπαιζε ο άλλος(γιατί αυτό συνέβη και με το Πασοκ  σε σχέση με το πελατειακό σύνδρομο), στο τέλος γίνεσαι ίδιος. Κι επομένως, είτε έχεις μια σοσιαλιστική ετικέτα είτε μία δεξιά, δεν διαφέρεις. Έτσι έγιναν οι περισσότεροι πολίτες, παρατρεχάμενοι της κάθε εξουσίας, και προσαρμόστηκαν, χάθηκαν, και αλλοτριώθηκαν μέσα σ’ αυτή την πραγματικότητα.

Δεν θέλω να μειώσω κανέναν, αλλά αυτή είναι η αλήθεια. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που διορίστηκαν, και είναι πάρα πολλοί, και έπαιρναν και παίρνουν μισθούς που σε καμία άλλη περίπτωση δεν θα μπορούσαν να έχουν, δεν σκέφτηκαν, δεν είχαν το φιλότιμο να σκεφτούν, ότι όλα αυτά τα λεφτά που παίρνουν από τον διορισμό τους, τα πληρώνει ο ελληνικός λαός με τη φορολόγηση του, ώστε τουλάχιστον να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους με τέτοιον τρόπο ώστε να φανούν αντάξιοι.

Και μέσα σε αυτή την κατάσταση του βολέματος, ανεξαρτήτως των ιδεών που έχουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι, όλες οι ιδέες τους μένουν κενές περιεχομένου, και στο τέλος γίνονται ανθρωπάκια, βίδες μιας μηχανής, που παίρνουν μόνο λεφτά, χωρίς όνειρα, και ότι άλλο…

Μέσα, λοιπόν, σε αυτή την ιστορία του κρατισμού, χιλιάδες όνειρα και άνθρωποι, χάνονται.

Και για μένα, η πιο ταπεινωτική γνώμη είναι ότι υπάρχουν πολιτικά κόμματα, που λένε πως ότι και να κάνετε, εδώ πάλι θα ξαναγυρίσετε. Μα, τι είναι τα κόμματα; Στρούγκα για τα πρόβατα; Αυτό, είναι και το πιο προσβλητικό για τους Έλληνες.

Από την άλλη πλευρά, το πιο ενθαρρυντικό ότι τα πράγματα δεν είναι τελείως μαύρα, είναι για μένα η Ιερισσός, που ακούω τους απλούς ανθρώπους, οι οποίοι ανήκουν σε διάφορες παρατάξεις ιδεολογικά, και μιλάνε τόσο ωραία, λέγοντας ότι για μας, δεν είναι πρώτο το χρήμα, είναι και η οικολογία, είναι τα παιδιά μας να ζουν μέσα στη φύση.

Έχουν αξίες ακόμα οι άνθρωποι εκεί, πιστεύουν στο καλύτερο. Και είναι και η αρχαιοελληνική μας παράδοση, όπως για παράδειγμα ο Μίδας, που ότι έπιανε γινόταν χρυσός, και τέλος κατάλαβε(όταν έχασε την κόρη του μ’ αυτόν τον τρόπο), ότι δεν είναι το παν το χρήμα, αλλά αντίθετα υπάρχουν πολλές άλλες αξίες.
Η Ελλάδα, είναι μια χώρα με μεγάλη ιστορία, πανέμορφη, και πρέπει να την διαχωρίσουμε από τους ανθρώπους που την κυβερνούνε και από εκείνους που την κατοικούνε.

Γιατί σε ότι αφορά στο δεύτερο ερώτημα «Τι πρέπει να κάνουμε;», νομίζω, ότι αν ο κόσμος κινητοποιηθεί, στα γενικότερα αλλά και στα επιμέρους ζητήματα, πιστεύω ότι κάτι μπορεί να βγει.

Όλες αυτές τις κινητοποιήσεις, στην Ιερισσό, στην Αθήνα, και όπου αλλού, τις βλέπω πολύ θετικά και τις θεωρώ σωστές. Γιατί, πώς αλλιώς μπορείς να αντιδράσεις σε κάτι που θεωρείς άδικο ή ανήθικο;

Νομίζω, λοιπόν, ότι πρέπει να υπάρχει μια κοινωνικοποίηση των ανθρώπων, συμμετοχή σε ότι γίνεται, και να στοχεύσουμε σε κάποια πράγματα, που από κοινού θα τα παλέψουμε.

Και θέλω να είμαι ειλικρινής. Βλέπω και σωστά πράγματα από την αντιπολίτευση, αλλά βλέπω πολλές φορές επίσης μια ανωριμότητα. Αν και υπάρχει έντονη κριτική, μιλάνε γενικά και αόριστα σα να θέλουν να κερδίσουν κόσμο, δικαίων και αδίκων.

Δεν μπορείς να μιλάς, για παράδειγμα, γενικά και αόριστα για τους εργαζόμενους στο δημόσιο. Πρέπει να πεις, ότι θα υπερασπιστούμε τα δικαιώματά τους, αλλά όσοι δεν χρειάζονται ή όσοι είναι διορισμένοι από κόμματα και περιφέρονται με τα λεφτά του ελληνικού λαού, θα πρέπει να τους βάλουμε στη γωνία. Αυτό, για παράδειγμα, δεν λέγεται ευθέως.

Σιωπούνε με την ελπίδα ότι μπορούν να τους κερδίσουνε ως ψηφοφόρους. Γιατί οι ψηφοφόροι τρέχουνε παντού. Στις πιο ακραίες καταστάσεις μπορείτε να τους δείτε. Διότι οι συντεχνίες έχουν μάθει χρόνια τώρα να ζουν εις βάρος της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Λένε: «κύριοι, εμένα, θα με πληρώνετε, εδώ θα μείνω για πάντα! Και βρίσκω τον τρόπο, να σας εκβιάζω. Ψηφίζω τον έναν, τον άλλον, όποιον θέλω. Ποιος σας πονάει περισσότερο; Τώρα, ψηφίζω αυτόν!»

Επομένως, τι να τους κάνεις αυτούς; Δεν πρόκειται να χτίσεις κάτι καινούργιο μ’ αυτόν τον κόσμο…

Και εν πάση περιπτώσει, το θέμα είναι, ότι και τότε που βγήκαμε από τη δικτατορία της 21ης Απριλίου, ελπίζαμε τουλάχιστον να λυθεί το πρόβλημα του να μη βασανίζονται και να μη δέρνονται άνθρωποι. Κι όμως ακόμα κι αυτό δεν έχει λυθεί. Επανέρχεται συνεχώς. Ούτε αυτό δεν μπορέσαμε να λύσουμε.

Ύστερα στην Παιδεία, στην Υγεία, υπάρχουν τεράστια χάσματα. Δεν γίνονται όλα αυτά, μόνο με συντεχνίες. Δεν μπορεί να υπάρξει μέλλον σε μια κοινωνία π.χ. χωρίς δασκάλους!

Τώρα έχουν χαθεί και οι δάσκαλοι… Αυτά όλα πρέπει να τεθούν. Ότι θα φτιάξουμε μια κοινωνία με ανθρώπους όχι μόνο καταρτισμένους αλλά και έντιμους.
Υπάρχουν, λοιπόν, πολλά θέματα που θα μπορούσε να τα θέσει και η αντιπολίτευση.

Από εκεί και πέρα, όλοι, πρέπει να κάνουμε ότι περνά απ’ το χέρι μας, με συνεχή κριτική στάση, απέναντι σε ότι δεν θέλουμε και δεν μας αρέσει, αλλά και να έχουμε νέες προτάσεις και να τις διεκδικούμε.

Ίσως, για παράδειγμα, το ότι θα πρέπει οι βουλευτές να είναι άνθρωποι εργαζόμενοι, ή ότι  θα πρέπει και ορισμένοι να βγαίνουν με κλήρωση(όπως ήταν στην αρχαιότητα). Δηλαδή, όλοι θα πρέπει είναι υπεύθυνοι και όχι αδιάφοροι.

Μπορεί να υπάρχουν νέες μορφές δημοκρατίας. Εγώ, αυτό πιστεύω: Σε νέες μορφές δημοκρατίας. Γιατί χωρίς δημοκρατία, δεν μπορεί να γίνει και τίποτα. Με αυταρχικά καθεστώτα και δικτατορίες δεν βγήκε ποτέ τίποτα. Άλλωστε η πεμπτουσία του ελληνισμού αυτό είναι: Η ελευθερία και η δημοκρατία. Επομένως, μιλάω για μια εγρήγορση, με συγκεκριμένη θέση απέναντι στα προβλήματα, με συμμετοχή, και κυρίως αυτό: Άμεση δημοκρατία.-

Η επανάσταση στην Ελλάδα

Το ΚΚΕ και οι ξένοι φίλοι: Εμφύλιος 1945-1949

Ο Φοίβος Οικονομίδης γεννήθηκε στην Αθήνα. Είναι διδάκτορας Ιστορίας του Πανεπιστημίου της Σορβόνης (Paris-1). Διπλωματούχος του Πολιτικού-Οικονομικού Τμήματος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Αθήνας. Δημοσιογράφος-ερευνητής.

Έχει γράψει τα βιβλία: «Οι Προστάτες – Η Αληθινή Ιστορία της Αντίστασης» (1984, 1985, 1986, 1991, 2008), «Η Ελλάδα Ανάμεσα σε Δύο Κόσμους» (1990), «Ο Πόλεμος, η Διείσδυση και η Προπαγάνδα στις Ελληνο-αμερικανικές Σχέσεις» (1992, 2001), «Το Σύνδρομο του Οδυσσέα» (2000), «Ο Δεκέμβρης του ’44 και η Διεθνής Σημασία του» (2005), «Ποτέ δεν θα Αυτοκτονήσω» (1987), «Σπύρος ο Θεός» (1994).

Ταξισυνειδησία και μεταναστευτικός ριζοσπαστισμός, του Κωστή Καρπόζηλου

07:49, 21 Μαρ 2013 | tvxsteam tvxs.gr/node/123220
AFISSA-small-gr

Πρόκειται για μια άγνωστη πτυχή της ελληνοαμερικανικής ζωής η οποία εστιάζει στις πολιτικές και κοινωνικές διεργασίες και στη συμμετοχή των Ελλήνων μεταναστών στις οργανώσεις της αμερικανικής αριστεράς, και γενικότερα στο αμερικανικό εργατικό κίνημα.»  Ο μεταδιδακτορικός ερευνητής – ιστορικός του Columbia Univercity Κωστής Καρπόζηλος, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη για το tvxs.gr, σχετικά με την υλοποίηση αλλά και το θέμα του ντοκυματέρ «Ταξισυνειδηστία: H άγνωστη ιστορία του ελληνοαμερικανικού ριζοσπαστισμού» που προβάλεται για πρώτη φορά στις 21/3 στη Θεσσαλονίκη.

Κ.Κ.: Eίναι η άγνωστη ιστορία του ελληνοαμερικανικού ριζοσπαστισμού, ένα ιστορικό ντοκιμαντερ το οποίο αφηγείται την πορεία του μεταναστευτικού ριζοσπαστισμού στις Ηνωμένες Πολιτείες από την εποχή της μαζικής μετανάστευσης, στις αρχές του 20ου αιώνα εώς και το 1950, εποχή των Μακαρθικών διώξεων και της ενσωμάτωσης των μεταναστών στο ανασυγκροτημένο αμερικανικό όνειρο.

Το συγκεκριμένο ντοκυμαντέρ είναι  αποτέλεσμα μιας ομαδικής δουλειάς, μια φιλόδοξη παραγωγή που στηρίζεται σε πλούσιο οπτικοακουστικό υλικό από την ιστορία της αμερικανικής Αριστεράς και του εργατικού κινήματος, ενώ σημαντικό μέρος της έρευνας σχετίζεται με την ενασχόλησή μου με τα ζητήματα αυτά στο πλαίσιο της διδακτορικής μου διατριβής στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης.

Σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ είναι ο Κώστας Βάκκας, ένας άνθρωπος της Αριστεράς με παρουσία σε πολιτικοποιημένες κινηματογραφικές καταγραφές ιστορικών γεγονότων. Η Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία «Αποστόλης Μπερδεμπές» εξασφάλισε τη χρηματοδότηση του όλου εγχειρήματος –η εταιρεία ιδρύθηκε από φίλους και φίλες του αγωνιστή του αντιδικτατορικού κινήματος στις ΗΠΑ, Αποστόλη Μπερδεμπέ, ο οποίος πέθανε πρώιμα το 1979.

Κρ.Π.: Πώς προέκυψε η επιλογή σας γι’ αυτήν την συγκεκριμένη διατριβή;

Κ.Κ.: Η έρευνα αυτή ξεκίνησε το 2004, όταν έπεσε στα χέρια μου -σχετικά τυχαία- η εφημερίδα «Εμπρός», η οποία εκδίδονταν ως το ελληνόγλωσσο όργανο του Κομμουνιστικού κόμματος των ΗΠΑ. Μου γεννήθηκε η απορία, τι είδους παράδοση ήταν αυτή, ποιά ήταν η παρουσία των Ελλήνων κομμουνιστών στις ΗΠΑ.

Το 2006, η έρευνα αυτή που είχα ήδη ξεκινήσει, συστηματοποιήθηκε, και αποτέλεσε το αντικείμενο της διδακτορικής μου διατριβής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας.

Αυτή την περίοδο δουλεύω πάνω σε αυτό το θέμα με στόχο την έκδοση ενός βιβλίου, το οποίο θα αναδεικνύει την παρουσία των ριζοσπαστικών ιδεών στις τάξεις των μεταναστών και ταυτόχρονα θα σχολιάζει τους συνολικότερους μετασχηματισμούς της μεταναστευτικής παρουσίας στις ΗΠΑ, και τον ρόλο αυτών των μετασχηματισμών στη διαμόρφωση του εργατικού κινήματος, των κοινωνικών και πολιτικών αναζητήσεων της αμερικανικής κοινωνίας.

Κρ.Π.: Τα ευρήματα αυτής της έρευνας ποια ήταν;

Κ.Κ.: H ελληνική μετανάστευση ήταν κομμάτι της ευρύτερης πληθυσμιακής μετακίνησης  από την νοτιοανατολική Ευρώπη.

Στις αρχές του 20ου αιώνα, παρατηρούμε πως οι μετανάστες μεταφέρουν στις ΗΠΑ τις πολιτικές και κοινωνικές ιδέες που έχουν αναπτύξει στην Ευρώπη, και στο πλαίσιο αυτό εμφανίζονται ελληνικοί σοσιαλιστικοί κύκλοι.  Στην πορεία, η εμπλοκή τους στα ερωτήματα και στα διλήμματα της αμερικανικής ζωής οδηγεί σε μία όσμωση με τις ιδέες της κοινωνικής χειραφέτησης στις ΗΠΑ.

Άρα και η ελληνοαμερικανική αριστερά είναι προϊόν της συνάντησης του μεταναστευτικού ριζοσπαστισμού και της δυναμικής των επαναστατικών ιδεών στις Ηνωμένες Πολιτείες.


Κρ.Π.: Θέλετε να πείτε περισσότερα για τον όρο «μεταναστευτικός ριζοσπαστισμός»; 

Κ.Κ.: Πρόκειται για μία μακρά παράδοση πολιτικής και κοινωνικής ριζοσπαστικοποίησης στις τάξεις των μεταναστευτικών κοινοτήτων στις Ηνωμένες Πολιτείες– σκεφτείτε τους πρωταγωνιστές στο Σικάγο του 1886 που ήταν γερμανικής καταγωγής.

Η διακριτή εργατική μεταναστευτική κουλτούρα –με εκδόσεις, εφημερίδες, λέσχες και οργανώσεις- εμφάνισε ιδιαίτερη δυναμική στη δεκαετία της Μεγάλης Ύφεσης και στα χρόνια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, πριν εξαφανιστεί υπό το βάρος των πολιτικών διώξεων και της κοινωνικής ενσωμάτωσης.

Κρ.Π.: Ποιό είναι το διάγραμμα της ιστορίας του ελληνοαμερικανικού ριζοσπαστισμού;

Κ.Κ.: Στις αρχές του 20ου αιώνα, παρατηρούμε τη δράση μικρών σοσιαλιστικών οργανώσεων που σχετίζονται με τη σοσιαλιστική κίνηση στην Ελλάδα- τις εφημερίδες του Γιαννιού, του Δρακούλη κλπ.

Στα χρόνια γύρω από την Οκτωβριανή Επανάσταση, εκεί στο γύρισμα της δεκαετίας του ’20, καταγράφεται η εμφάνιση ελληνόγλωσσων εφημερίδων οι οποίες συνδέονται πλέον όχι με τη σοσιαλιστική κίνηση στην Ελλάδα, αλλά με τις οργανώσεις της αμερικανικής Αριστεράς.

Η πρώτη εφημερίδα, η «Οργάνωσις» εκδόθηκε  στο Σινσινάτι το 1916 – 1917, ως όργανο του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος των Η.Π.Α.  Την επόμενη χρονιά εκδίδεται στη Νέα Υόρκη η «Φωνή του εργάτου», που συνδέεται με το Σοσιαλιστικό Κόμμα και στη συνέχεια μετονομάστηκε σε «Εμπρός», ως όργανο πλέον του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Το ντοκυμαντέρ, παρακολουθεί λοιπόν τη διαδρομή της ελληνοαμερικανικής Αριστεράς από τις απαρχές του 20ου αιώνα έως τα χρόνια των Μακαρθικών διώξεων.


Κρ.Π.: Χρονικά, μετά και τη λήξη του εμφυλίου στην Ελλάδα;

Κ.Κ.: Ναι, και ακριβώς εκείνη τη δεκαετία του ’50, παρατηρούμε πως οι ταυτόχρονες εξελίξεις στις ΗΠΑ, και στην Ελλάδα, καθορίζουν και την πολιτική και κοινωνική συμπεριφορά των μεταναστών:

Πως ο ελληνικός εμφύλιος, οι αντικομμουνιστικές διώξεις στις ΗΠΑ αλλά και η κοινωνική ενσωμάτωση των μεταναστών μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, δημιουργούν μία νέα αφήγηση, μία νέα κοινωνική πραγματικότητα, αυτή που εμείς γνωρίζουμε σε γενικές γραμμές, του κοινωνικού και πολιτικού συντηρητισμού των μεταναστών στις ΗΠΑ.

Το στερεότυπο του επιτυχημένου Έλληνα μετανάστη, ο οποίος απέχει με κάθε τρόπο από οποιαδήποτε πολιτική – κοινωνική δραστηριότητα, που θα μπορούσε να τον φέρει σε σύγκρουση με τις αμερικανικές Αρχές.

Κρ.Π.: Δηλαδή με την έναρξη του ψυχρού πολέμου και με το γενικευμένο κυνηγητό των Κομμουνιστών;

Οι μεταπολεμικές πολιτικές διώξεις αφορούν το ευρύτερο προοδευτικό και ριζοσπαστικό κίνημα που αναπτύχθηκε στις ΗΠΑ από τη δεκαετία του ’30.

Η ταξισυνειδησία εστιάζει, προκειμένου να καταλάβουμε την ένταση των μεταπολεμικών διώξεων,  στους κλυδωνισμούς που προκαλεί η Μεγάλη Ύφεση στις ελληνοαμερικανικές κοινότητες, τη δεκαετία του ’30, τον τρόπο που αναδύονται νέες μορφές οργάνωσης και διεκδίκησης, και εντέλει συναποτελούν το ριζοσπαστικό κίνημα που γνωρίζουμε από τον κινηματογράφο, τον πολισμό, και από τις εργατικές διαδηλώσεις και διεκδικήσεις.

Κρ.Π.: Σε σχέση με τους πολιτικούς πρόσφυγες που διώκονται από τη στιγμή ειδικά που ξεκινά ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, και κάπου εκεί, νωρίτερα, ο Ψυχρός Πόλεμος;

Κ.Κ.: Στην αρχή της δεκαετίας του ’40, στις ΗΠΑ, αναπτύχθηκε ένα πλατύ κίνημα υποστήριξης του ΕΑΜ, μέσα από επιτροπές στις οποίες συμμετείχαν συνδικαλιστές, διανοούμενοι, πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις.

Αυτή η πλατιά αντιφασιστική ενότητα, η οποία έχει αποκτήσει βηματισμό ήδη από την δεκαετία του ’30, δοκιμάζεται, καταργείται, υποχωρεί, υπό την δίνη των ταυτόχρονων εξελίξεων στις ΗΠΑ και στην Ελλάδα.

Στο ντοκυματέρ υπάρχουν αφηγήσεις ανθρώπων, οι οποίοι οδηγήθηκαν στην Επιτροπή Διερεύνησης Αντιαμερικανικών Υποθέσεων, και ορισμένοι από αυτούς απελάθηκαν, μη μπορώντας να έρθουν στην Ελλάδα, λόγω των πολιτικών συνθηκών, και πήγαν αναγκαστικά στην Πολωνία, όπου τους δόθηκε πολιτικό άσυλο να ζήσουν το υπόλοιπο της ζωής τους.

Αυτές οι ιστορίες των απελαθέντων της Μακαρθικής περιόδου, φανερώνουν και το μέγεθος της καταστολής: το να είσαι «ξένος» και ταυτόχρονα να πρεσβεύεις ιδέες οι οποίες θεωρούνταν εκείνη την εποχή αντιαμερικανικές, οδηγούσε στην έξωση – στην απέλαση από το σώμα της αμερικανικής κοινωνίας.


Κρ.Π.: Αυτή η καταστολή πότε ξεκινά να καταγράφεται;

Κ.Κ.: Το 1948 καταγράφεται η αντιστροφή του πολιτικού κλίματος που υπήρχε στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ’30, όπου η Aριστερά ήταν μια δυναμική πολιτική εκδοχή του σταθεροποιητικού προγράμματος του Nέου Deal. Ο Μακαρθισμός στις αρχές της δεκαετίας του 1950 απέκτησε μία δεσπόζουσα θέση στο έδαφος του Ψυχρού Πολέμου.

Αυτό που καταγράφεται μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, είναι η αντιστροφή του προοδευτικού – ριζοσπαστικού κινήματος, και η διολίσθηση σε μία νέα πραγματικότητα που κωδικοποιείται σαν Ψυχρός Πόλεμος. Αυτή η μεταστροφή σχετίζεται με εσωτερικές μεταβολές στις ΗΠΑ και κυρίως με τη δυναμική του αμερικανικού καπιταλισμού μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, που καταφέρνει και ενσωματώνει τους «ξεχασμένους ανθρώπους του χθες».

Οπότε η ενσωμάτωσή τους στην κανονικότητα, συνδυάζεται με την ανασυγκρότηση του αμερικανικού ονείρου. Τότε είναι που οι μετανάστες φεύγουν από τις εργατικές πολυκατοικίες των κέντρων των πόλεων και πηγαίνουν στα προάστια, τότε απολαμβάνουν και αυτοί τη διευρυμένη πίτα του αμερικανικού καπιταλισμού, που πλέον μπορεί να δώσει απλόχερα κομμάτια και σε αυτούς τους ανθρώπους…

Κρ.Π.: …που δεν είναι πολιτικά ενεργοί. Βλέπουμε όλα αυτά να ταιριάζουν με κάποιον τρόπο, και με αυτό που συνέβη στην Ελλάδα, μετά το τέλος και του εμφυλίου με τη επικράτηση της δεξιάς, και με την συμμετοχή στα οικονομικά και κοινωνικά πράγματα όλων των αντικομμουνιστών, και επιπλέον, ανθρώπων που κατά τη διάρκεια του πολέμου είχαν συνεργαστεί με τους Γερμανούς, με σκοπό την «ανάπτυξη» τελικά, όπως βλέπουμε μέχρι σήμερα, κυρίως του… κέρδους.

Κ.Κ.: Ακόμα και αν θέλουμε να συγκρίνουμε τις εξελίξεις στην μετπολεμική Ευρώπη και στις ΗΠΑ θα πρέπει να διακρίνουμε δύο κύριες διαφορές.

Πρώτον, την απόσταση της  αμερικανικής ευημερίας μετά το 1945 από τις κατεστραμμένες οικονομίες της Ευρώπης και ειδικά χωρών όπως είναι η Ελλάδα. Και το δεύτερο, οι διώξεις της Αριστεράς στις ΗΠΑ, δεν οδηγούσαν ούτε σε στρατοδικεία, ούτε σε εκτελέσεις– με την εξαίρεση του ζεύγους Ρόζενμπεργκ.


Κρ.Π.: Ο ψυχρός πόλεμος, μπορεί να μην έγινε κυρίως με τα όπλα, αλλά ήταν ένας ουσιαστικά οικονομικός πόλεμος με στόχο το ιδιωτικό κέδρος, από πλήθος ανθρώπων που ενστερνίστηκαν την απολιτίκ ζωή και την «ανάπτυξη» με κάθε μέσον, ακόμα και ενάντια στην κοινωνική δικαιοσύνη, στον πολιτισμικό και φυσικό πλούτο μιας χώρας, και σε οποιοδήποτε κοινωνικό όραμα ανθρωπισμού; Πολλοί λένε, άλλωστε, ότι η κρίση ξεκίνησε από τις οικονομικές πολιτικές της Αμερικής που μιμήθηκε η Ευρώπη. 

Κ.Κ.: Κατά τη γνώμη μου η υπόθεση του εργατικού κινήματος στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ’30 και του ’40, έχει σημαντικές διαφορές από την ελληνική περίπτωση και μας οδηγεί σε άλλου τύπου παραλληλίες:

Πως η Ύφεση τροποποιεί τους όρους της συζήτησης, πως νέες ιδέες μπορούν να αποκτήσουν δυναμική, πως νέες μορφές οργάνωσης των καθημερινών ανθρώπων μπορούν να τροποποιήσουν τους πολιτικούς και κοινωνικούς συσχετισμούς.

Κρ.Π.: Πιο συγκεκριμένα;

Κ.Κ.: Η εστίαση του ντοκυμαντέρ στην εποχή της Ύφεσης, αναδεικνύει το πώς οι άνθρωποι, που μέχρι πιθανότατα χτες, ήταν αδιάφοροι για τις ιδέες της οργάνωσης και της συλλογικής διεκδίκησης στην καθημερινότητα, αρχίζουν να εμπλέκονται σε οργανώσεις, σε επιτροπές ανέργων, στα νέα συνδικάτα που δημιουργούνται στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ’30, στις νέες πολιτικές και κοινωνικές συμμαχίες.

Η κρίση διαβρώνει τις παλιές βεβαιότητες και δίνει ώθηση σε νέες αναζητήσεις και αυτό είναι βασικό θέμα της αφήγησής μας στο ντοκιμαντέρ. Οι ελληνοαμερικανοί μετανάστες, δεν είναι ξεχωριστή περίπτωση- ανήκουν στην αμερικανική εργατική τάξη η οποία από τη δεκαετία του ‘30, μέχρι τη δεκαετία του ‘50, αναδείχθηκε σε υπολογίσιμη κοινωνική και πολιτική δύναμη, καθορίζοντας τις εξελίξεις και πρωταγωνιστώνας στη δημιουργία μίας πραγματικότητας, ριζικά διαφορετικής από αυτή του 1929.


Κρ.Π.: Τι είδους πραγματικότητα;

Κ.Κ.: Ενός ευρύτατου προοδευτικού, ριζοσπαστικού, κοινωνικού και πολιτιστικού μετώπου το οποίο συνδέεται με το Νέο Deal και τα σταθεροποιητικά μέτρα του Ρούσβελτ, του κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομία, και ταυτόχρονα τις σημαντικές παροχές των εργατικών ενώσεων, της δύναμης που έχουν τα νέα βιομηχανικά συνδικάτα που μπορούν να κινητοποιούν εκατοντάδες χιλιάδες ψηφοφόρους και να καθορίζουν το αποτέλεσμα των εκλογών και ταυτόχρονα να βελτιώνουν τη θέση των αμερικανών εργαζομένων στην καθημερινότητα.

Από τη διάλυση, τη φτώχεια και την περιθωριοποίηση στην αρχή της Ύφεσης, στα τέλη της δεκαετίας του ’30 τα αμερικανικά συνδικάτα αναδείχθηκαν σε ρυθμιστικό παράγοντες της αμερικανικής πολιτικής ζωής, υπογραμμίζοντας τη δυναμική του του κόσμου της οργανωμένης μισθωτής εργασίας.-

Ταξισυνειδησια
H άγνωστη ιστορία του ελληνοαμερικανικού ριζοσπαστισμού

15ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης
Πρώτη Προβολή: Πέμπτη, 21 Μαρτίου, 17:30 [Αίθουσα Τόνια Μαρκετάκη]
Δεύτερη Προβολή: Παρασκευή, 22 Μαρτίου, 12:30 [Αίθουσα John Cassavetes]
Περισσότερα: greekamericanradicals.com

Στ.Κούλογλου: Η χώρα κοιμάται τον ύπνο του δικαίου σε σχέση με τον φασισμό

12:33, 20 Μαρ 2013 | tvxsteam tvxs.gr/node/123188

Σήμερα, Τετάρτη 20 Μαρτίου, στις 19:30 μμ, θα προβληθεί στην αίθουσα «Θ. Αγγελόπουλος» του Πολιτιστικού Κέντρου Φλώρινας, το νέο ντοκιμαντέρ του Στέλιου Κούλογλου, «Νεοναζί: Το Ολοκαύτωμα της Μνήμης». Η προβολή διοργανώνεται από την ηλεκτρονική εφημερίδα Florine@, την Λέσχη Πολιτισμού Φλώρινας και τον Σύλλογο Φοιτητών Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης. Η είσοδος είναι ελεύθερη.

Σε σημερινή συνέντευξή του στο Αθηνόραμα, ο Στέλιος Κούλογλου αναφέρει ότι η ιδέα για την ταινία προέκυψε από την παρατήρηση της ιστορικής ασυνέχειας λόγω του εμφυλίου πολέμου, που είχε ως συνέπεια την αποσιώπηση της συνεργασίας Ελλήνων ταγματασφαλιτών με τους Γερμανούς την περίοδο της ναζιστικής κατοχής σε αντιπαραβολή με τα εκλογικά ποσοστά της Χρυσής Αυγής σε περιοχές όπου βίωσαν την ναζιστική θηριωδία.

«Παρακολουθώντας τα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών του Μαΐου παρατήρησα ότι η Χρυσή Αυγή είχε κερδίσει υψηλά ποσοστά ακόμη και σε περιοχές που είχαν γνωρίσει από πρώτο χέρι τα ναζιστικά ολοκαυτώματα όπως το Δίστομο και τα Καλάβρυτα», αναφέρει στο Αθηνόραμα ο Στ. Κούλογλου.

Στο ντοκιμαντέρ παρουσιάζονται οι μαθητές και τα θύματα του Διστόμου να παρακολουθούν ένα ντοκιμαντέρ για όσα έγιναν κατά την διάρκεια της κατοχής. «Ήθελα να συνδέσω τις μνήμες ανάμεσα σε διαφορετικές γενιές. Κανονικά αυτός ο διάλογος έπρεπε να έχει ξεκινήσει από την πολιτεία και την κοινωνία εδώ και χρόνια. Ακόμη και σήμερα, όμως, η πολιτεία προσπερνά τις σφαγές και τα ολοκαυτώματα. Στα σχολικά βιβλία δεν υπάρχουν καν αναφορές σε αυτά. Δεν λένε ότι η Ελλάδα είναι μια από τις χώρες που πλήρωσε ακριβά τον ναζισμό και συνεχίζει να το κάνει», εξηγεί ο Στέλιος Κούλογλου, ο οποίος πιστεύει ότι για να ξεφύγει η κοινωνία από το σημερινό ολοκαύτωμα της μνήμης θα πρέπει να μάθει τι πραγματικά έγινε στην ιστορία της χώρας και να κάνει την σύνδεση με το σήμερα.

«Στην Τσαριτσάνη την προηγούμενη εβδομάδα εκδιώχτηκαν οι χρυσαυγίτες από τον εορτασμό του ολοκαυτώματος με τους κατοίκους να τους λένε «φύγετε από εδώ εσείς μας σφάξατε». Είναι χαρακτηριστικό ότι τέτοιου είδους ενέργειες γίνονται μόνο σε περιοχές που έχουν ζήσει από πρώτο χέρι τις συνέπειες του φασισμού, όπως τα Καλάβρυτα, ο Χορτιάτης… Η υπόλοιπη η Ελλάδα όμως δεν το κάνει. Η χώρα κοιμάται δυστυχώς τον ύπνο του δικαίου», προσθέτει ο ίδιος.

Σύμφωνα με τον Στέλιο Κούλογλου, η ελληνική ακροδεξιά έχει σκοτεινή πλευρά η οποία σκοπίμως αποκρύφθηκε μέχρι το 1974. «Από και έπειτα πήγαμε στο άλλο άκρο: αποθεώθηκε η εθνική αντίσταση και ο λαός – εντός και εκτός εισαγωγικών – και όλοι εμφανίστηκαν ως αντιστασιακοί. Αποκρύφτηκε ότι υπήρχε μια μερίδα 5-10% του ελληνικού πληθυσμού που συνεργάστηκε με τους ναζί», τονίζει ο ίδιος.

«Όμως, αν και το φαινόμενο Χρυσή Αυγή θα ξεφουσκώσει από τις σημερινές του διαστάσεις, πάντα θα υπάρχει μια ακροδεξιά στην Ελλάδα – ίσως όχι τόσο εμφανώς νεοναζιστική», εκτιμά ο Στ. Κούλογλου επισημαίνοντας ότι ακόμη και στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης – μια περίοδο πλήρους απομόνωσης της ελληνικής ακροδεξιάς – η Εθνική Παράταξη πήρε 6,8%.

Προβολές

Το νέο ντοκιμαντέρ του Στέλιου Κούλογλου συμμετέχει στο 15ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, όπου θα προβλήθηκε στην αίθουσα «Τόνια Μαρκετάκη», την Τρίτη 19/03. Θα προβληθεί και την Πέμπτη 21/03 στις 15:00 στην ίδια αίθουσα.

Θα προβληθεί επίσης στους κινηματογράφους:

Αθήνα: Από 21 Μαρτίου στο Ααβόρα (τέρμα Ιπποκράτους)
Θεσσαλονίκη: Από 2 Απριλίου, στο Φαργκάνη (Καμάρα)

 

 

Γ. Καλπούζος: Ο μεγαλύτερος εχθρός της εξουσίας είναι ο καλλιεργημένος άνθρωπος

07:08, 18 Μαρ 2013 | tvxsteam tvxs.gr/node/122943

[…] πέρα από την άλλη πρόσληψη της ζωής που μας προσφέρει η εσωτερική καλλιέργεια, ο μεγαλύτερος εχθρός κάθε εξουσίας και κάθε βάρβαρης πολιτικής, συνάμα και ο φρουρός της αξιοπρέπειάς μας, είναι ο καλλιεργημένος άνθρωπος […] Ο ποιητής και συγγραφέας Γιάννης Καλπούζος, απαντά στην Κρυσταλία Πατούλη για το tvxs.gr, στο ερώτημα «Ποιές αιτίες μας έφεραν ως εδώ, και κυρίως τί πρέπει να κάνουμε;». Τέλος, απαντά σχετικά  με την δημιουργική διαδικασία της συγγραφής, με αφορμή ένα από τα μελοποιημένα ποιήματά του.

Οι επιδιώξεις μας και τα όνειρά μας χαρακτηρίζονται από το κυνήγι του εφήμερου και την αισθητική ευτέλεια·

γίναμε σκληρόκαρδοι, θύματα της απληστίας, της αλαζονείας και των μικροπρεπών συμπεριφορών· γίναμε ακολουθητές συνθημάτων·

εξοστρακίσαμε ό,τι σηματοδοτεί την αξιοπρέπειά μας· προσκολληθήκαμε άκριτα σε θεωρίες και τσιτάτα εγκαταλείποντας τη γόνιμη αμφισβήτηση, την ελεύθερη σκέψη, την έρευνα και την αναζήτηση·

τρομάξαμε απέναντι στις κραυγές των δογματικών με αποτέλεσμα να συρόμαστε προς τις απόψεις τους ή να σιωπούμε· και τέλος υιοθετήσαμε σε πάμπολλους τομείς της ζωής μας τη φανατική θέση:

ή είσαι μαζί μας ή είσαι με τους άλλους, αντίπαλος.

Όσο για το τι θα μας βγάλει από τον βούρκο όπου πέσαμε, υπάρχει μόνο ένας δρόμος: να στρέψουμε το βλέμμα μας και να επιδιώξουμε να στρέψουν το βλέμμα τους και οι νέες γενιές προς την κατεύθυνση της καλλιέργειας της ψυχής και του πνεύματος.

Γιατί, πέρα από την άλλη πρόσληψη της ζωής που μας προσφέρει η εσωτερική καλλιέργεια, ο μεγαλύτερος εχθρός κάθε εξουσίας και κάθε βάρβαρης πολιτικής, συνάμα και ο φρουρός της αξιοπρέπειάς μας, είναι ο καλλιεργημένος άνθρωπος.

Όμως αυτός ο δρόμος απαιτεί άσκηση και μαθητεία πολύχρονη. Αν δεν το κατανοήσουμε θα περιπέσουμε και πάλι στα συνθήματα.

Κρ.Π.: Ποιά είναι η ιστορία της συγγραφής ενός από τα ποιήματά σου που έχουν μελοποιηθεί; Για παράδειγμα το «Γιατί πολύ σ’ αγάπησα»;

Κανένα από τα τραγούδια μου μέχρι σήμερα δεν αναφέρεται εξολοκλήρου σε πραγματικό βίωμά μου, ωστόσο όλα έχουν ψιχία από τη ζωή μου και τον ψυχισμό μου.

Μεταβολίζεται μέσα μου ο κόσμος, μετατρέπεται σε δικό μου βίωμα κι ενεργώ γράφοντας ωσάν να είμαι εγώ ο πάσχων ή ο ανατέλλων ήλιος.

Γράφοντας το: «Γιατί πολύ σ’ αγάπησα» έγινα το δέντρο όπου κάθισα και ρίζωσα και συγχρόνως ο άνθρωπος που του δάνειζε τα χέρια του για κλαδιά. Ο άνθρωπος ο οποίος δέθηκε σε ένα με τη μοναξιά κι ας γνώριζα ότι υποδύομαι, ωσάν σε ενσυνείδητη παραίσθηση, τον ρόλο που επέλεξα.

Ωστόσο υπήρξε μια αφορμή, το πρώτο ψιχίο. Ξυπνώντας από τη νάρκωση μιας χειρουργικής επέμβασης, η πρώτη μου κουβέντα ήταν να ζητήσω από την αναισθησιολόγο να ενημερώσει τη γυναίκα μου ότι είμαι καλά.

Η αναισθησιολόγος με κοίταξε παραξενεμένη και κατά κάποιο τρόπο με επέπληξε λέγοντας: Αντί να νοιάζεσαι για τον εαυτό σου σκέφτεσαι τους άλλους; Δεν αγαπάς τον εαυτό σου;

Δεν αποκρίθηκα. Όμως μέσα μου συλλογιζόμουν ότι πάντα δινόμουν απόλυτα σε όσους αγαπούσα κι ότι η απώλειά τους θα επέφερε τη συναισθηματική συντριβή μου.

Μ’ αυτή την αφορμή έκτισα κατόπιν τον ήρωα-χαρακτήρα του τραγουδιού: «Γιατί πολύ σ’ αγάπησα», καθώς και τη συναισθηματική του κατάσταση.

Ντύθηκα τον μανδύα της μοναξιάς και τη βίωσα ως το μεδούλι της, σπαραχτικά. Ωσάν εγκαταλειμμένος από κείνη που αγάπησα. Τόσο που πίστευα ότι ζούσα μια πραγματική ιστορία ερωτικής απώλειας.

Μιας απώλειας η οποία κατάφερε να προσκαλέσει τη Θεία μανία και το Θείο πυρ της έμπνευσης και να ξεπηδήσουν οι στίχοι ως καθάρια ποίηση στα κουπλέ κι ως λαϊκότροπο ξέσπασμα στο ρεφρέν.

Αυτός είναι ο τρόπος που έγραψα τους περισσότερους στίχους για τραγούδια και με τον ίδιο τρόπο γράφω πεζογραφήματα και ποίηση.

Ζώντας πολλές ζωές μέσα από τους ήρωές μου είτε ακολουθούν τη διαδρομή των ολίγων στίχων των τραγουδιών, είτε πορεύονται στα μακρινά ταξίδια των μυθιστορημάτων, είτε σκαρφαλώνουν στους γκρεμούς της ποίησης.-

Στης μοναξιάς το δέντρο κάθισα
και δίψασα και ρίζωσα.
και τίναξα τα φύλλα του
και τον κορμό του ασήμωσα.

Γιατί πολύ σ’ αγάπησα
γιατί δεν αγαπώ εμένα.
γιατί ζωή δεν κράτησα
κι αυτή την άφησα σ’ εσένα.

Στης μοναξιάς το δέντρο κάθισα
το χάραξα και μάτωσα.
περίσσευαν τα χέρια μου
και για κλαδιά του τα `δωσα.

Γιατί πολύ σ’ αγάπησα
γιατί δεν αγαπώ εμένα.
γιατί ζωή δεν κράτησα
κι αυτή την άφησα σ’ εσένα.

Στίχοι: Γιάννης Καλπούζος, Μουσική: Ορφέας Περίδης

https://www.youtube.com/watch?feature=player_embedded&v=l5Ln3_Rw3WE#!

Αρλέτα: Στην Ελλάδα δολοφονούμε τους κυβερνήτες ή τους καλλιτέχνες

09:12, 16 Μαρ 2013 | tvxsteam tvxs.gr/node/122810

[…] στην Ελλάδα, τα δημιουργήματα των ανθρώπων δεν πολυαρέσουν. Ή δολοφονούμε τους κυβερνήτες, ή δολοφονούμε τους καλλιτέχνες. Κι αυτό το λέω μετά λόγου γνώσεως […] το ελληνικό κράτος, είναι πάρα πολύ εχθρικό με τους καλλιτέχνες. Όλοι νομίζουν ότι οι καλλιτέχνες είναι ζάπλουτοι.» Η συνθέτις, στιχουργός και ερμηνεύτρια Αρλέτα, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη και το tvxs.gr για τη ζωή της, για τη μουσική και τα τραγούδια, με φόντο την Ελλάδα: «μια χώρα ποιητών, που είναι σαν την Ιθάκη. Δεν έχει να δώσει…»

Αρλέτα: Έχω ζήσει όλη μου τη ζωή στο τρίγωνο του θανάτου.

Γεννήθηκα στην Αγίου Κωσταντίνου, στο Μεταξουργείο, έμεινα εκεί μέχρι 12 χρονών, και μετά μετακόμισα στα Εξάρχεια, όπου έμεινα όλη μου τη ζωή. Τα Εξάρχεια θεωρώ ότι είναι η πατρίδα μου. Πρόσφατα, μετανάστευσα στην Κυψέλη.

Πήγα σε δημόσιο σχολείο του Μεταξουργείου, και ήμουν ευτυχής εκεί(γιατί έπαιζα και πολύ ξύλο…) αλλά επειδή είχα αγριέψει πάρα πολύ, το είδε η μαμά μου και με μάζεψε. Έτσι βρέθηκα στο Αρσάκειο, μέχρι που αποφοίτησα.

Δεν μου άρεσε το Αρσάκειο του Ψυχικού σαν σχολείο, ίσως επειδή ήταν τελείως διαφορετικό από το μέρος που έμενα. Αλλά η αλήθεια είναι ότι μάθαινε γράμματα. Και είχα την τύχη τα δύο τελευταία χρόνια, να έχω και μία εξαιρετική εκπαιδευτικό, η οποία ήταν μοναδική περίπτωση. Λεγόταν Αντιγόνη Θρεψιάδη, και αν υπήρχαν δέκα σαν κι αυτήν σ’ όλη την Ελλάδα, θα ήταν αλλιώς η Ελλάδα.

Από εκεί και πέρα, αυτό που ήθελα να κάνω ήταν να μπω στη σχολή Καλών Τεχνών, διότι –μεταξύ μας- δεν υπήρχε κι άλλη σχολή τέχνης σε όλη τη χώρα – γιατί είχα πάει κι ένα φεγγάρι στο Ωδείο και έφυγα κραυγάζοντας: «εδώ σκοτώνουν τη μουσική!», όταν μια μέρα είδα μια κυρία να κατεβαίνει τη σκάλα του Ωδείου, καρπαζώνοντας το παιδί της(το οποίο  έκλαιγε με μαύρο δάκρυ) γιατί δεν είχε πάρει άριστα στο σολφέζ.

Μετά από αυτό, δεν ξαναπήγα ποτέ μου. Έκανα ιδιωτικά μαθήματα, κι έμαθα να διαβάζω μουσική τρεις φορές, αλλά ξέχναγα κι άλλες τρεις. Ενώ έχω εξαιρετική μνήμη, τη μουσική δεν μπόρεσα να τη μάθω ποτέ μου. Ίσως επειδή δεν είχα τον κατάλληλο δάσκαλο. Γιατί όταν έβρισκα καλό δάσκαλο, μάθαινα ότι μου ‘λεγε.

Πριν τελειώσω το Γυμνάσιο έδωσα, λοιπόν, εξετάσεις στη Σχολή Καλών Τεχνών. Η μητέρα μου επέμενε να δώσω Αρχιτεκτονική ή Νομική, αλλά της είπα ότι δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση, και να μην πληρώνει τσάμπα το φροντιστήριο που παρακολουθούσα ένα φεγγάρι για την Αρχιτεκτονική, και πήγα φροντιστήριο για την Σχολή Καλών Τεχνών, στην οποία μπήκα ένα χρόνο μετά, αφού τελείωσα το Αρσάκειο.

Κρ.Π.: Και δεν ήταν καθόλου εύκολο να περάσεις στην Καλών Τεχνών. Πόσο, μάλλον, από τον πρώτο χρόνο.

Αρλέτα: Ήταν η πιο δύσκολη σχολή που υπήρχε. Οι Μηχανολόγοι που ήταν η επόμενη πιο δύσκολη σχολή έμπαιναν από εκείνους που εξετάζονταν, ένας προς εννέα, ενώ στην Καλών Τεχνών αντίστοιχα, ήταν ένας προς είκοσι.

Ξεκινώντας, πήγα και παρακολούθησα το εργαστήριο του Μόραλη, ο οποίος ήταν και ο καθηγητής που ήθελαν όλοι, γι’ αυτό αισθάνθηκα πολύ ωραία που με δέχτηκε.

Κρ.Π.: Πώς προέκυψε η επαγγελματική ενασχόληση με τη μουσική;

Αρλέτα: Όταν ακόμα ήμουν πρωτοετής στην Καλών Τεχνών, συναντηθήκαμε για πρώτη φορά με τον Γιώργο Παπαστεφάνου σε μια εκδρομή, με άκουσε να τραγουδάω το «Άξιον Εστί», ενθουσιάστηκε, και με ρώτησε αν θέλω να κάνω δίσκο. Εγώ, τότε, επειδή είχα μπει στη σχολή, αισθανόμουν στο κέντρο του κόσμου και δεν φοβόμουν τίποτα. Του απαντώ, λοιπόν, γιατί όχι;

Και χωρίς να ρωτήσω κανέναν, ξεκίνησα και έκανα τον πρώτο μου δίσκο, LP, που ήταν κάτι πολύ ασυνήθιστο, διότι για να κάνεις μεγάλο δίσκο, έπρεπε πρώτα να κάνεις τουλάχιστον 4-5 μικρά δισκάκια, σε 1-2 χρόνια. Εγώ βρέθηκα κατευθείαν στα βαθιά, δυστυχώς… Και το ακόμα πιο… δυστυχώς, είναι ότι αυτός ο δίσκος είχε πολύ μεγάλη επιτυχία. Γιατί δεν είχα τραγουδήσει ποτέ μου μπροστά σε κοινό, κι ήμουν πάρα πολύ κλειστό παιδί, οπότε βρέθηκα σε πάρα πολύ δύσκολη θέση.

Κρ.Π.: Σ’ αυτόν τον πρώτο δίσκο, ποιοι ήταν οι δημιουργοί;  

Αρλέτα: Μου έδωσαν τραγούδια ο Γιάννης Σπανός, ο Γιώργος Κοντογιώργος(που ήταν φοιτητής της ιατρικής, τότε),  ο Παπαστεφάνου που έγραφε στίχους, ο Νότης Μαυρουδής που ήταν μουσικός – κιθαρίστας και έπαιζε χρόνια σε μπουάτ, και ένα τραγούδι που έγινε πολύ γνωστό, το Πέτρινο Χαμόγελο, ήταν ενός γλύπτη απ’ τη σχολή, του Νίκου Χουλιαρά.

Επειδή τότε ο Πατσιφάς έφτιαχνε τη Λύρα, δεν είχε λεφτά να πάρει έτοιμους τραγουδιστές, και αποφάσισε να βρει καινούργιους, όπως επίσης και συνθέτες…
Ο κυριότερος, τότε, ήταν ο Σπανός, ο μόνος που είχε εμπειρία, γιατί ήδη είχε κάνει μια καριέρα, αρκετά καλή, στο Παρίσι.

Μαζεύτηκαν τα τραγούδια, τα μάζεψε ο Πατσιφάς, δηλαδή, γιατί ο ίδιος ήταν και ο παραγωγός αυτού του δίσκου, και βρέθηκα με έναν μεγάλο δίσκο, και γω δεν ξέρω πώς,  όπου έπαιζα μόνη μου κιθάρα, πάλι δεν ξέρω πως, γιατί εγώ έπαιζα όλα τα τραγούδια με 3 ακόρντα. Δεν ξέρω πως τα κατάφερνα, αλλά τα έπαιζα.  Και τώρα, το ίδιο κάνω περίπου. Κάποια από αυτά μου τα έμαθε ο Νότης Μαυρουδής, γιατί ο Πατσιφάς ήθελε να παίξω και να τραγουδήσω μόνη μου. Επέμενε σε αυτό.

Τότε για να παιχτούν τα τραγούδια απ’ το ραδιόφωνο, πέρναγες εξετάσεις. Εγώ πήγα και έδωσα εξετάσεις, με το «…λίκνο του άστρου» και όλοι γελάγανε μαζί μου, λιγάκι, γιατί ήμουν αστεία με τον Ελύτη παραμάσχαλα.

Είχα πάντα αγάπη για την γλώσσα και την ποίηση. Η αλήθεια είναι αυτή. Κι εμένα αυτά τα τραγούδια μου άρεσαν, γιατί έμαθα να τραγουδώ απ’ τον πατέρα μου, ο οποίος ήταν γιατρός αλλά ήταν κι εξαιρετικός τραγουδιστής. Οπότε μεγάλωσα τραγουδώντας δημοτικά και οπερέτες και μάλιστα χωρίς κανένα συνοδευτικό όργανο.

Στα 15 μου έπιασα μια κιθάρα και άρχισα να γρατζουνάω και μετά έκανα και κάποια μαθήματα.

Κρ.Π.: Ο στίχος από το Άξιον Εστί, «πού να βρω την ψυχή μου, το τετράφυλλο δάκρυ» εννοεί, τον βορά, το νότο, την ανατολή και τη δύση; Δηλαδή το τετράφυλλο δάκρυ, όλον τον κόσμο; 

Αρλέτα: Είναι και όλος ο κόσμος, είναι και όλη η τύχη… Το τετράφυλλο…

Αν έχουμε κάτι σ’ αυτόν τον τόπο, αλλά μου φαίνεται ότι ελάχιστοι το έχουν καταλάβει, είναι η ποίηση. Αυτή μας έβγαλε από την αφάνεια και μας έβαλε στο χάρτη.

Κρ.Π.: Έχουμε δύο Νόμπελ και ένα Λένιν ως βραβεία σε Έλληνες ποιητές, αν και είμαστε τόσο μικρός λαός σε πληθυσμό.

Αρλέτα: Κανονικά έπρεπε να έχουμε 4-5 Νόμπελ, αλλά οι άλλοι δύο ποιητές, οι οποίοι ήταν εξαιρετικά σημαντικοί, ο ένας ήταν κομμουνιστής και ο άλλος ήταν ομοφυλόφιλος.

Κρ.Π.: Ο Καβάφης… και ο Ρίτσος;  

Αρλέτα: Ακριβώς. Όταν ήμασταν στο σχολείο κάναν λογοκρισία στην «Ιθάκη» του Καβάφη, κάτι το οποίο μας επισήμανε γελώντας, αυτή η καθηγήτρια που σας έλεγα, η οποία ποτέ δεν χρησιμοποιούσε το βιβλίο του σχολείου. Μας ζητούσε να φέρνουμε τα αρχικά βιβλία, με τις ποιητικές συλλογές του ποιητή ή με τη λογοτεχνία που ήθελε να διδαχτούμε.

Αυτή η καθηγήτρια έδινε μεγάλη σημασία στην νεοελληνική λογοτεχνία. Έκανε όλα τα ανθρωπιστικά –ας το πούμε- μαθήματα, δηλαδή, αρχαία ελληνικά, λατινικά και νεοελληνικά, και έκλεβε ώρες από τα αρχαία ελληνικά και κυρίως από τα λατινικά, για να μας κάνει νεοελληνική λογοτεχνία.

Κρ.Π.: Παράτυπα…

Αρλέτα: Το πρόγραμμα του υπουργείου, το είχε γραμμένο, και πάρα πολύ καλά έκανε. Για το σχολικό βιβλίο έκανε την εξής ανάλυση: Μας έλεγε ότι ο ένας είχε τη μάνα του στο Παλάτι, ο άλλος ήταν ο κολλητός του τάδε υπουργού ή του πρωθυπουργού, γι’ αυτό, έλεγε, συμπεριλαμβάνονταν στο σχολικό βιβλίο…

Κρ.Π.: Ήταν περίεργο, που δεν την είχαν αποπέμψει, γιατί άλλους τους έστελναν –στην καλύτερη περίπτωση- σε ακριτικά νησιά…

Αρλέτα: Τότε, διευθυντής της φιλεκπαιδευτικής, ήταν ο Πουλίτσας, που είχε κάνει και υπηρεσιακός πρωθυπουργός. Ο οποίος, ήταν Μανιάτης, και αρχαϊστής. Η καθηγήτριά μας ήταν δημοτικίστρια, και μάλιστα φανατική. Ενώ είχε φάει τρεις καταγγελίες ως κομμουνίστρια, και ως δεν ξέρω τι άλλο, αυτός την υπεράσπιζε διότι ήξερε την αξία της. Διότι ήταν άνθρωπος, συντηρητικός μεν, αλλά φωτισμένος. Κι αυτό ήταν πάρα πολύ βασικό.

Αυτή η καθηγήτρια, η Αντιγόνη Μπέλλου – Θρεψιάδη, βοήθησε να γίνει το μουσείο της Θήβας, και επίσης ήταν γραμματέας της Πηνελόπης Δέλτα, όταν έγραφε τα Μυστικά του Βάλτου, και τα ιστορικά της μυθιστορήματα. Η ίδια έκανε και όλη την έρευνα, γιατί η Πηνελόπη Δέλτα ήταν καρφωμένη σε πολυθρόνα, και δεν μπορούσε να γυρίζει.

Κρ.Π.: Ποια ήταν τα τραγούδια σ’ αυτόν τον δίσκο;

Αρλέτα: Μια φορά θυμάμαι, Το πέτρινο χαμόγελο, Άδειες νύχτες, Ερημιά… Αυτά θυμάμαι.

Έκανα 3 δίσκους με διαφορά ενός έτους, τον έναν από τον άλλον. Είχα την τύχη, ή την ατυχία μάλλον, να ξεκινήσω να τραγουδώ το 1966 με 1967, λίγο πριν από τη Χούντα. Και δεν μπορώ να πω ότι ήταν ότι καλύτερο…

Ζωντανά, άρχισα να τραγουδάω το 1968, γιατί δεν υπήρχαν μικροφωνικές, κι εμένα χωρίς μικροφωνική δεν με άκουγε ούτε ο διπλανός μου. Τραγουδούσα πάρα πολύ σιγά και εξακολουθώ να κάνω το ίδιο…

Κρ.Π.: Τι συνέβη επί χούντας;  

Αρλέτα: Ήταν ένα σοκ πολύ άσχημο. Εγώ τότε είχα πάρει μια μπουάτ. Μέσα στην άγνοιά μου, δεν ζήτησα να μου δώσουν άδεια, και δεν κατάφερα στη συνέχεια να πάρω άδεια. Έτσι, αναγκάστηκα να την κλείσω.

Επίσης, αναγκάστηκα να σταματήσω να τραγουδώ για περίπου δύο χρόνια, διότι μου είπαν ξεκάθαρα, ότι οπουδήποτε και να πας θα κλείσει ο χώρος. Κι εγώ, προτίμησα, αντί να πηγαίνω από χώρο σε χώρο και να παίρνω κι άλλους στο λαιμό μου, να σταματήσω να τραγουδάω. Ήταν πάρα πολύ ωραία, έκανα καταπληκτικές διακοπές, γνώρισα πολύ ωραίους ανθρώπους.

Μετά από λίγο πήγα στην Αγγλία, γιατί ήθελα να σπουδάσω ενδυματολογία. Τελείωσα εν τω μεταξύ και τη σχολή μου, αλλά δεν μπορούσα να μείνω γιατί δεν είχα χρήματα. Προσπάθησα να πάρω μία υποτροφία, αλλά δεν τα κατάφερα, κι έτσι γύρισα στην Αθήνα.

Κρ.Π.: Υποτροφία στην Αγγλία, όχι στην Ελλάδα επί Χούντας…

Αρλέτα: Επί χούντας στη σχολή, δεν δόθηκε ούτε μία υποτροφία. Ούτε του ΙΚΥ. Ένας την πήρε, αλλά δεν του την αποδώσανε, γιατί ήταν αριστερός, όπως είπαν. Η Σχολή Καλών Τεχνών, άλλωστε, ήταν αριστερή μονοκούκι… Όλοι. Ήταν αριστεροί, όλοι τους. Κάποιοι ήταν πιο καθορισμένα, στο ΚΚΕ, και κάποια παιδιά εξαφανίστηκαν και βρεθήκανε στις εξορίες. Εν πάση περιπτώσει…

Κρ.Π.: Κι όμως, υπάρχουν κάποιοι αυτή τη στιγμή, που τολμάνε να λένε ακόμα κι ότι δεν υπήρχαν βασανιστήρια στη χούντα.  

Αρλέτα: Είναι πολλά πράγματα τα οποία δεν είναι γνωστά, γιατί εκείνοι που βγήκαν και διαφημίστηκαν ως μεγάλοι αντιστασιακοί, είναι δύο τρεις. Οι υπόλοιποι το βουλώσανε. Και μάλλον, απ’ ότι φάνηκε, δεν κάνανε καλά, γιατί στην Ελλάδα δεν πρέπει να το βουλώνεις. Πρέπει να έχεις κάνει 1, και να λες ότι έχεις κάνει 10. Αν έχεις κάνει 1 και λες ότι δεν έχεις κάνει τίποτα, στο τέλος θεωρείσαι απολεσθείς. Δεν ξέρω αν γίνομαι σαφής.

Κρ.Π.: Γι’ αυτό είπα να εξηγούμε, ειδικά σήμερα, γιατί μοιάζει να μην είναι τίποτα αυτονόητο πια.

Αρλέτα: Να σας πω κάτι. Ουδέποτε μιλάω γι’ αυτά τα πράγματα. Δεν μου άρεσε, και εξακολουθεί να μη μου αρέσει. Δηλαδή, κάτι το κάνεις, επειδή εσύ το αισθάνεσαι. Δεν το κάνεις για να έχεις ένα διάφορο. Εγώ τουλάχιστον έτσι σκέφτομαι, και δεν έχω πρόθεση να πάψω να σκέφτομαι έτσι, επειδή όλοι οι άλλοι σκέφτονται αλλιώς. Είμαι πολύ πεισματάρα ως Ρουμελιώτισσα, ξέρετε. Είμαι αγύριστο κεφάλι, έτσι μου λένε, και δεν έχω λόγο να διαφωνήσω μαζί τους. Το έχω πληρώσει πολύ ακριβά, και χαίρομαι και ιδιαίτερα γι’ αυτό.

Κρ.Π.: Και στη συνέχεια, τι έγινε;

Αρλέτα: Δεν το είχα πάρει σοβαρά το τραγούδι, φυσικά. Γιατί εμένα, το μόνο που με ενδιέφερε ήταν να τελειώσω τη σχολή μου. Κι αυτό και έκανα. Και κει που είπα, τελειώσαμε με το τραγούδι, πάμε παρακάτω, παίρνω ένα τηλεφώνημα, ότι θέλει να με δει ο Ζορζ Μουστακί.

Τότε ο Μουστακί ήταν πολύ… στα πάνω του. Τους κλείνω το τηλέφωνο, γιατί νόμιζα ότι με κοροϊδεύανε, αλλά μετά και το 4ο τηλεφώνημα επείσθην, και πήγα στις Σπέτσες, στο σπίτι της Ναταλίας Μελά, που ήταν φίλος της ο Μουστακί και φιλοξενείτο εκεί, και με κάλεσε να τραγουδήσω στο Bobino, στο Παρίσι.

Βρέθηκα εκεί χωρίς να το καταλάβω για πρώτη φορά σε σκηνή θεάτρου. Μέχρι τότε είχα τραγουδήσει σε πολύ μικρούς χώρους, όπου ήμασταν αγκαλιά ο κόσμος κι εγώ, και γινόντουσαν διάφοροι καυγάδες, όπου εκεί πέρα, έπαθα τέτοιο τράκ(γιατί εγώ έχω γενικώς τρακ, ακόμα και τώρα έχω) που βγήκα στη σκηνή σχεδόν με κλωτσιά. Είχα κοκαλώσει τελείως και ένας μου έδωσε μια γερή σκουντιά και έτσι βγήκα. Ήμουν και πιο αδύνατη απ’ ότι είμαι τώρα, οπότε μπορούσε κάποιος να με σκουντήξει.

Κρ.Π.: Έχετε ιδιαίτερο χιούμορ…

Αρλέτα: Όχι δεν είναι. Είναι η αλήθεια. Τώρα αν με σκουντήξει κάποιος θα πέσω κάτω, γιατί δεν έχω ισορροπία. Ακόμα χειρότερα. Πάντα ήμουν ανισόρροπη, τώρα είμαι ακόμα περισσότερο.

Και βρέθηκα, τότε, ένα μήνα, να τραγουδώ λοιπόν στο Παρίσι. Ήταν πραγματικά, μια πολύ σημαντική εμπειρία, και υπεύθυνος για το ότι συνέχισα να τραγουδώ, ήταν ο Μουστακί απ’ τη μία, και μετά ο Πατσιφάς απ’ την άλλη, με τον οποίο είχαμε τσακωθεί για πολύ σοβαρό λόγο και δεν μιλούσαμε για δύο χρόνια, ενώ με κυνηγούσε για να κάνουμε την Τρίτη Ανθολογία του Σπανού, και αφού με κυνήγησε, μου υποσχέθηκε ότι θα κάνω ένα δίσκο όπως τον ήθελα και έτσι έκανα την Τρίτη Ανθολογία.

Και ευτυχώς που την έκανα, γιατί πραγματικά είναι από τους καλύτερους δίσκους που έχω κάνει και ίσως είναι η καλύτερη δουλειά που έχει κάνει και ο Γιάννης Σπανός.

Επίσης, τα τραγούδια τα αγάπησε ο κόσμος πάρα πολύ, που είναι ακόμα σημαντικότερο. Τα τραγούδια ήταν η Ομίχλη, το Σ’ είπανε Θεό, Ο θρήνος της μάνας, σε στίχους ποιητών που τους αποκαλούν ήσσονες.

Δεν ξέρω ακριβώς, γιατί τους λένε έτσι, αλλά έτσι τους λένε. Έχει να κάνει με το πόσο γνωστοί είναι. Κάποιοι από αυτούς, θεωρώ ότι είναι πολύ σημαντικοί. Ή τουλάχιστον κάποιες από τις δουλειές που έχουν κάνει.

Εγώ είμαι πολύ Καβαφική… Υπάρχει ένα ποίημα του Καβάφη, όπου ένας νεαρός παραπονιέται, ότι τόσο καιρό προσπαθεί και δεν έχει γράψει παρά μόνο ένα μικρό ποιηματάκι, και του λέει ότι ακόμα κι αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό.

Άρχισα να διαβάζω Καβάφη σε ηλικία 16 ετών, και τον διαβάζω ακόμα κάθε τρεις και λίγο, και θεωρώ ότι είναι πραγματικά συγκλονιστικός. Αλλά θέλει πάρα πολύ προσοχή, γιατί αν κάνεις λάθος έστω και μία αναπνοή, τον έχασες. Είναι ποιητής, που έχει τέτοια ακρίβεια… Απίστευτη ακρίβεια.

Και θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ σημαντικός για πολλούς λόγους. Πρώτον, γιατί, την ιστορία την έχει βάλει στην τσέπη του, όχι αυθαίρετα, αλλά με πάρα πολύ βάθος, και επίσης έχει σκάψει πάρα πολύ τον ανθρώπινο πόνο και τον έρωτα(τον έχει σκάψει πραγματικά), και έχει βγάλει αυτά που βγαίνουν από πολύ βαθιά…

Κρ.Π.: Σαν από τον Όμηρο το νήμα να ένωσε ο Καβάφης;

Αρλέτα: Εγώ πιστεύω ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα ποίησης. Και εξακολουθεί να είναι. Κι αυτό το ξεχνάμε. Ότι είμαστε από τις λίγες χώρες στον κόσμο, που εξακολουθεί και βγάζει ποιητές. Είναι πολύ σημαντικό. Αλλά, το πρόβλημα είναι, ότι ουδείς ασχολήθηκε ποτέ με τους καλλιτέχνες στην Ελλάδα. Μόνο να τους κυνηγάνε ξέρουν, παρά οτιδήποτε άλλο. Γιατί γι’ αυτούς καλλιτέχνης, είναι μόνον αυτός που τραγουδάει κάπου και τους διασκεδάζει(ούτε καν τους ψυχαγωγεί…)

Κρ.Π.: Και κάποιος που δίνει λεφτά…

Αρλέτα: Μιλάω για τον κόσμο, που δεν τους δίνει λεφτά, τους παίρνει λεφτά. Αυτόν θέλουνε.

Και για μένα τέχνη δεν ήταν μόνο το τραγούδι, αλλά το τραγούδι το θεωρώ πολύ δύσκολο μέρος της τέχνης. Πολλοί δεν το θεωρούν έτσι.

Έχουμε μία τάση, γενικώς, να αισθανόμαστε ανώτεροι, ότι και να είμαστε… Έχω πολλά παραδείγματα απ’ αυτό, το έχω ψάξει πολύ. Έχουμε μία τάση να θέλουμε να κοιτάμε τον άλλον αφ’ υψηλού. Εγώ δεν το είχα ποτέ μου αυτό, και είναι κάτι που δεν μου αρέσει καθόλου, όποιος και να είναι ο άλλος.

Οι πιο αξιόλογοι άνθρωποι που έχω γνωρίσει, και έχω γνωρίσει μερικούς πολύ αξιόλογους ανθρώπους, ήταν οι απλούστεροι και οι πιο ταπεινοί απ’ όλους. Όλες οι επηρμένες κεφαλές που έχω γνωρίσει σε κοιτάνε σα να είσαι μυρμήγκι, ενώ οι ίδιοι δεν είναι τίποτε άλλο από αμοιβάδες(γιατί μολύνουν κιόλας).

Κρ.Π.: Δυστυχώς…

Αρλέτα: Ναι, αλλά όλοι τους δεχόμαστε…

Δυστυχώς, αυτό που λέγεται Παιδεία, είναι αυτό που μαθαίνει τον άνθρωπο να κρίνει. Δεν είναι οι γνώσεις που συσσωρεύει. Ειδικά σήμερα, με την ευκολία που έχουμε στην πληροφόρηση, το να έχεις μια γνώση είναι πολύ απλό. Το θέμα είναι τι την κάνεις αυτή τη γνώση, και σε ποιο πεδίο την ψάχνεις.

Ας πούμε κι εγώ, έχω αρχίσει, κι έχω μπει στο ιντερνέτ. Δεν είμαι άσχετη. Αλλά για να ψάξεις στο ιντερνέτ πρέπει να ξέρεις τι ψάχνεις. Αν δεν ξέρεις τι ψάχνεις, τι κάνεις εκεί; Ο κομπιούτορας είναι ένα χαζό μηχάνημα, τίποτε άλλο. Μπορεί αύριο να μην είναι… Αν και πιστεύω, ότι πάλι θα είναι, γιατί άνθρωποι θα το έχουν φτιάξει.

Κρ.Π.: Όλα τα μέσα είναι πώς τα χρησιμοποιείς…

Αρλέτα: Οι άνθρωποι, για μένα, σήμερα, βρίσκονται στο έσχατο σημείο χαζομάρας. Όντως. Είναι πολύ μεγάλη συζήτηση, ας το αφήσουμε.

Κρ.Π.: Πώς το εννοείτε;

Αρλέτα: Όταν ο άνθρωπος έχει τα μέσα που έχει, και εξακολουθεί να τα χρησιμοποιεί μόνο για να σκοτώσει και να καταστρέψει, ε, με συγχωρείτε, τα λάχανα είναι πολύ πιο έξυπνα από αυτόν.

Κρ.Π.: Να συνεχίσετε, με την πορεία που είχατε στη μουσική;

Αρλέτα: Ξεκίνησα, λοιπόν, με τρεις δίσκους, «Αρλέτα 1», «Αρλέτα 2», «Αρλέτα 3», μόνο με κιθάρα και με τους ίδιους περίπου συντελεστές, νέοι άνθρωποι, πάντα.

Από τον δεύτερο δίσκο, άρχισα να γράφω και δικά μου τραγούδια. Ζήλευα. Ζήλευα πάρα πολύ. Και το πρώτο που έκανα ήταν Τα Μικρά Παιδιά. Δεν είχα ξαναγράψει, ούτε στιχάκι ποτέ. Γιατί εγώ δεν έγραφα στίχους, ούτε ως έφηβη.

Μετά ήταν του Χατζηδάκι, το 12 συν 1, μετά αν θυμάμαι καλά, ήταν οι Έξι Μέρες, σε ποίηση της Παυλίνας Παμπούδη και μουσική δική μου, στη συνέχεια ήταν η διακοπή της χούντας, και ο πρώτος δίσκος που έκανα μετά τη χούντα, ήταν η Τρίτη Ανθολογία του Σπανού. Μετά έκανα το Παιδί της Γης, σε ποίηση Χατζηδάκι και μουσική του Μαυρουδή, κατόπιν το Ένα καπέλο τραγούδια που είναι όλος δικός μου, στίχοι και μουσική.

Μετά, νομίζω ότι ήταν ο δίσκος που έκανα με τον Λάκη Παπαδόπουλο, το Περίπου.

Στη συνέχεια, όταν έφυγε από τη Λύρα ο Πατσιφάς, δεν ήθελα να είμαι πια, αν και μου προτάθηκε να αναλάβω τη μισή παραγωγή της εταιρείας αλλά αρνήθηκα να το κάνω, γιατί είπα στον κύριο που μου το πρότεινε, ότι εγώ είμαι ενεργός καλλιτέχνης, και δεν μπορώ να κάνω τον χωροφύλακα στους συναδέλφους μου.

Με αυτά και με άλλα, βρέθηκα στη Sony, όπου έκανα πολύ καλούς δίσκους: Ο πρώτος ήταν το Τσάι γιασεμιού, ο δεύτερος ήταν το Μετά Τιμής. Έκανα καινούργιες δουλειές, και ενδιάμεσα έκανα και νέες εκτελέσεις. Μετά, έκανα το Ζητάτε να σας πω, με παλιά τραγούδια τα οποία τραγουδούσα σαν παιδί και εξακολουθώ να τα τραγουδάω και τα αγαπώ πάρα πολύ.

Κι εγώ τραγουδάω τα τραγούδια που αγαπώ και μου αντέχουν στον χρόνο. Δηλαδή, ένα τραγούδι που μπορώ να το τραγουδάω 40 χρόνια ή 50 και να μη με κουράζει, αυτό μου αρέσει. Όπως και ένα καινούργιο τραγούδι, ή ένα παλιό που μπορεί να το ανακαλύψω τώρα. Δεν έχει καμία σημασία. Θα βγω και θα το πω και θα μ’ αρέσει πολύ…

Ακολούθησε το Άσε τα κρυφά κρυμμένα, με μισά τραγούδια δικά μου και μισά άλλων, και το Έμπορος ονείρων, και μετά έκανα 13 χρόνια να τραγουδήσω…

Κρ.Π.: Γιατί;

Αρλέτα: Διότι ουδείς ήθελε να κάνει δίσκο μαζί μου.

Κρ.Π.: Σε ποια δεκαετία συνέβη αυτό;

Αρλέτα: Νομίζω το ’90. Μετά το 1995 που βγήκε ο Έμπορος ονείρων, και το βιβλίο μου: Από πού πάνε για την άνοιξη;. Μετά από αυτό, έκανα 13 χρόνια να… σκάσω μύτη, με το Και πάλι χαίρεται.

Κρ.Π.: Το 2009;

Αρλέτα: Ναι, πρέπει να ήταν πριν τρία χρόνια περίπου. Έγινε μετά από μια περιπέτεια πολύ σοβαρή και όταν βγήκε αυτό το cd ανακάλυψαν στα αρχεία της Λύρα μια ηχογράφηση που είχε γίνει demo για να σταλεί έξω, με δώδεκα τραγούδια στα αγγλικά.

Αυτά ήταν τα τελευταία που έκανα, και δεν ξέρω αν θα ξανακάνω τίποτα. Γιατί οι δισκογραφικές εταιρείες για μένα δεν υφίστανται. Έχει ξεφτιλιστεί τελείως η κατάσταση.

Και κάνω αυτά που αγαπάω, κι αυτά που μ’ αρέσουν, κι αυτό έχω σκοπό να κάνω…

Κρ.Π.: Αυτό το διάστημα των 13 χρόνων, που δεν εμφανιστήκατε πουθενά, δηλαδή, από το 1995 μέχρι το 2009;

Aρλέτα: Δεν ήταν επειδή το ήθελα, ήταν κατ’ ανάγκην. Σε μια δεκαετία έχω πάθει περίπου έξι πολύ σοβαρές ασθένειες. Ήμουν άρρωστη, δηλαδή, σχεδόν συνέχεια. Κι αυτό σίγουρα δε μου επέτρεπε να κάνω τίποτα. Ήμουν ή άρρωστη, ή σε ανάρρωση, όπως και τώρα είμαι σε ανάρρωση. Και σε λίγο θα ξαναείμαι.

Kρ.Π.: Έχετε πάρει ντοκτορά στο θέμα της ίασης…

Αρλέτα: Νομίζω έχω πάρει πολλά ολυμπιακά μετάλλια… Ένα πράγμα που είμαι προπονημένη, είναι στις αρρώστιες.

Κρ.Π.: Και ο πατέρας σας ήταν γιατρός…

Αρλέτα: Ναι ήταν γιατρός, και πολύ καλός γιατρός. Και δυστυχώς γι αυτόν και για μας, ιδεολόγος.

Κρ.Π.: Πώς αντιμετωπίζετε μια ασθένεια;

Αρλέτα: Όταν έρθει, ή φεύγεις, ή μένεις. Απ’ τη στιγμή που μένεις, θα πρέπει να προσπαθήσεις να ζήσεις όσο γίνεται καλύτερα. Δεν ξέρω να σας πω ακριβώς, γιατί δεν έχω προλάβει και πολλά πράγματα. Μόλις έφευγε το ένα, ερχόταν το άλλο. Χρειάζεται πάρα πολύ υπομονή, κάτι που έχω, αλλά έχω φτάσει και στο όριό μου, νομίζω. Δεν ξέρω αν θ’ αντέξω τίποτε άλλο. Είμαι, πάντως, άνθρωπος μεγάλης αντοχής.

Κρ.Π.: Ήρωας.

Αρλέτα: Δεν είμαι ήρωας, απλώς έχω κακό γονίδιο. Αλλά και πολύ γερό οργανισμό. Έτσι μου λένε. Αλλιώς δεν θα άντεχα.

Το θέμα είναι ότι πλέον χρωστάω τη ζωή μου σε κάποιους ανθρώπους, και δεν μπορώ να την πάρω πίσω μόνη μου. Δεν είναι δικιά μου πια.

Κρ.Π.: Πώς το εννοείτε αυτό;

Αρλέτα: Εννοώ ότι αν δεν ήταν αυτοί οι άνθρωποι, εγώ δεν ήμουν εδώ, τώρα. Άρα τους την χρωστάω, δεν είναι δικιά μου. Κι επίσης, χρωστάω και της Μιχαλούς. Αυτό είναι σίγουρο.

Κρ.Π.: Εννοείται συναισθηματικά ή πρακτικά;

Αρλέτα: Και συναισθηματικά, και πρακτικά, και ουσιαστικά και όπως θέλετε. Και ξέρετε, μπορεί να έχω πάρα πολλά ελαττώματα, αλλά δεν νομίζω ότι είμαι αχάριστος άνθρωπος. Άχρηστη μπορεί να είμαι, αχάριστη όχι.

Kρ.Π.: Θέλετε να πείτε και για το Νέο Κύμα;

Αρλέτα: Υπάρχει ένας μύθος εκεί. Το Νέο Κύμα, εγώ το συνάντησα προς το τέλος του. Το Νέο Κύμα, ήταν η Καίτη Χωματά, ο Γιώργος Ζωγράφος, ο Γιάννης Σπανός, ο Μαυρουδής, ο Κοντογιώργος, αυτοί το ξεκίνησαν…

Εγώ ήρθα προς το τέλος. Γιατί το Νέο Κύμα, μετά τη χούντα δεν υπήρχε. Κι επίσης, κυνηγήθηκε πάρα πολύ ακόμα κι από κάποιους που ήταν μέσα σ’ αυτό.

Ξέχασα να αναφέρω και τον Διονύση Σαββόπουλο, γιατί κι αυτός ήταν Νέο Κύμα. Το θυμήθηκε πριν από λίγο καιρό.

Το Νέο Κύμα, είναι κάτι που κυνηγήθηκε και δυσφημίστηκε κατά κόρον, πιστεύω γιατί ήταν δημιουργία μιας ομάδας ανθρώπων, με επικεφαλή τον Αλέκο Πατσιφά που έκανε τη Λύρα. Δεν ήταν δηλαδή, ένα είδος που το έκανε ο κόσμος και μετά το πήραν μυρωδιά οι υπόλοιποι. Ήταν δημιούργημα ανθρώπων. Και στην Ελλάδα, τα δημιουργήματα των ανθρώπων δεν πολυαρέσουν. Ή δολοφονούμε τους κυβερνήτες, ή δολοφονούμε τους καλλιτέχνες. Κι αυτό το λέω μετά λόγου γνώσεως.

Αν καθίσουμε να λάβουμε υπόψιν μας το πόσο έχουν δυσφημιστεί οι καλλιτέχνες στην Ελλάδα… Πράγματα τα οποία ξεχνάμε όταν αρχίζουν να τους εκθειάζουν. Δεν θέλω να αναφερθώ συγκεκριμένα. Αλλά θα ‘πρεπε να γίνει μία έρευνα πάνω σ’ αυτό.

Και επίσης, το γεγονός, ότι το ελληνικό κράτος, είναι πάρα πολύ εχθρικό με τους καλλιτέχνες. Όλοι νομίζουν ότι οι καλλιτέχνες είναι ζάπλουτοι.

Εγώ αν έχω να πάρω 100 ευρώ, πριν τα πάρω, τα 33 πάνε στο κράτος. Έχω 33% κρατήσεις στην πηγή. Και βέβαια, μετά, έχουμε επιπλέον φορολογία.

Επίσης, είμαι ουσιαστικά ανασφάλιστη, διότι εμάς μας γράψανε στο ΙΚΑ, όταν εγώ ήμουν 45 χρονών, ενώ τραγουδούσα από τα 20. Κι αν δεν είχα μια ασφάλιση απ’ τον πατέρα μου, όλα αυτά που έχω περάσει, δεν θα τα είχα περάσει, βέβαια. Θα είχα φύγει μια ώρα αρχύτερα…

Το ελληνικό κράτος, όμως, διαλέγει τρείς – τέσσερις οι οποίοι είναι οι γνωστότεροι, και νομίζει κανείς ότι όλοι είναι έτσι… Αλλά, για να υπάρξουν αυτοί οι τρεις – τέσσερις, οι top, πρέπει να υπάρχουν και οι υπόλοιποι. Δεν γίνεται αλλιώς. Για παράδειγμα, μια ποδοσφαιρική ομάδα έχει τ’ αστέρια της. Δεν παίζουν μόνα τους, όμως. Έχουν ανάγκη και τους άλλους για να κάνουν παιχνίδι… Σ’ αυτή τη χώρα, δεν λαμβάνουν υπόψη τους, ότι πρέπει να υπάρχει κι ένας χώρος καλλιτεχνικός και δημιουργικός για να υπάρξουν και οι μεγάλοι. Εδώ, μόνο οι μεγάλοι τους ενδιαφέρουν.

Το πως γίνανε, πως βγήκανε, πως σταθήκανε, ουδέναν ενδιαφέρει. Και ξέρετε, αυτό είναι πάρα πολύ άσχημο, γιατί η Ελλάδα είναι χώρος με πάρα πολλά ταλέντα και γενικά οι Έλληνες, ήταν ένας λαός καλλιεργημένος, μόνο και μόνο επειδή μίλαγε ελληνικά. Μόνο και να μιλάς αυτή τη γλώσσα, είσαι καλλιεργημένος. Είναι τόσο πλούσια και τόσο παλιά. Τά ‘χει όλα μέσα της.

Τώρα πάνε να την καταργήσουν κι αυτή για να ησυχάσουμε.

Και όλοι, με πάρα πολύ χαρά… και εδώ θα το πω αυτό και θέλω πολύ να γραφτεί: Μία κυρία πριν από κάποια χρόνια –κι έχω καλή μνήμη, παρόλα τα εγκεφαλικά που έχω περάσει, είμαι μια χαρά- είπε ότι πρέπει τα αγγλικά να γίνουν επίσημη γλώσσα του ελληνικού κράτους. Κι αντί να την κρεμάσουν ανάποδα στο Σύνταγμα, την έκαναν υπουργό Παιδείας!

Κρ.Π.: Την κυρία Διαμαντοπούλου, εννοείτε…

Αρλέτα: Την κυρία Διαμαντοπούλου με το όνομα. Ουδείς και πουθενά, δεν είδα να αναφέρει ή να αναφέρεται σ’ αυτό. Ενώ το είπε, και είναι καταγραμμένο. Δεν το λέω εγώ. Αυτό αν το είχε πει άνθρωπος, θα έπρεπε να τον είχαν κρεμάσει στο Σύνταγμα, και να του είχαν βάλει και φωτιά από κάτω. Και αντί γι’ αυτό, έγινε υπουργός Παιδείας, παρακαλώ!

Δεν την ξέρω προσωπικά την κυρία. Αλλά αυτή τη φράση που είπε, δεν πρόκειται να την συγχωρήσω όσο ζω. Γιατί, αν γύρισα στην Ελλάδα, γύρισα για τη γλώσσα. Είμαι ερωτευμένη με τη γλώσσα.

Και η Ελλάδα, είναι μια χώρα, σαν την Ιθάκη. Δεν έχει να δώσει… Όλοι γυρεύουν απ’ την Ελλάδα, να φάνε, να φάνε, να φάνε. Δεν έχει να δώσει η Ελλάδα πολλά πράγματα. Είναι μια χώρα παλιά. Φτωχή δεν είναι. Είναι παλιά, κι έχει πάρα πολλές ανάγκες.

Αυτό που δεν καταλαβαίνουν, είναι πως και μόνο το ότι υπάρχουμε, είναι ένα θαύμα. Αν καθίσει κάποιος να σκεφτεί ότι άλλοι λαοί αφομοιώθηκαν σε χρόνο ρεκόρ… κι αντίθετα, εμείς, 2 χιλιάδες χρόνια μετά, δεν αφομοιωθήκαμε! Και τώρα, πάμε να αφομοιωθούμε. Και όλοι, είναι πανευτυχείς που πάμε να αφομοιωθούμε με πρωτεργάτη την πρώην υπουργό Παιδείας.

Διότι, ακούω στην τηλεόραση να λένε ότι αγγλικούρες μπορείτε να φανταστείτε –γιατί ούτε αγγλικά ξέρουν. Οι δε δημοσιογράφοι της κρατικής τηλεόρασης, το τι πατάτες λένε, δεν λέγεται. Κι εγώ, τους πληρώνω, αυτούς. Κι όταν πληρώνω κάποιον έχω την απαίτηση να μιλάει ελληνικά. Όχι την επιθυμία. Την απαίτηση.

Να σας πω όμως κάτι. Ότι και να κάνουνε, δεν πρόκειται να την ξεριζώσουν αυτή τη γλώσσα. Έχετε προσπαθήσει να ξεριζώσετε άγρια βάτα; Δεν ξεριζώνονται με τίποτα.

Το θέμα είναι, πόσοι νέοι άνθρωποι θα αντισταθούν; Πιστεύω ότι θα υπάρξουν λίγοι, πολλοί λίγοι, γιατί οι έλληνες έτσι κι αλλιώς είναι πολύ λίγοι. Πάντα ήταν μικρός λαός.

Κι αυτό που λέμε «είμαι Έλληνας», είναι πολύ βαρύ πράγμα. Είμαι τελείως κάθετη. Είχα παρακολουθήσει στα ορεινά της Κρήτης, δύο γέρους να μιλάνε σε ένα καφενείο, και να έχουν μία φιλοσοφική συζήτηση, απίστευτη. Κι επίσης είχα δάσκαλο τον Παντελή Πρεβελάκη, ο οποίος είχε ζήσει όλη του τη ζωή στο Παρίσι, αλλά εξακολουθούσε να έχει μία τόσο βαριά κρητική προφορά, που πολύ το φχαριστιόμουνα. Δηλαδή, έλεγε γαλλικές λέξεις, και νόμιζες ότι ήσουνα στα ορεινά χωριά της Κρήτης.

Και άλλοι πηγαίνουν για ένα μήνα στο εξωτερικό, και γυρνάνε κι έχουν ξεχάσει τα ελληνικά τους. Μπερδεύουν τις λέξεις. Θεούλη μου και Παναγία μου. Τι γυφτιά!(αν και δεν μ’ αρέσει η λέξη, γιατί οι γύφτοι είναι πολλές φορές, καλύτεροι από μας).

Κρ.Π.: Είπατε ότι κατάγεστε από τη Ρούμελη;

Αρλέτα: Πατρίδα μου, πραγματική, όπως είπα, είναι τα Εξάρχεια. Η καταγωγή μου είναι και από τις δύο μεριές από τη Ρούμελη. Έχω και μία ρίζα από την προγιαγιά μου, από την Κρήτη. Η μητέρα μου ήταν μέσα από τη Λειβαδιά, ο πατέρας μου από τον Ορχομενό, μισή ώρα μακριά από τη Λειβαδιά. Και είμαι από τη μια μεριά από τζάκι(από τη μεριά της μαμάς μας), κι από την άλλη από φουφού(από τη μεριά του μπαμπά). Σύμφωνα με τα πρότυπα της εσπερίας, όχι τα δικά μου.

Η γιαγιά μου, η μητέρα της μητέρας μου, ήταν λίγο high society… Διότι η γιαγιά μου, από τη μεριά του μπαμπά μου, για μένα ήταν ακόμα πιο high society, ήταν θεραπεύτρια όπως και ο παππούς μου, κι από αυτή την οικογένεια, ο πατέρας μου, ήταν το μόνο παιδί που σπούδασε και κατάφερε να γίνει γιατρός.

Αλλά δεν πρόλαβα να γνωρίσω καλά όλους τους προγόνους μου. Γενικά, δεν είμαστε μακρόβια οικογένεια.

Κρ.Π.: Εύχομαι να το… σπάσετε αυτό.

Αρλέτα: Για την ώρα, έχω σπάσει τα μούτρα μου, τόσες φορές, κι έχω δει το χάρο με τα μάτια μου άλλες τόσες, και μού χει πει, σήκω φύγε. Δεν εξηγείται αλλιώς. Γιατί εγώ, δεν έπρεπε να ‘μαι εδώ, τώρα…

Κρ.Π.: Το όνομα Αρλέτα, πώς προέκυψε;

Αρλέτα: Με βάφτισαν Αργυρώ – Νικολέτα. Ο νονός μου πήρε το Αρ- από το Αργυρώ και το Λέτα από το Νικολέτα, και έτσι έγινε το Αρλέτα, ένα όνομα που υπάρχει στη γαλλία, ως Αρλετ, και το είχε και μία γαλλίδα ηθοποιός, που την έλεγαν Αρλετύ.

Κρ.Π.: Έχετε πολύ ήρεμη φωνή.

Αρλέτα: Είμαι αποτελεσματικότετη από τα βαρβιρουρικά και πολύ ολιγότερον τοξική. Έχω κοιμήσει πολλά μωρά και έχω ησυχάσει και πολλά μωρά. Ένα από αυτά ήμουν κι εγώ -η μητέρα μου το έχει πει, γιατί εγώ δεν το θυμόμουν: ότι όταν ήμουν μωρό νανουριζόμουνα μόνη μου.-

https://www.youtube.com/watch?v=uxIAAMy99Ek

Κάρολος Κουν: Μαζί ίσως κάτι μπορέσουμε να κάνουμε

07:17, 15 Μαρ 2013 | Κρυσταλία Πατούλη tvxs.gr/node/122575

[…] Δε κάνουμε θέατρο για το θέατρο. Δε κάνουμε θέατρο για να ζήσουμε. Κάνουμε θέατρο για να πλουτίσουμε τους εαυτούς μας, το κοινό που μας παρακολουθεί κι όλοι μαζί να βοηθήσουμε να δημιουργηθεί ένας πλατύς, ψυχικά πλούσιος και ακέριος πολιτισμός στον τόπο μας. Μόνος ο καθένας μας είναι ανήμπορος. Μόνος, ο καθένας από σας τους πιο κοντινούς στην προσπάθειά μας, είναι ανήμπορος. Μαζί ίσως κάτι μπορέσουμε να κάνουμε. Το θέατρο ως μορφή Τέχνης, δίνει τη δυνατότητα να συνδεθούμε, να συγκινηθούμε, ν’ αγγίξουμε ο ένας τον άλλον, να νοιώσουμε μαζί μια αλήθεια. Να γιατί διαλέξαμε το θέατρο σα μορφή εκδήλωσης του ψυχικού μας κόσμου […]  Κάρολος Κουν

Το «Θέατρο Τέχνης» ιδρύθηκε το ’42 πριν 39 χρόνια, στην αρχή της Γερμανικής Κατοχής.

Η ανάγκη για ένα τέτοιο θέατρο, ένα θέατρο συνόλου, είχε ωριμάσει μέσα μου πολύ πριν, τον καιρό που ιδρύθηκε η ημι-επαγγελματική «Λαϊκή Σκηνή» το ’34 και που  διαλύθηκε το ’38 στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά, επειδή παίζαμε «αριστερά έργα» όπως ο Πλούτος του Αριστοφάνη κι ο Κατά φαντασίαν ασθενής του Μολιέρου.

Η εποχή της κατοχής ήταν μια συναισθηματικά, πλούσια εποχή. Έπαιρνες πολλά και έδινες πολλά. Μας ζώνανε κίνδυνοι, στερήσεις, βία και τρομοκρατία. Γι’ αυτό σαν άνθρωποι αισθανόμασταν την ανάγκη της πίστης, εμπιστοσύνης, συναδέλφωσης, έξαρσης, και θυσίας.

Αισθανόμασταν την ανάγκη για έναν σωστότερο κόσμο, ένα κόσμο με λιγότερες ανθρώπινες ατέλειες, γι’ αυτούς από εμάς που θα επιζούσαμε.

Αψηφούσαμε το θάνατο και κυνηγούσαμε με μανία τη ζωή, χωρίς περίσκεψη και προφύλαξη και ταπεινές σκέψεις. Είμαστε γνήσιοι και αληθινοί. Τα περιθώρια των έργων που ετοιμάζαμε ήταν αναγκαστικά περιορισμένα. Αλλά στο τραπέζι της πρόβας μέσα στο συρτάρι υπήρχαν και τα έργα που ελπίζαμε να παίξουμε όταν θ’ αποκτούσαμε τη λευτεριά μας.

Είμασταν όλοι στην αντίσταση και σχεδόν όλοι στις γραμμές του ΕΑΜ. Δεν μπορώ μέσα μου ν’ απαρνηθώ και να ξεχάσω εκείνα τα χρόνια. Τα χρόνια που πιστεύαμε ακόμα σ’ ένα κόσμο απαλλαγμένο από μικρότητες και βία. Με την απελευθέρωση και την μετακατοχική περίοδο, όλα διαλυθήκανε.

Το 1945 το «Θέατρο Τέχνης» αναγκάστηκε να διακόψει τη λειτουργία του. Άλλα περιμέναμε και άλλα μάς βρήκανε.

Χτυπήθηκαν και χάθηκαν ιδανικά και όνειρα και προοπτικές και πάνω απ’ όλα έλειψε η πίστη. Η πίστη και η μεταξύ μας συνεννόηση και επαφή.

Το 1946, με λίγο κρύα καρδιά, προσπάθησα να συμμαζέψω και να συναρμολογήσω ό,τι μπόρεσε να απομείνει. Με λίγο μαζεμένα τα φτερά λειτουργήσαμε άλλα τρία χρόνια.

Τότε πιά, αναγκαστήκαμε να διακόψουμε οριστικά για λόγους οικονομικούς-πολιτικούς και εσωτερικής συνοχής. Θα ‘πρεπε να σταματήσω και να διαμορφώσω πάλι από την αρχή ένα πυρήνα. Αυτό και έγινε.

Εργάστηκα σαν σκηνοθέτης στο «Εθνικό Θέατρο» για δύο χρόνια, ξεπλήρωσα τα χρέη του «Θεάτρου Τέχνης».

Παράλληλα συνέχισα τη Σχολή με νέα παιδιά. Μαζεύοντας συνδρομές, διαμορφώσαμε το χώρο στο υπόγειο του Ορφέα. Το 1954 ανάψαμε πρόχειρους προβολείς για να φωτίσουμε μπρος σε καμιά εκατοστή θεατές τη Μικρή μας πόλη του Θόρντον Γουάιλντερ. Έτσι λειτούργησε πάλι το «Θέατρο Τέχνης» σχεδόν αποκλειστικά με νέους αδειούχους μαθητές. […]

* από το βιβλίο Κάρολος Κουν, για το θέατρο (κείμενα και συνεντεύξεις). Επιμέλεια: Γιώργος Κοτανίδης. Εκδόσεις: Ιθάκη, 1981. Το αυτοβιογραφικό κείμενο είναι απόσπασμα από συνέντευξη που παραχώρησε ο Κάρολος Κουν στον Βάιο Παγκουρέλη για λογαριασμό του Βήματος (4.10.1982).

Αποφασίσαμε να ιδρύσουμε το Θέατρο Τέχνης από την ανάγκη της δημιουργίας ενός θεάτρου συνόλου. Μια ομάδα που θα ‘χε μάθει να σκέφτεται και να εργάζεται με ψυχική και οργανική ενότητα. Μια ομάδα ειδικά εκπαιδευμένη κι υποταγμένη σε μια νέα διδασκαλία θεατρικής έκφρασης που θα διαμορφωνόταν μέσα στο χρόνο για να εξυπηρετήσει, όσο γίνεται καλύτερα, έργα θεατρικά, αποκαλυπτικά και για τους ερμηνευτές και για το κοινό. Η δημιουργία ενός θεάτρου έξω από το εμπορικό κύκλωμα, ενός θεάτρου αδέσμευτου από επιχειρηματία, απαλλαγμένο από βεντετισμούς, ανένδοτο σε καλλιτεχνικούς συμβιβασμούς. Κάρολος Κουν

Ελένη Νίνα: Η κοινωνία βυθίζεται στην απάθεια, άρα στη διαταραχή!

577293_151148295049533_488445772_n

«Αυτά είναι σημάδια των καιρών, ότι η κοινωνία βυθίζεται στην απάθεια, άρα στη διαταραχή! Και κατά τα άλλα, κλείνουμε τις σχολές Ψυχολογίας, να μην υπάρξει τίποτα, καμιά φωνή, ούτε επιστημονικός λόγος, ούτε ορθός λόγος! Δεν υπάρχει πια ορθολογισμός. Επικρατεί ένα βάρβαρο συναίσθημα και μία απάθεια. Τίποτε άλλο.» Η κλινικός ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια Ελένη Νίνα μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη, με αφορμή, άλλο ένα συμβάν αυθαίρετης βίας, και σχολιάζουν η κάθε μία με τον δικό της τρόπο, την σοβαρή ασθένεια της απάθειας η οποία όλο και περισσότερο δείχνει να χαρακτηρίζει την ελληνική κοινωνία και σε όλο και μεγαλύτερο  βαθμό, φτάνοντας πλέον στα όρια της κοινωνικής διαταραχής…

Ελένη Νίνα: Η απάθεια, είναι αρρώστεια όπως και ηεξοικείωση με τη βία. Αυτό είναι.

Στην ιστορία της ανθρωπότητας, παρατηρείται εξοικείωση με τη βία, εδώ και αιώνες, και ειδικά, οι γυναίκες, είναι πολύ πιο εξοικειωμένες.

Αλλά και γενικά, στην κοινωνία υπάρχουν ασθενέστερες ομάδες, είτε είναι γυναικών, είτε είναι παιδιών, είτε είναι πολιτών, που δεν μπορούν να αμυνθούν γιατί φοβούνται.

Κρ.Π.: Εδώ, μιλάμε, όμως, σχεδόν για μια ολόκληρη κοινωνία, που κάθεται και παρατηρεί, σαν να βλεπει τηλεόραση…

Ελ.Ν.: Σαφέστατα. Από τότε, με τον πόλεμο στο Ιράν που καθόμασταν με τα ποπ κορν απέναντι στην τηλεόραση, ξεκίνησε ο κόσμος να εξοικειώνεται με τη βία με τον συγκεκριμένο τρόπο.

Γενικά, όντως, αδρανοποιείται η κοινωνία και κάθεται μπροστά σε μια τηλεόραση, ή μπροστά σε ένα βίντεο, παρακολουθώντας τη βία και εξοικειώνεται συνεχώς ακόμα περισσότερο μ’ αυτήν.

Κι αυτό είναι ασθένεια. Είναι διαταραχή. Και κινδυνεύει να πάρει τέτοιες διαστάσεις, που θα επικρατήσει πραγματικά ο νόμος της ζούγκλας, και εμείς θα κοιτάμε!

Κρ.Π.: Μα, αυτό, ήδη γίνεται σε μεγάλο βαθμό. Αυτό είναι το θέμα.

Ελ.Ν.: Γίνεται, αλλά θα πάρει και άλλες διαστάσεις. Θυμήσου το. Θα σκοτώνουν τον διπλανό, και μεις θα περνάμε αδιάφοροι(και θα το έχουμε γραμμένο στο i-phone – το τελευταίο μοντέλο  i-phone…)

Κρ.Π.: Μόνο στην Ιερισσό φαίνεται να αντιδρούν ουσιαστικά στη βία, σήμερα…

Ελ.Ν.: Όμως, ότι αντίδραση γίνεται, παρακολούθησε ότι εξασθνεί, επίσης. Μετά από λίγο καιρό… κάναμε το χρέος μας και πάμε σπίτι μας, κι έλλειξε η υπόθεση…

Αυτά είναι σημάδια των καιρών, ότι η κοινωνία βυθίζεται στην απάθεια, άρα στη διαταραχή!

Και κατά τα άλλα, κλείνουμε τις σχολές Ψυχολογίας, να μην υπάρξει τίποτα, καμιά φωνή, ούτε επιστημονικός λόγος, ούτε ορθός λόγος! Δεν υπάρχει πια ορθολογισμός. Επικρατεί ένα βάρβαρο συναίσθημα. Και μία απάθεια. Τίποτε άλλο.-

 

 

Ελένη Νίνα: Οι γυναίκες, συμπράττουν, συχνά, στο να διώκονται!

06:58, 08 Μαρ 2013 | tvxsteam tvxs.gr/node/121870

Παρόλες τις προόδους που έχουν γίνει -κυρίως στις δυτικές κοινωνίες- ακόμα και σήμερα βλέπουμε ως κατώτερη τη γυναίκα ή ως είδος προς…προστασίαν. Η γυναίκα έχει εκπαιδευτεί στο να έχει ενοχή, ντροπή και φόβο! Σαν ρόλο και σαν παιδεία μαθαίνει να είναι πολυπράγμων, ν’ ακούγεται λίγο, να μην λαμβάνει πολύ εκπαίδευση πάνω σε θέματα διαχείρισης εξουσίας, και να καταλήγει πολύ πιο αβασάνιστα στο ότι φταίει! Αυτός είναι κι ένας από τους λόγους που συχνά οι γυναίκες συμπράττουν στο να διώκονται, αλλά και να μαθαίνουν στα παιδιά τους το ίδιο… Η κλινικός ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια Ελένη Νίνα, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη για το tvxs.gr, με αφορμή την… ημέρα της γυναίκας.

Κρ.Π.: Σύμφωνα με στοιχεία που δόθηκαν πρόσφατα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ακόμα και σήμερα, είναι

«αγεφύρωτο» το χάσμα στους μισθούς ανδρών και γυναικών…

Ελ.Ν.: Και όχι μόνο… Πρώτον όμως να πούμε, ότι ακόμη υπάρχει η μέρα της γυναίκας. Υπάρχει ημέρα αφιερωμένη στη γυναίκα, στο παιδί, στην προστασία των ζώων, όπως και ημέρα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κλπ..  Το ότι ορίζουμε, λοιπόν, μία μέρα γι’ αυτό το θέμα, για να θυμηθούμε τη γυναίκα ως οντότητα, κάτι σημαίνει…

Σημαίνει, λοιπόν, ότι τις υπόλοιπες ημέρες έχουμε διακρίσεις, γι’ αυτό και πρέπει να αφιερώσουμε ένα συγκεκριμένο χρόνο για να την… θυμηθούμε.

Αυτό, σαφώς, είναι πολύ βελτιωμένο πολλές δεκαετίες τώρα, λόγω των κινημάτων που έχουν γίνει για τα ανθρώπινα δικαιώματα που περιέχουν και τα παιδιά και τις γυναίκες. Αλλά και οι ίδιες οι γυναίκες έχουν δώσει αγώνες γι’ αυτό, όπως και οι άντρες. Η κατάσταση έχει, λοιπόν, βελτιωθεί πάρα πολύ κυρίως στις δυτικές κοινωνίες.

Οπότε, μιλάμε για την εργασιακή αξία της γυναίκας στις δυτικές κοινωνίες, γιατί σε κάποιες από τις άλλες κοινωνίες η ίδια η αξία της ζωής της γυναίκας, δεν έχει αξία! Καμία! Γι’ αυτό είναι προς απόλυτη εκμετάλλευση χωρίς να πληρώνονται. Μπορούν ακόμη και να τις σκοτώσουν χωρίς να δώσουν ούτε λόγο, όπως για παράδειγμα στο Αφγανιστάν, που ακόμη και να πεθάνει μια γυναίκα μπορεί και να μη σημαίνει τίποτα, και οι άντρες δεν δικάζονται όταν προβαίνουν σε δολοφονία γυναικών.

Άρα, μιλάμε για τις δικές μας κοινωνίες, και σχολιάζουμε τη μέρα της γυναίκας, και πόσο αμείβεται η γυναίκα, κάτι που βεβαίως, είναι χαρακτηριστικό, του πως βλέπουμε τη γυναίκα…

Ακόμα και σήμερα, λοιπόν, βλέπουμε ως κατώτερη τη γυναίκα ή ως είδος προς προστασίαν…

Γι’ αυτό και το παραδοσιακό μοντέλο επιβάλλει στη γυναίκα να είναι στο σπίτι  για να προστατεύεται –υποτίθεται… Διότι, όπως και στα μουσουλμανικά καθεστώτα η γυναίκα πρέπει να είναι στο σπίτι και να… υπόκειται όλους αυτούς τους εξευτελισμούς και τις ταπεινώσεις για την προστασία της! Ή πρέπει να καλύπτεται από πάνω μέχρι κάτω για την δήθεν προστασία της.

Η κοινωνία των αντρών προστατεύει(δήθεν) μ’ αυτόν τον ευνουχιστικό τρόπο τις γυναίκες. Οι άντρες «προστατεύουν» τις γυναίκες αλλά και προστατεύονται και οι ίδιοι από τις γυναίκες…

Άρα, οι γυναίκες, εκτός του ότι αμείβονται λιγότερο, προστατεύονται και λιγότερο!

Όπως ξέρουμε, είναι εκείνες που έχουν και τον υψηλότερο δείκτη σε κακοποιήσεις αλλά και σε δολοφονίες, σε όλο τον κόσμο. Νομίζω κάθε 5 λεπτά, γίνεται κι ένας βιασμός γυναίκας, σε όλο τον πλανήτη.

Έχουμε, λοιπόν, το μεγάλο θέμα την κακοποίησης των γυναικών, της λεκτικής βίας που υπόκεινται οι γυναίκες, αλλά και της σωματικής βίας, και τη λεγόμενη ενδοοικογενειακή βία.

Όμως, να πούμε ότι υπάρχει και μία συνυπευθυνότητα των γυναικών μέσα σε όλο αυτό, εφόσον φαίνεται ότι οι ίδιες συγκαλύπτουν την κακοποίηση, καθώς οι καταγγελίες που καταγράφονται, είναι πολύ λίγες σε σχέση με τα περιστατικά που στην πραγματικότητα συμβαίνουν.

Πρώτον, συγκαλύπτουν την επιλογή τους(ότι δηλαδή, επέλεξαν τον συγκεκριμένο άντρα), και δεύτερον, το συγκαλύπτουν, επειδή, αν το καταγγείλουν, θα πρέπει και να φύγουν. Οι γυναίκες, λοιπόν, δεν τολμούν τόσο εύκολα να φύγουν, όσο οι άντρες…

Κρ.Π.: Και δεν είναι, μόνο, θέμα μη-ανεξαρτησίας…

Ελ.Ν.: Και ανεξάρτητες να είναι, μπορεί να συμβεί το ίδιο. Η αντίδραση στην κακοποίηση, δεν έχει να κάνει με κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, ούτε με μορφωτικό επίπεδο. Έχει να κάνει μόνο με συναισθηματική παιδεία και με την εξέλιξη του κάθε ανθρώπου.

Μπορεί να έχουν χρήματα, μπορεί να έχουν μόρφωση, και παρόλα αυτά να μένουν και να συγκαλύπτουν τη βία που συμβαίνει εις βάρος τους, ή τη διάκριση που συμβαίνει εις βάρος τους, γιατί δεν τολμούν να φύγουν.

Κρ.Π.: Και πολλές φορές, το δικαιολογούν, λέγοντας «φταίω και εγώ». Όπως και τα παιδιά, για να δικαιολογήσουν την βία των γονιών τους, μεγαλώνοντας ακούς να λένε ότι «καλά έκανε και με έδερνε π.χ. ο πατέρας μου, γιατί όταν το έκανε έφταιγα, ή το έκανε για το καλό μου… για να γίνω άνθρωπος!»

Ε.Ν.: Λένε, εγώ το προκάλεσα! Οπότε, είναι ενοχοποιημένες εκ προοιμίου.

Από μικρές οι γυναίκες μαθαίνουν να μένουν και να υπομένουν! Ενώ οι άντρες να φεύγουν και να ζητούν.

Βεβαίως, ο ρόλος των ανδρών έχει άλλες επιβαρύνσεις. Έχει την επιβάρυνση του να είναι οι κυνηγοί, του να είναι αυτοί που φέρνουν τα χρήματα στο σπίτι, του να είναι άνδρες, του να επιβεβαιώνονται μέσω της σεξουαλικής τους δραστηριότητας και μέσω της εργασιακής τους δραστηριότητας.

Κρ.Π.: Γι’ αυτό παρατηρείται ότι αυτοκτονούν περισσότεροι λόγω οικονομικών προβλημάτων…

Ελ.Ν.: Σε περιόδους κρίσης, έχουμε συντριπτικά αυτοκτονίες ανδρών, αφού για τον άνδρα το να μείνει άνεργος ισούται με αποτυχία! Για τη γυναίκα, μπορεί να είναι ατυχία.

Ο άνδρας, λοιπόν, βιώνει μέσα από αυτόν τον παραδοσιακό ρόλο, την αποτυχία, σε κάθε τι που θα πάει στραβά σε σχέση με τον εργασιακό τομέα.

Για τη γυναίκα, όντως, σε αυτόν τον τομέα που έχει να κάνει με την εργασία, είναι πιο προστατευμένα τα πράγματα, διότι δεν κρίνεται σαν επιτυχημένη ή αποτυχημένη. Κρίνεται περισσότερο, μέσω της συντροφικότητας της συζυγικής ζωής, και των παιδιών, και όχι μέσω του εργασιακού τομέα.  Οπότε, και οι άνδρες έχουν επιβαρύνσεις και ο ρόλος τους είναι πολύ απαιτητικός.

Αλλά και η γυναίκα έχει επιφορτιστεί με πολλούς ρόλους: Να φροντίζει το σπίτι, να φροντίζει το σύζυγο, να φροντίζει την καλή ατμόσφαιρα μέσα στο σπίτι, και να φροντίζει και τα παιδιά. Και μέχρι σήμερα, τα παιδιά είναι περισσότερο μέλημα της γυναίκας ακόμα κι αν είναι εργαζόμενη.

Βλέπουμε, δηλαδή, ότι ως εργαζόμενη -που μπορεί να εργάζεται από το πρωί μέχρι το βράδυ- έχει και όλα τα άλλα. Άρα, οι γυναίκες, είναι πολυπράγμονες, και αυτό που φαίνεται και από τις έρευνες είναι ότι κάνουν πρωτιές στα Πανεπιστήμια, κάνουν και καριέρες, αλλά παρόλ’ αυτά πρέπει να φροντίζουν και τα υπόλοιπα, και μάλιστα κρίνονται αυστηρά μέσω αυτών των… υπολοίπων.

Όπως, όμως, παρατηρείται, συχνά οι γυναίκες δεν κάνουν καλή άσκηση εξουσίας όταν βρίσκονται σε υψηλά αξιώματα. Ακριβώς γιατί έχουν καταπιεστεί και δεν έχουν μάθει ούτε εκπαιδευτεί, πάνω σε θέματα διαχείρισης εξουσίας, οπότε έχουμε και τα αρνητικά, λόγω της παιδείας που έχουμε πίσω μας.

Η γυναίκα, λοιπόν, σαν ρόλο και σαν παιδεία, έχει μάθει να κάνει πολλά πράγματα, να ακούγεται λίγο, να μην έχει πολύ εκπαίδευση πάνω σε θέματα διαχείρισης εξουσίας, και να καταλήγει πολύ πιο αβασάνιστα, στο ότι φταίει!

Κρ.Π.: Έχουν πει ανθρωπολόγοι, ότι σχετικά με την εικόνα της γυναίκας στις δυτικές κυρίως κοινωνίες, ο χριστιανισμός έχει διαμορφώσει ένα διχασμό: Από μία τη γυναίκα αγία-μητέρα-ιερή-παρθένο, και από την άλλη την πόρνη.

Ελ.Ν.: Οι γυναίκες ανέκαθεν, έπρεπε να προσέχουν…

Δεν είναι μόνο με τον ιουδαιοχριστιανικό πολιτισμό που εντείνει την ενοχή, και το φόβο της τιμωρίας. Είναι και πιο πριν.

Η κοινωνία που δεχόταν τις γυναίκες σχεδόν ισότιμα, ήταν η Σπάρτη.  Αντίθετα, στην αρχαία Αθήνα, οι γυναίκες έπρεπε να μένουν σπίτι και να μην εκφέρουν λόγο. Αυτές που είχαν συναναστροφή με τους  άντρες ήταν οι εταίρες, και όχι οι «καθώς πρέπει» γυναίκες.

Ξεκινάμε, λοιπόν, από αρχαιοτάτων χρόνων να βλέπουμε ότι η γυναίκα είχε διαφορετική αντιμετώπιση.

Και όπως είπες, από τον ιουδαιοχριστιανικό πολιτισμό, η γυναίκα έχει εκπαιδευτεί στο να έχει ενοχή, να έχει ντροπή, και φόβο! Οπότε, μέσα από αυτά τα χαρακτηριστικά, η στάση της γίνεται έμμεση συχνά, και όχι άμεση… Γι’ αυτό, οι γυναίκες, όταν θέλουν να θέσουν τα θέματά τους, περισσότερο τα γκρινιάζουν, παρά τα τοποθετούν και τα διαχειρίζονται.

Αυτό το γεγονός, από τη μία πλευρά, δημιουργεί πολλές παρεξηγήσεις και παρενέργειες και στον εαυτό τους και στο ζευγάρι.

Από την άλλη πλευρά, φαίνεται να είναι και αρκετά γενναίες, γιατί εκείνες αυτές, οι οποίες -περισσότερο- ψάχνουν να βρούν λύσεις. Μπορεί να μη τις ονομάζουν κατά τη διαδικασία που το κάνουν, αλλά ψάχνουν να βρουν λύσεις για να βοηθήσουν τα παιδιά τους και τον εαυτό τους. Και έτσι, βλέπουμε τις γυναίκες να είναι πολύ κινητικές για το πως να εξελιχθούν…  Διαβάζουν πάρα πολύ, ενημερώνονται πάρα πολύ και ψάχνουν τρόπους εναλλακτικούς, συμβατικούς, οτιδήποτε, για να εξελιχθούν.

Κρ.Π.: Και για να βοηθήσουν στις σχέσεις…

Ελ.Ν.: Προσπαθούν πάρα πολύ στις σχέσεις, ίσως γιατί έχουν εκπαιδευτεί ώστε να μιλάνε για τα συναισθήματά τους. Αν ξεπεράσουν, δηλαδή, τον φόβο και την ντροπή και αρχίσουν να μιλάνε για τα συναισθήματά τους, ναι, μπορούν να το κάνουν με πολύ μεγαλύτερη ευκολία απ’ ότι ένας άντρας, που… απαγορεύεται να μιλήσει γι’ αυτά.

Κρ.Π.: Σχετικά με το θέμα της εκμετάλλευσης των γυναικών;

Ελ.Ν.: Υπάρχουν σοβαρά θέματα στην αντιμετώπισή τους, διότι υπάρχει αυτή η εκμετάλλευσή τους από τους άντρες, οι οποίοι επιβάλλονται και μυϊκά και με τον φόβο… δηλαδή, με την τρομοκρατία.

Οπότε, υπάρχει εκμετάλλευση, υπάρχει πορνεία, εις βάρος των γυναικών, υπάρχει βία παντός τύπου, και το ότι μια γυναίκα, όπως είπαμε, είναι στο σπίτι, δεν σημαίνει ότι είναι και προστατευμένη! Συχνά, είναι προστατευμένη, μόνο εντός εισαγωγικών.

Εκτός του ότι υπάρχει ενδοοικογενειακή βία, λεκτική – ψυχολογική ή σωματική, υπάρχει και ο ενδοοικογενειακός βιασμός.  Πολλές γυναίκες δεν το λένε στο σύζυγο(ή και να το πουν δεν ακούγονται), όταν δεν επιθυμούν να περάσουν σε σεξουαλική πράξη, και υπόκεινται σε αυτή.

Έτσι κι αλλιώς, αυτό το θέμα της σεξουαλικότητας των γυναικών, είναι τεράστιο. Γιατί οι γυναίκες, επειδή ενοχοποιούνται, ντρέπονται και φοβούνται ότι μπορεί ο οποιοσδήποτε να τις ονομάσει πόρνες, οπότε προσέχουν πάρα πολύ, και δεν ικανοποιούνται,  δεν έχουν, δηλαδή, καλή σχέση με την απόλαυση, είναι πάρα πολύ ευαίσθητες σε προσβολές, και προσδιορίζουν και την ταυτότητά τους, με το πώς θα τις δει ένας άντρας, ή πως θα τις κρίνει η κοινωνία, οπότε πρέπει να προσέχουν τι φοράνε, πως κάθονται και πως φέρονται…

Κρ.Π.: Για τη σεξουαλική ικανοποίηση των γυναικών, που και οι έρευνες δείχνουν ότι υπάρχει πρόβλημα;

Ελ.Ν.: Έχουν γίνει πολλές έρευνες, που δείχνουν ότι μέσα από αυτό το πλέγμα το ενοχικό, το φοβικό, και της ντροπής, δεν μπορούν να ικανοποιηθούν. Και δεν μπορούν και εύκολα να μιλήσουν γι’ αυτό. Μπορεί να λένε και ψέματα πάνω σ’ αυτό, από το φόβο.

Κρ.Π.: Ακόμα και στον εαυτό τους…

Ελ.Ν.: Βέβαια… Συνειδητά ή ασυνείδητα.

Κρ.Π.: Η σεξιστική – ρατσιστική επίθεση που παρατηρείται εις βάρος των γυναικών, και μέσα από διαφημίσεις και εν πολλοίς από την μόδα, και γενικά μέσα από την κάθε κουλτούρα; Δηλαδή, αυτό που είπαμε και πριν, για την ιουδαιοχριστιανική κουλτούρα, και το πόσο κακό έχει κάνει στον ρόλο της γυναίκας;

Ελ.Ν.: Έχει κάνει πάρα πολύ κακό, γιατί την θέτει κατ’ αρχάς, ως υποδεέστερη…

Κρ.Π.: Μία θρησκεία που μαθαίνει ότι τα παιδιά δεν γεννιούνται από έρωτα και αγάπη, αλλά από έναν… κρίνο, που μύρισε μία παρθένα!

Ελ.Ν.: Η γυναίκα, δεν πρέπει να έχει σεξουαλική επαφή. Αυτό λέει ο ιουδαιοχριστιανισμός. Γιατί, αν το πάρουμε από την αρχή, από το μύθο τους, η γυναίκα, ήταν αυτή που συνέπραξε με το κακό. Άρα, είναι αυτή που παρέσυρε, αυτή που είχε σχέσεις με το κακό, και εξ αιτίας της εξέπεσαν εκ του παραδείσου οι πρωτόπλαστοι…

Τώρα, την ευθύνη του Θεού, που έβαλε τον όφι μέσα στον κήπο, δεν την βλέπουμε… Αυτός είναι πανάγαθος, και παντογνώστης. Ήξερε γιατί τον έβαλε. Μόνο αυτός ήξερε. Εκείνη όμως, έπρεπε να έχει τη γνώση, τη γενναιότητα, και να είναι… πιο Θεός απ’ τον Θεό, ώστε να τον προστατεύσει από την κακία…

Κρ.Π.: … και τον Αδάμ…(σ’αυτήν την περίπτωση, τον μπούλη…)

Ελ.Ν.: Ναι, να προστατέψει και τον… μπούλη Αδάμ. Δεν το έκανε, όμως όλο αυτό το… περίπλοκο πράγμα, η Εύα, και έτσι εξέπεσαν εκ του παραδείσου.

Οπότε, ξεκινάει με αυτόν τον μύθο η ιστορία, και από εκεί και πέρα… μύρια έπονται. Κι αρχίζει το κακό, ο πόνος και η οδύνη στον κόσμο, εξ αιτίας της. Ως εκ τούτου στο ιερό του ναού δεν μπορούν να μπουν γυναίκες. Είναι μολυσμένες. Οι μολυσμένες γυναίκες που εξ αιτίας τους χάσαμε τον παράδεισο, οι μολυσμένες γυναίκες που έχουν κάθε μήνα αίμα…

Κρ.Π.: Το οποίο, κατά τα άλλα, είναι η τροφή που συντηρεί το κάθε μελλοντικό παιδί, στη διάρκεια του ταξιδιού του από την ωοθήκη στην μήτρα…

Ελ.Ν.: Το θέμα είναι ότι είναι μιαρές οι γυναίκες…

Ενώ, στους προχριστιανικούς χρόνους, και στους παγανιστικούς, η γη ήταν θεότητα και οι γυναίκες είχαν πολλές τιμές και δόξες, διότι ήταν εκείνες οι οποίες γεννούσαν, γι’ αυτό και έχαιραν σεβασμού.

Κρ.Π.: Και στις μητριαρχικές κοινωνίες…

Ελ.Ν.: Πολύ παλιότερα, στις μητριαρχικές κοινωνίες, βεβαίως, ήταν και πολεμίστριες, και έχαιραν επίσης σεβασμού.

Αν πάμε πίσω,  σε αυτές τις μητρογραμμικές κοινωνίες, επειδή οι άνδρες δεν εγνώριζαν ποιανού ήταν τα παιδιά, δεν μπορούσαν να δώσουν την κληρονομιά τους και το όνομά τους στα παιδιά τους, βεβαίως, δεν τους άρεσε… Έτσι, με λάθος χειρισμούς και των γυναικών, περάσαμε σε άλλη, αντίθετη μορφή κοινωνίας… Ούτε εκείνο, ήταν δίκαιο, αλλά ούτε και το αντίθετό του. Το ότι ήταν, δηλαδή, οι γυναίκες πάνω από τους άνδρες και να τους καταπίεζαν, δεν ήταν δίκαιο και δεν υπήρχε ισοτιμία, όπως δεν ήταν δίκαιο και το αντίθετό που κατόπιν δημιουργήθηκε…

Με τους Χριστιανικούς χρόνους, η Θεά γη εξέπεσε, μαζί της εξέπεσε και η γυναίκα, περιφρονήθηκε συν το χρόνο, και διώχθηκε κιόλας, και η Παναγία που είναι η Θεά γη στην εξέλιξή της στους Χριστιανικούς χρόνους, είναι μία υποδεέστερη θεότητα. Πρώτα είναι ο Θεός και ο γιος του και μετά είναι εκείνη. Υπάρχει, δηλαδή, αλλά σε υποδεέστερη μορφή.

Στη συνέχεια, ξεκινά και ο διωγμός των γυναικών με κορύφωση τον Μεσαίωνα, όπου οι γυναίκες διώκοντο ως μάγισσες και καίγονταν στην πυρά. Τότε, έγινε μεγάλη εξόντωση του γυναικείου πληθυσμού. Από εκεί και πέρα, μπορεί να μη γίνεται με αυτόν τον τρόπο, αλλά υπάρχουν πολλοί τρόποι να διωχθεί. Και διώκεται! Μέχρι σήμερα, που φτάνουμε στην αρχική σου ερώτηση γιατί πληρώνονται λιγότερο… Μα, γιατί είναι διωκόμενες!

Όμως, υπάρχει πίσω από όλα αυτά, κι ένας μεγάλος φόβος. Ο φόβος της ετερότητας! Το βλέπουμε αυτό, σε όλα, όχι μόνο σε σχέση με τις γυναίκες. Ο κάθε… άλλος εκλαμβάνεται ως εχθρός!

Ενώ, κανονικά, έπρεπε να συμβαίνει το «η ισχύς εν τη ενώσει», αυτό το καταλύουμε εμείς οι άνθρωποι. Από τον πολύ μας φόβο ότι θα καταδυναστευτούμε από τον έτερο, από τον άλλον, καταλήγουμε να καταδυναστεύουμε τον κάθε άλλον για να μην μας διώξει εκείνος! Οπότε, συμμαχούμε μαζί του για λίγο, και μετά τον καταδιώκουμε.

Και οι πιο αδύναμες ομάδες, καταδιώκονται περισσότερο. Πιο αδύναμες μυϊκά είναι οι γυναίκες, άρα θα διωχθούν, και βέβαια σιγά σιγά θα είναι αδύναμες και σε άλλους τομείς, οπότε θα διωχθούν γενικώς…

Όμως, να μην ξεχνάμε, και τη συμβολή των γυναικών πάνω σ’ αυτό. Ότι, οι γυναίκες, συμπράττουν, συχνά, στο να διώκονται! Και μαθαίνουν και τα παιδιά τους το ίδιο.

Τα αγόρια, μπορούν να μην κάνουν δουλειές, μπορούν να βρίζουν, μπορούν να πηγαίνουν με δεκάδες κοπέλες, ενώ τα κορίτσια τους τα κατηγορούν εύκολα και οι ίδιες, ότι μπορεί νά ‘ναι πόρνες, ότι μπορεί νά ‘ναι τσούλες, ή απρόσεκτες, και ότι επίσης, πρέπει να τα κάνουν όλα, να μαζεύουν το δωμάτιό τους, αλλά και να μαθαίνουν να εξυπηρετούν τους άντρες της οικογένειας…

Κρ.Π.: Υπάρχει και μία έκθεση, ενός μικρού κοριτσιού που έγραψε ότι οι άντρες πρέπει οπωσδήποτε να παντρεύονται(σε αντίθεση με τις γυναίκες) γιατί ούτε λίγο ούτε πολύ, δεν μπορούν να αυτοεξυπηρετηθούν…

Ελ.Ν.: Οπότε, είναι να δούμε και οι γυναίκες, πώς διαιωνίζουμε αυτή την αδικία και την ανισοτιμία.

Και το ότι ο κόσμος μπορεί να είναι άδικος, δεν μας δίνει την «άδεια» να επαναλαμβάνουμε την όποια αδικία!

Κρ.Π.: Ή και το δικαίωμα…

Ελ.Ν.: Ναι, δεν μας δίνει το δικαίωμα να… καταστρατηγούμε τα δικαιώματα. Και να λέμε, ε, τι να κάνουμε; Δεν μπορούμε, δηλαδή, να το περνάμε και στην επόμενη γενιά επειδή έτσι το βρήκαμε!

Κρ.Π.: Για τις γυναίκες που αποφασίζουν να κάνουν παιδιά μόνες τους;

Ελ.Ν.: Για τις μονογονεϊκές οικογένειες κατ’ επιλογήν; Αυτό συμβαίνει όλο και περισσότερο… Βεβαίως, υπάρχουν προβλήματα πολλά σ’ αυτό, και είναι και κάτι δύσκολο.  Δηλαδή, παίρνει μια γυναίκα την απόφαση να γεννήσει και να μεγαλώσει μόνη της ένα παιδί, με ότι μπορεί να σημαίνει αυτό κοινωνικά…

Κρ.Π.: Το παιδί το… ρώτησε;

Ελ.Ν.: Εκεί ήθελα να καταλήξω… Έτσι κι αλλιώς τα παιδιά, δεν τα ρωτάμε αν θα τα φέρουμε στον κόσμο. Τώρα, να πάρεις την απόφαση να κάνεις ένα παιδί –που δεν το ρωτάς!- και να το φέρεις με ακόμα μεγαλύτερη δυσκολία, σε έναν δύσκολο κόσμο, είναι μια επιλογή που κάποιος πρέπει να την σκεφτεί, δύο και τρεις φορές.

Διότι, φαίνεται, τελικώς, να το φέρνει στον κόσμο, για παρέα, να το φέρνει γιατί δεν θέλει να έχει σχέση με άνδρες, αλλά αυτό το παιδί θα μεγαλώσει πολύ διαφορετικά –τουλάχιστον προς το παρόν- σε σχέση με τα άλλα παιδάκια.

Ακόμα κι αν έχουν χωρίσει δύο γονείς και το παιδί μένει με τη μαμά, είναι διαφορετικό από το να αποφασίσει μια γυναίκα να το κάνει μόνη της.

Το ίδιο ισχύει και για ζευγάρια ομοφυλοφίλων, που βεβαίως έχουν το δικαίωμα –κατανοούμε!- απλώς πρέπει να έχουν υπόψιν τους ότι το παιδί θα έχει πολλά προβλήματα.

Κρ.Π.: Και είναι πολύ σοβαρό θέμα, γενικά, το να αποφασίσεις να κάνεις ένα παιδί, διότι πρέπει να έχεις συναίσθηση της ευθύνης. Αλλά φαίνεται να το κάνουν πολύ εύκολα οι άνθρωποι αυτό το βήμα…

Ελ.Ν.: Γενικώς, κάνουν οι άνθρωποι εύκολα τα παιδιά. Όμως, από την άλλη, είναι μέσα στην διαιώνιση του είδους, της αναπαραγωγής, είναι και θέμα υπαρξιακό, με την έννοια ότι είναι το αντίδοτο στο θάνατο, δηλαδή, το ότι εγώ συνεχίζω τον εαυτό μου…, όπως είναι και φυσικό, δηλαδή, η φύση αναπαράγεται, η φύση εξελίσσει το είδος της, και ελπίζει…

Κρ.Π.: Αν και εξελίσσεται πολύ αργά…

Ελ.Ν.: Τουλάχιστον, ας έχουμε στο νου μας, ότι τα παιδιά θέλουν έναν μπαμπά και μια μαμά…

Κρ.Π.: Οι ρόλοι του μπαμπά και της μαμάς, επίσης είναι σε μεταβατική φάση στην εποχή μας…

Ελ.Ν.: Έχουν αλλάξει, και αλλάζουν όλο και περισσότερο.

Την φροντίδα των παιδιών, βεβαίως, ακόμα την έχει περισσότερο η γυναίκα, όπως είπαμε, διότι εκείνη κυοφορεί, εκείνη κάνει τον τοκετό και εκείνη είναι η αποκλειστική τροφός στην αρχή.  Υπάρχει όμως, ένας μεγάλος συναισθηματικός δεσμός και από τις δύο πλευρές – στις υγιείς περιπτώσεις- και το παιδί, στρέφεται αρχικά προς τη μητέρα και μαζί μ’ αυτήν ανακαλύπτει τον κόσμο…

Ο μπαμπάς, από την άλλη, μπαίνει σιγά σιγά μέσα σε όλο αυτό…

Κρ.Π.: Εάν του αφήσει χώρο η μητέρα, γιατί υπάρχει κι εδώ, ένα μεγάλο θέμα…

Ελ.Ν.: Ναι, υπάρχει, γιατί επειδή ακριβώς οι γυναίκες νιώθουνε μόνες και διωκόμενες, πολλές φορές εκδικούνται μέσα από τα παιδιά τους…

Κρ.Π.: Συνήθως, ελέγχουν τον άντρα μέσα από τα παιδιά και μέσα από την περιουσία τους –αν έχουν…

Ελ.Ν.: Ναι, και είναι αυτό που λέγαμε πριν, ότι το κάνει έμμεσα, γιατί δεν μπορεί να το κάνει άμεσα –να ζητήσει πράγματα…

Κι όταν θέλει να ζητήσει πράγματα, το κάνει μέσα από τα παιδιά, τα οποία τα τριγωνοποιεί πάρα πολύ γι’αυτόν τον λόγο. Και τα παιδιά, αντιμετωπίζουν πολύ σοβαρά προβλήματα, μετά. Ή ακόμα και τα στρέφει εναντίον του πατέρα για να βγάλει το δικό τους το θυμό, που οι ίδια δεν τολμά ούτε να φύγει, ούτε να κάνει αντιπαράθεση. Οπότε, η γυναίκα, δεν ξέρει ούτε να συνεργαστεί, αλλά ούτε και να συγκρουστεί πολλές φορές, και όλο αυτό το πληρώνει συνήθως το παιδί.

Κρ.Π.: Και εμφανίζονται μετά οι ψυχολογικές διαταραχές στα παιδιά και αρχίζουν να τρέχουν… στους παιδοψυχολόγους –στην καλύτερη περίπτωση.

Ελ.Ν.: Ενώ, εκείνοι που πρέπει να τρέξουν στους ψυχολόγους είναι οι γονείς και όχι τα παιδάκια.

Κρ.Π.: Επίσης, μέσα σε όλα αυτά, η πατρότητα είναι υποβαθμισμένη, και οι γυναίκες, πολλές φορές, ασυνείδητα ή συνειδητά, βγάζουν τους πατεράδες άχρηστους ή αχρείαστους σε σχέση με το μεγάλωμα του μωρού τους…

Ελ.Ν.: Είναι υποβαθμισμένη η πατρότητα και το βλέπουμε αυτό και στην καθημερινότητα, αλλά και όταν χωρίζουν τα ζευγάρια, όπου και ο μπαμπάς μπορεί να βολεύεται να είναι λίγο απέξω, αλλά και η μαμά τον θέλει απέξω για να τον τιμωρεί(που τα πράγματα έφτασαν ως εκεί!) και τον κρίνει αίτιο γι’ αυτό που συνέβη, οπότε τον τιμωρεί με το να του στερεί με διάφορους τρόπους έμμεσους ή άμεσους τα παιδιά.

Βέβαια, οι άντρες, σαφέστατα έχουν εξελιχθεί και στην πατρότητα είναι όλο και πιο ενεργοί και νοιάζονται για τα παιδιά τους, είναι εκεί και τα φροντίζουν και μπορούν να κάνουν τα πάντα: και να τα ταΐσουν και να τα προσέξουν σε όλα…

Αυτό, όσο και το ζευγάρι συνεργάζεται, γιατί μαζί προχωράμε τα φύλα, και εκεί πρέπει να είναι ο νους μας: Ό,τι αυτός ο φόβος της ετερότητας, έχει πολύ σημασία να αμβλυνθεί, αυτό υπαγορεύει, άλλωστε, και ο πολιτισμός…

Κρ.Π.: Να καταλάβουμε ότι, όλοι, γυναίκες και άνδρες, είμαστε άνθρωποι…

Ελ.Ν.: Ότι είμαστε άνθρωποι και γι’ αυτό να άνω-θρώσκουμε, δηλαδή, να κοιτάμε προς τα πάνω, προς την εξέλιξή μας, μαζί, γιατί κοινώς, η ισχύς εν τη ενώσει…  Να μάθουμε να συνεργαζόμαστε, αποδεχόμενοι και τις συγκρούσεις μας. Για να μπορέσουμε, όχι μόνο να… ελπίσουμε αλλά και να συμβάλουμε ώστε η επόμενη γενιά να είναι καλύτερη από εμάς.

Κρ.Π.: Η Ζωή Καρέλλη, σε ένα ποίημά της έγραψε το «Εγώ, η άνθρωπος»

Ελ.Ν.: Ναι, είναι υπέροχο…

Κρ.Π.: Το λέω, διότι, το φύλο είναι κοινωνική κατασκευή, καταρχάς, και επίσης, δεν γίνεται στον 21ο αιώνα, να απαιτεί η όποια κουλτούρα από τις γυναίκες να μην είναι… άνθρωποι, και είτε να κυκλοφορούν ως καρνάβαλοι, είτε είναι μητέρες αγίες, είτε πόρνες, κλπ.

Ελ.Ν.: Όταν είναι μητέρα μια γυναίκα καθαγιάζεται. Όταν δεν είναι μητέρα, είναι μία εν δυνάμει πόρνη. Πρέπει να αποδείξει…

Βέβαια, και οι άντρες πρέπει να αποδείξουν… Είπαμε, παραπάνω, ότι έχουν επιβάρυνση σε σχέση με την εργασία τους. Αν δεν δουλέψουν και δεν επιτύχουν, τότε είναι… ένα τίποτα! Τους απαξιώνει η γυναίκα τους, η μαμά τους…  ή  έχουμε το παιδί της μαμάς.

Οπότε, αυτό πρέπει να δούμε ακριβώς: Ότι ο καθένας, έχει τα βάρη του επάνω του. Και ότι ο ένας έχει τον άλλον για να μπορέσει να ανταπεξέλθει, αλλά και να βγάλει κάποια από τα βάρη, συνεργαζόμενος. Άρα, είναι αυτό, ότι είμαστε άνθρωποι και οι δύο.

Τώρα, σε σχέση με τα στολίδια, που είπες, ότι πρέπει να αρέσει η γυναίκα για να την επιλέξει ο άνδρας, ενώ ο άνδρας αρκεί να… είναι άνδρας, αυτό έρχεται επίσης, από τα παραδοσιακά χρόνια, και έχει πολύ επιβάρυνση σ’ αυτό η γυναίκα, με ακραίες μορφές, πολλές φορές μάλιστα μπορεί να πάρει και εκτάσεις παθολογίας… όπως για παράδειγμα, στη νευρική ανορεξία.

Δεν είναι βέβαια πίσω από την πάθηση αυτή μόνο το «να αρέσω», αλλά είναι και αυτό. Το ότι η γυναίκα οφείλει να αρέσει! Ο άνδρας, απλά, να… υπάρχει!

Zωή Καρέλλη: Εγώ, η άνθρωπος

07:29, 07 Μαρ 2013 | Κρυσταλία Πατούλη tvxs.gr/node/121945

Εγώ γυναίκα, η άνθρωπος,
ζητούσα το πρόσωπό Σου πάντοτε,
ήταν ως τώρα του ανδρός
και δεν μπορώ αλλιώς να το γνωρίσω.

Ποιος είναι και πώς
πιο πολύ μονάχος,
παράφορα, απελπισμένα μονάχος,
τώρα εγώ ή εκείνος;

Πίστεψα πως υπάρχω, θα υπάρχω,
όμως πότε υπήρχα δίχως του
και τώρα,
πώς στέκομαι, σε ποιο φως,
ποιος είναι ο δικός μου ακόμα καϋμός;

Ω, πόσο διπλά υποφέρω,
χάνομαι διαρκώς,
όταν Εσύ οδηγός μου δεν είσαι.

Πώς θα δω το πρόσωπό μου,
την ψυχή μου πώς θα παραδεχτώ,
όταν τόσο παλεύω
και δεν μπορώ ν’ αρμοστώ.

«Ότι διά σου αρμόζεται
γυνή τω ανδρί.»
Δεν φαίνεται ακόμα το τραγικό
του απρόσωπου, ούτε κι εγώ
δεν μπορώ να το φανταστώ ακόμα, ακόμα.

Τι θα γίνει που τόσο καλά,
όσα πολλά ξέρω και γνωρίζω καλλίτερα,
πως απ’ το πλευρό του δεν μ’ έβγαλες.

Και λέω πως είμαι ακέραιος άνθρωπος
και μόνος. Δίχως του δεν εγινόμουν
και τώρα είμαι και μπορώ
κι είμαστε ζεύγος χωρισμένο, εκείνος
κι εγώ έχω το δικό μου φως,
εγώ ποτέ, σελήνη,
είπα πως δεν θα βαστώ απ’ τον ήλιο
κι έχω τόσην υπερηφάνεια
που πάω τη δική του να φτάσω
και να ξεπεραστώ, εγώ,
που τώρα μαθαίνομαι και πλήρως
μαθαίνω πως θέλω σ’ εκείνον ν’ αντισταθώ
και δεν θέλω από κείνον τίποτα
να δεχτώ και δε θέλω να περιμένω.

Δεν κλαίω, ούτε τραγούδι ψάλλω.
Μα γίνεται πιο οδυνηρό το δικό μου
ξέσκισμα που τοιμάζω,
για να γνωρίσω τον κόσμο δ’ εμού,
για να πω το λόγο δικό μου,
εγώ που ως τώρα υπήρξα
για να θαυμάζω, να σέβομαι και ν’ αγαπώ,

εγώ πια δεν του ανήκω
και πρέπει μονάχη να είμαι,
εγώ, η άνθρωπος.

(*Ζωή Καρέλλη, Η άνθρωπος, Τα Ποιήματα, ΙΙ, σσ. 123-24)

[…] Μεταφράζοντας τον παραδοσιακό ρόλο της μητρότητας, η ποιήτρια ως «μαμή» πρέπει να μεταμορφώσει τη (μητρική) γονιμότητα σε (γυναικεία) δημιουργικότητα, παλεύοντας με το πρόβλημα του να δώσει διέξοδο σε μια πράξη της φαντασίας που είναι κοινωνικά επιλήψιμη και ψυχολογικά αφόρητη.

Η ίδια η ύπαρξη της Καρέλλη γίνεται το σημείο εκκίνησης για τη φαντασιακή αυτονομία της, ένας ψυχικός και φυσικός τόπος μέσα στον οποίο μπορεί να διαπλαστεί ή να ξαναεφευρεθεί σε νέες φόρμες.

Η οργισμένη γυναίκα απαλλάσσεται από την ανάγκη του άντρα να της προσφέρει ψυχική ή πνευματική ολοκλήρωση. Η Καρέλλη σε αυτή τη μεταμόρφωση υπονοεί κάτι σημαντικότερο από μια απλή νοικοκυρίστικη εκδίκηση:

«Συνήθως στην εποχή μου η μόρφωση στα κορίτσια ήταν ένα στόλισμα («με τα πολλά χαρίσματα κεκοσμημένη δεσποινίς»), αλλά σε μένα βρέθηκε να ‘ναι η ψυχή μου αυτό το πράγμα, η οποία ολοένα γίνονταν πιο έντονη. Όχι ότι ο άνδρας μου δεν ήταν άνθρωπος άξιος αγάπης και σεβασμού και εκτίμησης, αλλά υπάρχει ένας χωρισμός.» («Την ελευθερία τη βρήκα στην ποίηση», σ.55)

«Η άνθρωπος» μπορεί να ερμηνευτεί ως μια διακήρυξη της περιθωριοποίησης της γυναίκας, σχολιάζοντας το γεγονός ότι οι γυναίκες έχουν υποφέρει μια έντονη ταπείνωση και στέρηση ως κοινωνικά όντα.

Έχοντας πλήρως συνειδητοποιήσει τον πολιτισμικό ακρωτηριασμό του γυναικείου φύλου, το ποίημα παρουσιάζει μια γυναίκα αποφασισμένη να διεκδικήσει τον τίτλο του «πλήρους ανθρώπου», αποδεικνύοντας ότι η σιωπή της είναι μια «κοινωνική σιωπή».

Αν πέσει η μασκαράτα, παίρνοντας μαζί και τη «θηλυκότητα», τότε τι μένει; -αυτό είναι το ερώτημα για τις «σκεπτόμενες» γυναίκες του εικοστού αιώνα (ποιήτριες, καλλιτέχνιδες, φιλοσόφους).

Όπως επισημαίνεται από τη συζήτηση πάνω στο θέμα αυτό από μια ομάδα σύγχρονων Ελληνίδων ποιητριών: «Πολύ γρήγορα το θηλυκό ποιητικό υποκείμενο ξεπερνά τη βιολογική του αυτογνωσία, επίσης η ρήξη του με το αντίθετο φύλο δεν μπορεί ν’ αποτελέσει μόνιμη θεματική, όσο βασανιστικό ή οδυνηρό και αν είναι το βίωμα.

Προχωρεί σε κάτι πιο ατομικό και γι’ αυτό πιο πολύτιμο, είναι η συνείδηση πως τούτος ο νεογνός λόγος γεννήθηκε μ’ έναν αρχέγονο τραυματισμό. Δεν υπάρχει γλώσσα μητέρα, δεν υπάρχει παρέκκλιση ή διαφυγή από την παγίδα του αρσενικού γλωσσικού συστήματος.

Οργανώνοντας σε ποιητική ύλη αυτά τα ιδιότυπα άλγη, η γυναίκα μέσα από μια εσώτατη αυτογνωσία καταργεί όλα της τα στερεότυπα» (Παπαδάκη, Υπάρχει, λοιπόν, γυναικεία ποίηση;, σ. 47)

Διερευνώντας τις καταπιεστικές ιδεολογίες της εποχής της που συντρέχουν στην κατασκευή της «θηλυκής» γυναίκας, η Καρέλλη επεδίωξε να κοινοποιήσει τις συνεχώς εντεινόμενες υποψίες της για τους κώδικες, τις κατηγοριοποιήσεις και τη διαμόρφωση των εννοιών σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο.

Έτσι δημιουργεί μια τελετουργική κατάσταση όπου η γυναίκα απαλλάσσεται από τον Θεό – Πατέρα, το Νόμο του, και τη δύναμη που ασκεί πάνω της.

Γι’ αυτή τη γυναίκα – ποιήτρια το να γράφει οργισμένα, βίαια ποιήματα αποτελεί ένα αναστάσιμο γεγονός, αναγεννώντας μια ύπαρξη με όλα τα χαρακτηριστικά που είχε διαγράψει ο παλιός της εαυτός.

«Είναι φανερό λοιπόν, πόσο αυτό το ποίημα, πέρα από κάθε κοινή μαρτυρία και διαμαρτυρία, εκφράζει την αγωνία και τον αγώνα της γυναίκας να στηριχτεί και να σταθεί μόνη της μέσα στον εαυτό της και τον κόσμο, με μια συνέπεια όμως που μόνο η βαθύτερη “βάσανος” θα μπορούσε να δικαιώσει.  Και μόνο βάζοντας η Καρέλλη το θηλυκό άρθρο (“η” άνθρωπος) σε αντιπαράθεση με το αρσενικό, θα μπορούσε να δει κανείς αυτή την αντικατάσταση σαν μια δίκαιη αλλά δραματική απόπειρα να εντάξει το θηλυκό γένος μέσα στην ανθρώπινη ύπαρξη πέρα από διαφορές και διακρίσεις των δύο φύλων» (Κέντρου – Αγαθοπούλου, «Η άνθρωπος ή η δραματικότητα μιας εσωτερικής πάλης», σσ. 38-39)

Αφήνοντας πίσω την υποβασθμισμένη και στερημένη γυναίκα, η Καρέλλη φαντασιώνεται μια ξέφρενη μετουσίωση όπου η οργή γίνεται λύτρωση, εξαγνίζοντας όλα τα ψέματα μέσα της.

Η παραδοχή και εκδήλωση θυμού βοηθά την ποιήτρια να απελευθερωθεί και να αυτοπροσδιοριστεί.

Η «άνθρωπος» είναι μια δυναμική γυναίκα και ποιήτρια –ένα ον που εγκυμονεί τη δυνατότητα για πέταγμα και γι’ αυτό είναι ικανή να συντρίψει όλες τις προκαταλήψεις σχετικά με τη «φύση» των γυναικών.

Σε μια στιγμή έκ-στασης και αυτογνωσίας, αποδύεται όλους τους παραδοσιακούς ρόλους και τα κοινωνικά πρότυπα. Μέσα από μια κατάσταση διεκδικητικής επιθετικότητας, η Καρέλλη ανακοινώνει την απόφασή της να εκδυθεί τους πατριαρχικούς μύθους και να εγκαινιάσει μια νέα ζωή.

Η περσόνα του «Η άνθρωπος» δοκιμάζει επιλογές, κατασκευάζει στρατηγικές και ασκεί μια μυθολογία αυτοκαταστροφής και νεκρανάστασης που τελικά ανοίγει νέες δυνατότητες για τη συμβολική πραγμάτωση του γυναικείου φαντασιακού.

Ο αληθινός εαυτός –θετικός, ολοκληρωμένος, αναγεννημένος- συνδυάζεται με την καλλιτεχνική δημιουργικότητα και με μια αυτονομία που είναι εφικτή μόνο αν κανείς δεν προσδιορίζεται σε σχέση με κάποιον άλλο.

Όταν η αυθεντική γυναικεία ύπαρξη αναδύεται σε μια αυτοδύναμη αναζήτηση, η ηρωίδα δεν προσδιορίζεται πια σε σχέση με έναν άντρα –και με τους άντρες της ζωής της(Θεό ή σύζυγο).

Η άνθρωπος αντιπροσωπεύει το θρίαμβο πάνω κι έξω από τα τυπικά γυναικεία στερεότυπα, διακηρύσσοντας πόσο αυτό επηρεάζει τη δημιουργική της ελευθερία και τον έλεγχο του κόσμου γύρω της.

Σωστά, λοιπόν, έχει επισημανθεί ότι:

«Άλλωστε, αν μέσα σ’ ολόκληρο το ποιητικό της έργο χρησιμοποιεί η ποιήτρια, ως γνωστό, το αρσενικό άρθρο, με τη σημασία που θέτει εδώ το θηλυκό, τονίζοντας από την αρχή την ανθρώπινη κι όχι κατ’ ανάγκη τη θηλυκή της υπόσταση, αυτό σημαίνει ήδη ότι τοποθετείται αφ’ εαυτής και εν δυνάμει στις προσβάσεις ενός επίπονου δρόμου κι από κει μέσα χαράζει, μαρτυρώντας, το χώρο της, αποφασισμένη να περάσει σε μια πορεία ολότελα αντίθετη από κείνη της εξαρτώμενης ή ετερόφωτης γυναίκας αλλά του ανθρώπου που οδηγείται συνειδητά στη ζωή» (Κέντρου – Αγαθοπούλου, «Η άνθρωπος ή η δραματικότητα μιας εσωτερικής πάλης», σ.39)

(Απόσπασμα από το βιβλίο Εγώ, η άνθρωπος. Έμφυλες αναζητήσεις στην ποίηση της Ζωής Καρέλλη, Αικατερίνη Δούκα – Καμπίτογλου, Εκδόσεις Επίκεντρο, 2012)

Ζωή Καρέλλη (1901-1998)

Η Ζωή Καρέλλη (Χρυσούλα Αργυριάδου το γένος Πεντζίκη) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Αδελφός της ήταν ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης.

Ασχολήθηκε με την εκμάθηση ξένων γλωσσών και τη μουσική και παρακολούθησε μαθήματα Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Μετά το 1944 ταξίδεψε σε πολλά μέρη του κόσμου.

Πρωτοεμφανίστηκε στο χώρο των ελληνικών γραμμάτων
το 1935 από τις στήλες του περιοδικού Το 3ο μάτι, όπου δημοσίευσε το πεζογράφημα Διαθέσεις.

Το 1937 πρωτοδημοσίευσε ποίημά της (Φετεπουρσικρί) στο περιοδικό Μακεδονικές Ημέρες.

Εξέδωσε δώδεκα ποιητικές συλλογές, πέντε θεατρικά έργα και πολλά δοκίμια, ενώ πολλά κείμενά της βρίσκονται δημοσιευμένα σε λογοτεχνικά περιοδικά, όπως τα Φιλολογικά Χρονικά, Νέα Εστία, Μακεδονικά Γράμματα, Μορφές, Ο Αιώνας μας, Σημερινά Γράμματα, Καινούρια Εποχή, Πνευματική Κύπρος, Νέα Πορεία. Υπήρξε μέλος του κύκλου του περιοδικού Κοχλίας της Θεσσαλονίκης.

Ποιήματά της μεταφράστηκαν σε πολλές ξένες γλώσσες.

Ασχολήθηκε επίσης με τη λογοτεχνική μετάφραση, κυρίως έργων του Τόμας Έλλιοτ.

Τιμήθηκε με το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη ποιητική συλλογή Κασσάνδρα και άλλα ποιήματα και το Α’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τα Ποιήματα 1940-1973. Υπήρξε μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης, της Καλλιτεχνικής Επιτροπής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος (ως το 1981) και της Ακαδημίας Αθηνών (1982).

Στο ποιητικό έργο της Ζωής Καρέλλη, αποτέλεσμα της δημιουργικής αφομοίωσης της ελληνικής (αρχαίας και νέας) και ευρωπαϊκής λογοτεχνικής παράδοσης, κυριαρχούν ο εσωτερικός λόγος και η υπαρξιακή αγωνία, εκφρασμένη στο πλαίσια των συνδυασμών γυναικείας ευαισθησίας και διανόησης, ελληνικότητας και ανθρωπισμού και μιας “ανοίκειας” θεματικής και ποιητικής γραφής.

Την προβληματική της ποίησής της μετέφερε και στα θεατρικά της έργα. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το δοκιμιακό της έργο κυρίως γύρω από τη λογοτεχνία και το θέατρο.

Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία της Ζωής Καρέλλη βλ. Αργυρίου Αλεξ., «Ζωή Καρέλλη», Η ελληνική ποίηση · Νεωτερικοί ποιητές του μεσοπολέμου. Αθήνα, Σοκόλης, 1979, Γιαλουράκης Μανώλης, «Καρέλλη Ζωή», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 8. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. και Κεχαγιόγλου Γιώργος, «Καρέλλη Ζωή», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό4. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Νότης Μαυρουδής: Εκπαίδευση, Παιδεία, Πολιτισμός, τρεις έννοιες που εγκαταλείφτηκαν

07:57, 07 Μαρ 2013 | tvxsteam tvxs.gr/node/121856

 Η καθημερινότητα των πολιτών βάδιζε πάνω σε μια κλωστή! Θαρρείς και κάποιος μας είχε δώσει …ουσίες και ακολουθούσαμε μια πορεία σχετικής ευδαιμονίας, δίχως τις κοινωνικές βάσεις ώστε να ανταπεξέλθουμε μπροστά στα σύγχρονα προβλήματα των καιρών. Εκπαίδευση, Παιδεία, Πολιτισμός, τρεις έννοιες που εγκαταλείφτηκαν και βάλανε τη χώρα σε τροχιά οπισθοχώρησης.» Ο συνθέτης Νότης Μαυρουδής, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη με βάση το ερώτημα «Ποιές αιτίες μας έφεραν ως εδώ, και κυρίως τί πρέπει να κάνουμε;» της δημοσιογραφικής – ποιοτικής έρευνας για την ελληνική – ευρωπαϊκή κρίση, που δημοσιεύεται στο tvxs.gr από το 2010.

Ν.Μ.: Θα απαντήσω με ένα παράδειγμα από το χώρο που εργάζομαι και βιώνω:

Η ελληνική δισκογραφία, τα τελευταία περίπου 20  χρόνια(από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 και μετά, μέχρι που ξεκίνησε η κρίση) παρήγαγε δίσκους περισσότερους απ’ ότι μπορούσε να καταναλώσει το ελληνικό κοινό, και δεν είναι τυχαίο ότι, σε αυτήν την εικοσαετία, τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης -κυρίως τα ιδιωτικά- υποστήριξαν με πάθος τα δισκογραφικά σκουπίδια και τους ερμηνευτές τους.

Η δισκογραφία, ήταν σαν μία μηχανή η οποία παρήγαγε τυφλά, χωρίς να νοιαστεί για καμία ποιότητα, καμία μουσικοαισθητική τοποθέτηση στο μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής, με τιμές υπερβολικές και στο τέλος βεβαίως, χωρίς να μπορούν να καταναλωθούν τα προϊόντα της.

Όλο αυτό, διαμόρφωσε μεγάλη κρίση στον χώρο. Ο κόσμος, δηλαδή, κουράστηκε να αγοράζει τα ίδια και τα ίδια, γιατί το καθαρά πνευματικό υλικό τού δίσκου, δεν ανανεωνόταν.

Κρ.Π.: Δηλαδή;

Ν.Μ.: Δεν υπήρχε ένα πνευματικό έργο για να πατήσει κάποιος επάνω και να πει «αγοράζω καλό μουσικό προϊόν!».

Το δισκογραφικό προϊόν στο μεγάλο του μέρος ήταν απαράδεκτο. Δεν λέω, ότι δεν γεννήθηκαν και καλοί δίσκοι, αλλά ότι στην πλειοψηφία τους ήταν για πέταμα…

Έχω την εντύπωση, ότι κάπως έτσι γίναν και όλα τα υπόλοιπα…

Εννοώντας αφ’ ενός ότι χάσαμε την επαφή μας με κυρίαρχα στοιχεία της ζωής, όπως η ηθική και η ιδεολογική τοποθέτηση στην καθημερινότητά μας, αφετέρου, υπήρχε αυτή η τυφλή κατανάλωση των πολιτών, σε πράγματα που δεν είχαν αντίστοιχη αξία για τη ζωή, αλλά συνεχώς τα αγοράζαμε.

Δεν θα ξεχάσω, για παράδειγμα, να έχω πάρει ένα αυτοκίνητο και μετά από 3 ή 4 χρόνια να σκέφτομαι να το αλλάξω, για να πάρω το καινούργιο μοντέλο, επειδή είχε επιπλέον GPS,  ή θήκη για τον καφέ, και κάτι τέτοιες σαχλαμάρες, οι οποίες με οδηγούσαν στην απερίσκεπτη κατανάλωση προϊόντων. Όλοι το υποστήκαμε αυτό, ο καθένας με τον δικό του τρόπο!

Κι αυτό, έφερε έναν κορεσμό στην αγορά, και έφερε επίσης την κρίση στην αγορά, για να μην αναφέρουμε, ότι όλα αυτά λειτουργούσαν και με μαύρο χρήμα…

Ένα άλλο παράδειγμα από τον δικό μου επαγγελματικό χώρο, είναι ότι πολλοί συνάδελφοι και «συνάδελφοι» ή και τραγουδιστές υπερπροβεβλημένοι, έπαιρναν για μια συναυλία, ποσά που δεν δικαιολογούνταν!

Δηλαδή, δεν μπορεί να κάνει κάποιος μία συναυλία και να βγάζει δύο, τρία ή και περισσότερα μηνιάτικα ενός εργαζόμενου! Γιατί τέτοιες ήταν οι αμοιβές, και ήταν παράλογες. Είχε δημιουργηθεί μία αγορά παράλογη…. Ή κάποιος άλλος, μπορεί να είχε έναν επαγγελματικό χώρο και πουλούσε τον «αέρα» όσο ήθελε!

Και βεβαίως, όλα αυτά, συνέβαλαν στο να μη βλέπουμε το βάθος του διαδρόμου… να μη βλέπουμε ότι αυτή η χώρα κυλούσε στη διαφθορά κι ότι με αυτόν τον τρόπο θα… κλάταρε! Ότι δεν ήταν υγιής όλη αυτή η οικονομική πρακτική και συνήθεια.

Από την άλλη μεριά, έχουμε να κάνουμε με ένα κράτος το οποίο αποδεικνύεται κάθε μέρα(και το… μυριζόμασταν από τότε, υπήρχε με λίγα λόγια η… πολιτική όσφρηση) ότι είναι διαπλεκόμενο και διεφθαρμένο, βασισμένο στην πελατειακή σχέση και με δομές τού 19ου αιώνα… Έ, το καράβι μ’ όλα αυτά, βυθίστηκε!

Κρ.Π.: Δηλαδή, οι στόχοι ήταν μόνο κερδοσκοπικοί και δεν υπήρχε άλλη ουσία;

Ν.Μ.: Ήταν μία στόχευση των πολιτών, να αποκτούν υλικά πράγματα, και όχι πνευματικά. Δηλαδή, να δανειζόμαστε από τις αισχροκερδείς τράπεζες, που μας βομβάρδιζαν από το πρωί ως το βράδυ με προσφορές, να υπερχρεωνόμαστε για να πάμε ταξίδια, να παντρεφτούμε, να αγοράσουμε σπίτια, γη, αυτοκίνητα, κλπ.

Όλος αυτός ο νεοπλουτισμός, βασισμένος εν πολλοίς στο μαύρο χρήμα και στον δανεισμό, χαρακτήρισε την κοινωνία τής Ελλάδας, τα τελευταία χρόνια, μαζί με την απώλεια τού πολιτισμού τής καθημερινότητας.

Έ, αυτό, δεν μπορούσε να το αντέξει το ελληνικό σύστημα, για πολύ. Αυτές οι περιουσίες, δεν βγήκαν με τον κόπο της δουλειάς  – όπως λέμε… Βγήκαν με κάποιες υπεραξίες, με κάποιες υπερτιμήσεις, με κάποιες τέτοιες πρακτικές, που οδήγησαν πάρα πολύ κόσμο στην υπερχρέωση και άλλους να έχουν τεράστια περιουσία!

Κρ.Π.: Σαν αυτό που λέγεται ότι έχει πει ο Ωνάσης, ότι: «Τα λεφτά θέλουνε κόπο, τα πολλά λεφτά θέλουνε… κόλπο!»

Ν.Μ.: Εύστοχο… και το πολιτικό σύστημα, η εκάστοτε κυβέρνηση, είχε τον πολίτη ως πελάτη, και όχι ως πολίτη με υποχρεώσεις και δικαιώματα, που το κράτος όφειλε να του διαθέτει και κοινωνικές υπηρεσίες.  Γι’ αυτό το λόγο, συντηρήθηκε ένα κράτος με πελατειακό σύστημα, που δεν γνώριζε πόσους υπαλλήλους και πόσους συνταξιούχους έχει, και δεν συμμαζεύεται.…

Προσθέτουμε, βέβαια, και το πολιτικό σύστημα το οποίο δεν νοιάστηκε γι’ αυτό το θέμα, αντίθετα εκμεταλλευόταν τους πολίτες ασύστολα… Και τελικά, ήρθε η περίοδος που αυτό το κράτος δεν μπορούσε να λειτουργήσει! Και όταν λέω κράτος, εννοώ όλους μας. Πολίτες, δημόσιες υπηρεσίες, πολιτικό σύστημα…

Πώς να ξέρω, τώρα, πώς μπορεί να διασωθεί μια τέτοια κατάσταση; Ομολογώ ότι είναι πια κυρίως θέμα των οικονομολόγων, αλλά και μιας συζήτησης, που πρέπει επιτέλους να ανοίξει, για το τί είδους κράτος θέλουμε να δημιουργήσουμε, σχεδόν απ’την αρχή.

Διότι έχουμε πήξει από οικονομολόγους τα τρία τελευταία χρόνια, που δεν προλαβαίνεις να διαβάζεις τη γνώμη τους. Ο τάδε καθηγητής που είναι στο τάδε Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, ή ο δείνα που είναι στο Παρίσι, και δεν ξέρω ποιος άλλος…

Όλοι οι οικονομολόγοι, λένε ο καθένας την γνώμη του, αλλά η κατάσταση πάει όλο και χειρότερα. Όλο και χειρότερα! Κανείς δεν μπορεί να βρει τη λύση που θα κάνει την Ελλάδα να ξεπεράσει τα προβλήματά της…

Όμως, κρατάω την βάσιμη υποψία πως ο προηγούμενος τρόπος ζωής, τής αλόγιστης κατανάλωσης και του διεφθαρμένου κράτους, δεν μπορεί να βοηθήσει στην επίλυση του θέματος. Η λύση, δεν μπορεί να έρθει αν δεν τα αλλάξουμε όλα. Δεν γίνεται.

Κρ.Π.: Λέτε δηλαδή, ότι ο ίδιος τρόπος που μας έφερε στην κατάσταση που βρισκόμαστε, δεν μπορεί να μας βοηθήσει. Βλέπουμε, όμως, ότι οι κυβερνήσεις είναι οι ίδιες με αυτές που δημιούργησαν αυτόν τον τρόπο ζωής…

ΝΜ. Είναι ένα τεράστιο πλέγμα. Η ευθύνη είναι πρωτίστως πολιτική. Σε κατάλληλες «ευκαιρίες», βλέπε 1981, με τόση λαϊκή υποστήριξη, το ΠΑΣΟΚ δεν στάθηκε  στο ύψος των περιστάσεων. Δεν ανέλαβε ευθύνες ιστορικές, να ανατρέψει τα τόσα κακώς κείμενα της δεξιάς και χουντικής διακυβέρνησης που προηγήθηκαν. Η Αλλαγή έμεινε ένα σύνθημα, ενώ το βαθύ κράτος παρέμεινε για να ροκανίζει το σύστημα…

Όποτε δινόντουσαν ευκαιρίες, οι όποιες κυβερνήσεις δεν ενδιαφέρθηκαν για τις δομές και τους θεσμούς που θα «θεράπευαν» τις αρρώστιες του συστήματος. Παρέμεινε ένα πολιτικό σύστημα με τρύπες, όπου, η διαπλοκή και η εξυπηρέτηση των μεγάλων συμφερόντων, ήταν το κυρίαρχο μέλημα. Βλέπε παλαιά και νέα τζάκια…

Η καθημερινότητα των πολιτών βάδιζε πάνω σε μια κλωστή! Θαρρείς και κάποιος μας είχε δώσει …ουσίες και ακολουθούσαμε μια πορεία σχετικής ευδαιμονίας, δίχως τις κοινωνικές βάσεις ώστε να ανταπεξέλθουμε μπροστά στα σύγχρονα προβλήματα των καιρών. Εκπαίδευση, Παιδεία, Πολιτισμός, τρεις έννοιες που εγκαταλείφτηκαν και βάλανε τη χώρα σε τροχιά οπισθοχώρησης.

Τώρα, ο τρόπος ζωής μας, αλλάζει άρδην, ούτως ή άλλως, γιατί τα εισοδήματα του καθενός έχουν μειωθεί πάρα πολύ, γιατί οι φορολογίες έρχονται και μας χτυπάνε καθημερινά, σαν ένα τούβλο στο κεφάλι, οι συντάξεις είναι το εύκολο χρήμα του κράτους που το καταληστεύει κι έτσι, τα εισπραττόμενα που έχουμε δεν αρκούν για να πληρώνουμε τις φορολογίες, κλπ..

Εκτός, εάν αναζητήσουμε μαύρο χρήμα! Η πολιτεία, λοιπόν, μας οδηγεί σ’ αυτό: Να εμπλακεί και ο τελευταίος πολίτης με το μαύρο χρήμα, για να μπορέσει να πληρώσει τα χρέη του. Όμως δεν μπορεί να επαναληφθεί μία τέτοια ζωή.

Δεν μπορεί να επαναληφθεί, το να βγάζει κάποιος, ας πούμε εγώ, επί τρεις φορές ένα μηνιάτικο ενός υπαλλήλου. Δεν γίνεται. Πέρα από τον παραλογισμό, μας οδηγεί και πάλι στον τρόπο ζωής που κάναμε και πριν την κρίση.

Κρ.Π.: Η πλειοψηφία, δεν μπορεί να κάνει αυτό που έκανε πριν, ούτε να εισπράξει αυτά τα χρήματα. Εκ των πραγμάτων, δεν γίνεται, ακόμα και με μαύρο χρήμα, να λειτουργήσει το σύστημα, τουλάχιστον, στα ποσά που λειτουργούσε.

Ν.Μ.: Ναι, τώρα βρισκόμαστε προς το παρόν, σε μία πεθαμένη αγορά. Κι όσοι έχουν κάποια περιουσία, θέλουν να πουλήσουν και δεν βρίσκουν αγοραστές, γιατί δεν έχει ο κόσμος χρήματα… Είμαστε εγκλωβισμένοι από παντού!

Κρ.Π.: Δεν υπάρχουν αγοραστές με δυνατότητες να αγοράσουν ακίνητα, ή κάποιοι …περιμένουν να πέσουν κι άλλο οι τιμές(με ότι μπορεί να σημαίνει αυτό);

Ν.Μ.: Και τα δυο! Η αγορά είναι παγωμένη και νεκρή. «Δεν έχω να πληρώσω, δεν έχω να αγοράσω». Αυτό το δόγμα είναι των πολλών. Από την άλλη, υπάρχει ο κόσμος που επωφελείται από αυτή τη στασιμότητα και την έλλειψη χρήματος, αφού μπορεί και κάνει μπίζνες με ρευστό, αγοράζοντας φτηνό «εμπόρευμα» (σπίτια, γη, κλπ). Είναι σύνηθες φαινόμενο των κρίσεων τα κοράκια πάνω από το πτώμα…

Αλλά, θα παίξει πολύ σπουδαίο ρόλο η δική μας επανατοποθέτηση στη ζωή. Θαρρείς και η χώρα προχωράει προς κάποιες άλλες εποχές, για να επαναλάβει ένα μοντέλο ζωή,ς όπως παλιότερα… που δεν είχαμε χωθεί μέσα σε έναν τέτοιο καταναλωτισμό, και σε τέτοιες συνήθειες καθημερινότητας.

Κρ.Π.: Μιλάμε, δηλαδή, για τις δεκαετίες πριν το 1980; Και οικονομικά, και σαν τρόπο ζωής;

Ν.Μ.: Α, βέβαια! Εγώ, θά ‘λεγα, και τη δεκαετία του ’60...

Αυτό, όμως που αντιλαμβάνομαι, είναι ότι μια χώρα χωρίς την ανάπτυξη, δεν μπορεί να προχωρήσει. Βλέπω τις προσπάθειες που γίνονται, τουλάχιστον αυτό το διάστημα, για να έρθουν επιχειρηματίες μέσα στη χώρα, η οποία χώρα, όμως, πρέπει να αλλάξει κάποιες δομές, για να πολεμήσει τα κακώς κείμενα, όπως την γραφειοκρατία.

Πρόσφατα η κόρη μου ήθελε να ανοίξει ένα μεζεδοπωλείο, και ταλαιπωρήθηκε αφάνταστα για να βγάλει την άδεια.  Ταλαιπωρήθηκε από υπηρεσίες, από θεσμούς, από πολυνομίες, από πολλά πράγματα. Κι όλα αυτά, για μία απλή άδεια, ενός μεζεδοπωλείου…

Αντιλαμβάνεστε μέχρι που φθάνει η γραφειοκρατία, που είναι γνωστό ότι κατασπαράζει ολόκληρο τον οικονομικό και εμπορικό κόσμο.

Η ανάπτυξη, όμως, δεν μπορεί να γίνει, μόνο με το να ανοίξουν νέες επιχειρήσεις.

Μέσα στη λογική της ανάπτυξης, πρέπει να υπάρχει και ο πνευματικός προσανατολισμός της χώρας. Ανάπτυξη χωρίς να αναπτυχθεί η Παιδεία, χωρίς να ανανεωθεί και να αναπτυχθεί το σύστημα σπουδών, χωρίς να υπάρχουν βοηθήματα στους σπουδαστές των Πανεπιστημίων –εγώ θα έλεγα και των Ωδείων, και των Δραματικών Σχολών, κλπ., δεν μπορεί να υπάρξει. Υπάρχει ένα σύστημα, όμως, που δεν δίνει σημασία σε τέτοια πράγματα…

Όταν λένε ανάπτυξη, έχουν στο μυαλό τους, μόνο στην ανάπτυξη της οικονομίας. Δεν είναι μόνο έτσι το πράγμα. Φοβάμαι ότι ξεγελιόμαστε πάλι μπροστά σε μία τόσο δύσκολη στιγμή που περνάμε, και το νου μας τον έχουμε σε αυτό που παράγει περισσότερο χρήμα.

Βεβαίως, είναι περισσότερο κερδοφόρο το να φτιάξεις επιχειρήσεις, αλλά, θα αφήσεις όλο το υπόλοιπο οικοδόμημα χωρίς ανάπτυξη; Δεν πρέπει να αναπτυχθεί, και το πνευματικό στοιχείο ενός συστήματος;

Κρ.Π.: Κερδίζει περισσότερο το κράτος από τις επιχειρήσεις, όταν πουλάει – καταστρέφοντας τον φυσικό πλούτο τις Ελλάδας, σε ξένες επιχειρήσεις που με την λειτουργία τους, λέγεται ότι θα κάνουν κακό και στην υγεία των κατοίκων, όπως αυτό που γίνεται στο δάσων των Σκουριών, με το εργοστάσιο χρυσού; Δεν πρέπει να σκεφτούν το κέρδος συνολικά της χώρας και του πολιτισμού μας σε βάθος χρόνου;

ΝΜ. Μα, αυτό προσπαθώ να περιγράψω. Η απουσία σκέψης σχετικά με «το βάθος χρόνου» είναι το σήμα κατατεθέν της χώρας. Τίποτα δεν αποδεικνύει πως υπάρχουν σκέψεις και οράματα για «το βάθος χρόνου». Τίποτα που να δείχνει πως προετοιμάζουμε το μέλλον και επενδύουμε σ’ αυτό. Ότι σκεφτόμαστε τις επόμενες γενιές, την αυριανή μέρα. Όλα για το τώρα, μπαλώνοντας πρόχειρα το χθες. Έτσι όμως δεν μπορεί να στηθεί κανένα οικοδόμημα.

Κρ.Π.: Λέτε, ότι κάπου πρέπει να στηριχθεί το… οικοδόμημα αυτή τη φορά, για να μην… πέσει πάλι;

Ν.Μ.: Ακριβώς. Κι αυτό που πρέπει να στηριχθεί, πρέπει να είναι το πνευματικό κεφάλαιο της χώρας. Δεν μπορεί οι νέοι επιστήμονες να φεύγουν στο εξωτερικό και να χάνουμε τόσα… μυαλά. Δεν μπορεί να λειτουργήσει  έτσι το πράγμα. Πάλι!

Έχω την εντύπωση, ότι πάει πάλι να γίνει ένα λάθος, το οποίο θα το πληρώσουμε με κάποια άλλη μορφή τιμωρίας.

Είναι γεγονός ότι οι άνθρωποι φεύγουν από τη χώρα και για να πάνε να σπουδάσουνε, λες και εδώ δεν υπάρχουν Πανεπιστήμια και Πολυτεχνεία και Ωδειακή Παιδεία –για να μην ξεχνάω τη μουσική.

Αλλά, εν πάση περιπτώσει έξω όλα είναι πιο οργανωμένα –το καταλαβαίνω!- είναι πιο πολιτισμένα τα πράγματα, κλπ. Ενώ, εδώ, πας στα Πανεπιστήμια, και βλέπεις την ερημιά, ακόμα και τη βρομιά που υπάρχει μέσα στους Πανεπιστημιακούς χώρους –το βλέπεις και απ’ έξω, στα κτίρια… Ή οι διευθύνσεις των σχολών, δεν έχουν να πληρώσουν τα πετρέλαια… για να ζεσταθεί ο φοιτητόκοσμος.

Κι άμα πάμε στην Υγεία, και στα Νοσοκομεία; Διαβάζουμε ότι υπάρχουν κάποια που δεν έχουν να πληρώσουν ούτε τις γάζες!  Δηλαδή, βλέπεις τέτοια πράγματα, που σε κάνουν να αναρωτιέσαι: Θα βγούμε κάποτε από το τούνελ, ή δεν θα βγούμε ποτέ; Δεν ξέρω… Η κότα έκανε το αυγό; Ή το αυγό την κότα;

Η οικονομική ανάπτυξη θα λύσει αυτά τα προβλήματα; Και όταν υπήρχε ανάπτυξη, γιατί -και τότε- υπήρχαν τα ίδια προβλήματα; Και στην Παιδεία, και στην Υγεία, πάντα υπήρχαν ανάλογα προβλήματα, και γίνονταν συνεχώς διαμαρτυρίες και απεργίες…

Κρ.Π.:  Εφόσον λέμε ότι θέλουμε ένα κράτος που να μην είναι πελατειακό, δεν χρειάζεται οι πολίτες να συμπεριφέρονται και σαν πολίτες… όπου θα συμμετέχουν στα κοινά, και θα ελέγχουν όπως και θα πιέζουν την εξουσία; Και σήμερα, μιλάμε και για πολίτες, που σε πολύ μεγάλο ποσοστό πεινάνε…

Ν.Μ.: Δεν μπορώ να υποστηρίξω ότι δεν υπάρχει πίεση. Όλα αυτά τα τρία χρόνια, είδαμε συνεχείς αντιδράσεις, και μάλιστα, πολλές σε άσχημη μορφή, που δεν χρειάζεται… Δεν χρειάζεται να πας να καις και να σπας την Αθήνα….

Κρ.Π.: Αυτά είναι σχετικά μεμονωμένα περιστατικά…

Ν.Μ.: Δεν λέγονται μεμονωμένα περιστατικά όταν γίνονται συχνά. Να σταματάνε, ας πούμε, τα καράβια και να μην υπάρχει δυνατότητα να υπάρχουν πελάτες από τη θάλασσα…

Κρ.Π.: Αν ο ναυτεργάτης όμως, είναι απλήρωτος 6 μήνες από έναν εφοπλιστή, που δεν πληρώνει καλά καλά ούτε έναν φόρο στο ελληνικό κράτος; Τί πρέπει να κάνει;

Ν.Μ.: Εγώ, δεν λέω να μην αντιδρά ο κόσμος, αλλά υποστηρίζω ότι συχνά γίνεται με λάθος τρόπο. Λάθος γίνεται. Υπάρχει αντίδραση. Δεν είναι ότι ο κόσμος κάθεται με σταυρωμένα χέρια…

Κρ.Π.: Τί αντίδραση υπάρχει, όταν π.χ. οι τιμές εδώ και πέντε χρόνια είναι ακούνητες… ή βαδίζουν και προς τα πάνω; Και δεν έχει γίνει ούτε μία φορά ένα μποϊκοτάζ σε ένα προϊόν για μια βδομάδα; Στην Αγγλία για παράδειγμα, έκαναν να ψωνίσουν μια βδομάδα κρέας, όταν ανέβηκε η τιμή του, με αποτέλεσμα να πέσουν οι τιμές, πιο κάτω από ότι ήταν πριν!

Ν.Μ.: Οι πολίτες, αυτή τη στιγμή, βρίσκονται σε πολύ δύσκολη θέση και ψωνίζουν τα απολύτως απαραίτητα. Δεν έχουν χρήμα για να κάνουν κατανάλωση. Εγώ πηγαίνω στο Χαλάνδρι που έχει πολύ μεγάλη αγορά, και βλέπω τόσα χρόνια άδεια μαγαζιά! Δεν μπορεί να αγοράσει πλέον ο κόσμος…

Κρ.Π.: Δεν υπάρχει, όμως, μία αντίδραση συνολική και συντονισμένη και σε διάρκεια. Υπάρχουν κυρίως μεμονωμένες ή μιας μέρας.

Ν.Μ.: Είναι γεγονός, ότι ο κόσμος εδώ, ποτέ δεν συμπεριφέρθηκε όπως στην Αγγλία, που αποφασίζουν ένα μποϊκοτάζ κρέατος, και αναγκάζονται οι παραγωγοί και μειώνουν τις τιμές. Εδώ, δεν υπάρχει αυτή η συνείδηση.

Κρ.Π.: Δεν υπάρχει και συνεργασία των πολιτών με τους διάφορους φορείς...

Ν.Μ.: Δεν διαφωνώ. Να δείτε και στον κλάδο τον δικό μου, των μουσικών, τί αδράνεια υπάρχει, ενώ γίνονται διάφορες συμφωνίες μεταξύ εκδοτών εφημερίδων και δισκογραφικών εταιρειών για να εκδίδουν δίσκους, οι οποίες συμφωνίες είναι απαράδεκτες!  Έχουν υποβαθμίσει κάθε πνευματικό δημιουργό, και φτιάχνουν ένα οικονομικό περιβάλλον, όπως τους βολεύει και δεν ρωτάνε κανέναν.

Κάνουν του κεφαλιού τους και μεις οι δημιουργοί, δεν έχουμε καμία δύναμη, ούτε καν συνδικαλιστική, ώστε να φέρουμε αντίρρηση!

Και είναι έτσι, όπως το είπατε και σεις. Δεν μπορεί η μεμονωμένη απεργία να λύσει ένα πρόβλημα.

Αλλά, εν πάση περιπτώσει, με τις επισημάνσεις που κάνουμε, συμβάλλουμε ενδεχομένως, στο να συνειδητοποιήσουμε κάποια στιγμή, ότι χωρίς τη δική μας οργάνωση και αγώνα, δεν μπορεί να γίνει κάτι. Προς το παρόν, όμως, δεν φαίνεται ότι μπορούμε να το κάνουμε.

Κρ.Π.: Μα, το είπατε, ότι σχεδόν δεν υπάρχει συνδικαλισμός… Πώς αλλιώς θα υπάρξει μία κοινή απόφαση, στο τί πρέπει να κάνουμε; Κατ’ αρχάς, δεν πρέπει να προσπαθήσουμε να επικοινωνήσουμε και να συνεννοηθούμε;

Ν.Μ.: Δεν θα μπορούσα να διαφωνήσω. Αλλά, δεν ξέρω τί άλλο πρέπει να  γίνει. Είπα διάφορα πράγματα, προφανώς θα έχω ξεχάσει κι άλλα, αλλά είναι κάτι που μας απασχολεί όλους και μας βασανίζει όλους, το τι πρέπει να γίνει για να διορθωθεί το κακό… Ίσως θα πρέπει να επινοήσουμε καινούργια πράγματα. Καινούργιες μορφές κινητοποίησης και συνεργασίας.

Ευτυχώς δεν είμαι πολιτικός. Γιατί τότε θα είχα την υποχρέωση να βρίσκω λύσεις…

Κρ.Π.: Είμαστε πολίτες, όμως. Δεν θά ‘πρεπε να ξέρουμε τί θέλουμε και να το απαιτούμε;

Ν.Μ.: Εννοώ, λύσεις εφικτές που να μπορούν να γίνουν. Γιατί παρατηρώ κάποια κόμματα, που λένε ότι π.χ. θα επαναφέρουμε τις συντάξεις, και τους μισθούς, κλπ. Εύκολο να το λες… Δεν ξέρω. Μπορεί να γίνει; Εδώ, δεν έχουν να αγοράσουν, όπως είπαμε, γάζες στα νοσοκομεία, και μπορούν να επαναφέρουν τους μισθούς;

Κρ.Π.: Δεν μπορούμε, πια, να βρούμε λύση, λέτε, ούτε… θεωρητικά, πόσο μάλλον πρακτικά;

Ν.Μ.: Έτσι είναι…

Κρ.Π.: Και πού καταλήγουμε;

Ν.Μ.: Κοντολογίς, πέρα από την ανάπτυξη των οικονομικών θεμάτων, πρέπει να υπάρχει μία στόχευση και στην πνευματική ανάπτυξη, η οποία έχει να κάνει με την Παιδεία, με τα σχολεία μας, με τα Πανεπιστήμια, με τις Δραματικές και τις Ωδειακές σχολές… όλα αυτά.

Πραγματικά δεν ξέρω τι άλλο…

Κρ.Π.: Πιστεύετε ότι είναι σα να έχουμε σηκώσει τα χέρια; Ότι η κατάσταση είναι… εκτός ελέγχου;

Ν.Μ.: Δεν το ξέρω. Αλλά, έτσι δείχνει αυτή τη στιγμή. Τώρα, αν μπορεί να υπάρξουν όντως επιτυχίες του πρωθυπουργού στα ταξίδια που κάνει, για να προσελκύσει επενδυτές… Ε, τα διαβάζω όλα αυτά…

Να δούμε, αν θα γίνουν, και πώς θα γίνουν, και τι αποτέλεσμα θά ‘χουν, κι αν, θα βοηθήσουν τον απλό κόσμο να βρει κάποιες λύσεις, και να ζήσει λίγο καλύτερα. Αυτό θα είχε ουσία. Αλλά προς το παρόν, αυτό που βλέπουμε, είναι σχέδια και υποθέσεις. Μακάρι να γίνουνε, να πραγματοποιηθούν…-

Σχετικά Άρθρα:

Η κουλτούρα της ντροπής, του Γρηγόρη Γκιζέλη

Αρλέτα: Ναι, έχουμε ναυαγήσει!

Ευσταθία: Η δικτατορία του light, έριξε το συναισθηματικό IQ μας

 

Επιβίωση ή μη μονιμότητα των λογοτεχνικών έργων. Του Φερνάντο Πεσσόα

08:28, 06 Μαρ 2013 | Κρυσταλία Πατούλη tvxs.gr/node/121763

Η τέχνη ενός έθνους, στο μέτρο που είναι προσαρμοσμένη σ’ ένα περιβάλλον πραγματικά εθνικό, δεν θα περάσει τα σύνορα του χώρου, παρά μόνο με τη νεφελώδη φήμη των λεγομένων, και τα σύνορα του χρόνου, παρά μόνο στο μέτρο που το κληρονομούμενο εθνικό ένστικτο θα είναι πλησίον του ανθρώπινου έμφυτου ενστίκτου, του κοινού σε όλους τους τύπους των εθνών και πολιτισμών. Να γιατί η ελληνική τέχνη είναι τόσο ριζωμένη στη γη του Χρόνου. Γιατί η αρχαία Ελλάδα ήταν από όλα τα έθνη εκείνο του οποίου το συστατικό προσαρμοζόταν πολύ στενά στους πολιτισμικούς και μορφωτικούς νόμους. Ακόμη και ως εθνική, η τέχνη της ήταν οικουμενική και αιώνια. Από τότε (;) το εθνικό και το αιώνιο διασταυρώθηκαν στην Ελλάδα.

Μερικά έργα πεθαίνουν γιατί δεν αξίζουν τίποτα. Αυτά, αφού πεθαίνουν νωρίς, είναι σαν να είχαν πεθάνει πριν γεννηθούν.

Άλλα έχουν τη σύντομη διάρκεια που τους χαρίζει η έκφραση της ψυχικής διάθεσης ή της περαστικής μόδας της κοινωνίας. Πεθαίνουν σε μικρή ηλικία. Άλλα, μεγαλύτερης σημασίας, συνυπάρχουν με μιαν ολόκληρη εποχή της χώρας, της οποίας τη γλώσσα χρησιμοποιούν, και όταν αυτή η εποχή τελειώσει, τελειώνουν κι αυτά.

Τούτα πεθαίνουν στην εφηβεία της φήμης και δεν ξεπερνούν τη νεότητα στην αιώνια ζωή της δόξας. Άλλα επίσης, επειδή εκφράζουν βασικά πράγματα του πνεύματος της χώρας τους ή του πολιτισμού που τους κυβερνά, διαρκούν τόσο όσο διαρκεί αυτός ο πολιτισμός.

Αυτά φθάνουν την ανδρική ηλικία της παγκόσμιας δόξας. Άλλα όμως, επιζούν του πολιτισμού του οποίου τα αισθήματα εκφράζουν.

Αυτά φθάνουν στην ωριμότητα μιας ζωής όχι πιο θνητής από των θεών, που έχουν αρχή, αλλά όχι τέλος, όπως ο Χρόνος. Και είναι υποταγμένα μόνο στο τελικό μυστήριο που το Πεπρωμένο φυλάει για πάντα καλυμμένο.

Το ανωφελές της κριτικής:

Δεν έχει σπουδαία σημασία να πει κανείς με έμφαση ότι ένα αριστούργημα καταλήγει πάντα να γνωρίσει την επιτυχία, αφού πρόκειται για ένα πραγματικά καλό έργο, και μάλιστα αν το «να γνωρίσει την επιτυχία» σημαίνει να γίνει δεκτό στον καιρό του.

Είναι αλήθεια ότι ένα αριστούργημα καταλήγει πάντοτε να αναγνωρισθεί μετά από καιρό, όπως επίσης είναι αλήθεια ότι ένα έργο δεύτερης σειράς αναγνωρίζεται πάντοτε στον καιρό του.

Πώς, λοιπόν, ο κριτικός μπορεί να κρίνει; Ποιές είναι οι απαιτούμενες ιδιότητες όχι του λεγόμενου κριτικού αλλά αυτού στο οποίο είναι πράγμαται αρμόδιος;

Η γνώση της τέχνης ή της φιλολογίας του παρελθόντος, η εκλεπτυσμένη επιθυμία από αυτή τη γνώση, ένα πνεύμα αμερόληπτο και εχέφρον.

Ένα προσόν λιγότερο και αυτό θα απέβαινε μοιραίο στην καλή άσκηση των ιδιοτήτων ενός κριτικού. Ένα περισσότερο θα ήταν το δημιουργικό πνεύμα και κατά συνέπεια η ατομικότητα. Η ατομικότητα όμως σημαίνει εγωκεντρισμό και μια βέβαιη αδιαφορία για τα έργα των άλλων.

Αλλά μέχρι που πηγαίνει η αρμοδιότητα του αρμόδιου κριτικού;

Ας υποθέσουμε ότι ένα έργο τέχνης πραγματικά πρωτότυπο φθάνει στα μάτια του. Πώς θα το κρίνει; Σε αντιπαραβολή με τα έργα τέχνης του παρελθόντος; Εάν είναι πρωτότυπο, θα απομακρυνθεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο –και όσο πιο πρωτότυπο είναι, τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η διαφορά- από τα έργα του παρελθόντος.

Στο μέτρο που παίρνει τις αποστάσεις του, δεν θα φαίνεται σύμφωνο με τον κανόντα περί αισθητικής που ο κριτικός έχει ήδη στο μυαλό του.

Κι αν η πρωτοτυπία αντί να είναι απλή παράβαση των παλαιών κανόντων, τους θέτει σε χρήση σύμφωνα με τις πιο εποικοδομητικές αρχές –όπως ο Milton χρησιμοποίησε τους Αρχαίους-, ο κριτικός θα εκλάβει αυτή τη βελτίωση για πρόοδο ή θα ισχυρίζεται ότι η χρήση αυτών των κανόνων δεν είναι τίποτε άλλο παρά μόνο μίμηση;

Θα βλέπει καλλίτερα τον κτίστη από τον χρήστη των υλικών του κτίσματος; Γιατί θα προτιμήσει να κάνει τούτο αντί κάτι άλλο καλλίτερο;

Απ’ όλα τα στοιχεία, κανένα δεν είναι δυσκολότερο να καθορισθεί σε ένα έργο από την ικανότητα να οικοδομείς… Συγχώνευση των στοιχείων του παρελθόντος; Ο κριτικός θα την δει;

Ποιός θα μπορούσε να πιστέψει ότι εάν δημοσιεύονταν σήμερα ο Χαμένος Παράδεισος ή ο Άμλετ, τα Σονέτα του Shakespeare ή του Milton, θα τοποθετούνταν πιο ψηλά από την ποίηση του κ. Kipling ή του κ. Noyes  ή του οποιοδήποτε άλλου του ίδιου σιναφιού;

Είναι ανόητος αυτός που μπορεί να πιστέψει κάτι τέτοιο. Η έκφαση είναι σκληρή, λίγο φιλόφρων, αλλά έχει ως μόνο σκοπό την αλήθεια.

Ακούμε να λέγεται από όλες τις πλευρές ότι η εποχή μας έχει ανάγκη από ένα μεγάλο ποιητή. Το μεγάλο κενό όλων των μοντέρνων εγχειρημάτων γίνεται περισσότερο αισθητό απ’ ότι δεν συζητιέται. Εάν αυτός ο μεγάλος ποιητής εμφανιζόταν, θα υπήρχε κάποιος να τον προσέξει;

Ποιός ξέρει αν δεν έχει ήδη εμφανιστεί; Το κοινό βλέπει οι εφημερίδες να αναγγέλλουν τα έργα αυτών που η επιρροή και οι φιλίες τούς έχους κάνει διάσημους ή των οποίων η κατώτερη ποιότητα τους έχει κάνει δεκτούς από τα πλήθη.

Ίσως ο μεγάλος ποιητής έχει ήδη εμφανιστεί. Το έργο του θα έχει γίνει αντικείμενο ενός σύντομου σημειώματος: «Κυκλοφόρησε», στην συνοπτική βιβλίογραφία ενός οποιουδήποτε κριτικού περιοδικού.

(Αποσπάσματα από το βιβλίο του Φερνάντο ΠεσσόαΟ δρόμος του φιδιού, Εκδόσεις Αρμός, Μετάφραση – Eπιμέλεια: Γιάννης Σουλιώτης)


«Ο δρόμος του φιδιού» είναι μιά πραγματεία μύησης στην γνώση, είναι ένα παζλ που συνθέτει ο Γιάννης Σουλιώτης από γνωστά και ανέκδοτα κείμενα του Φερνάντο Πεσσόα που καλούν στον δρόμο της γνώσης, τον δρόμο που διάνυε ο Πεσσόα σαν τον Οδοιπόρο του, παραμυθούμενος για λίγο ή περισσότερο με γοητευτικές συναναστροφές: με τους αρχαίους Έλληνες θεούς, την Μεταφυσική, την Αλχημεία, την Μασονία, την Καβάλα, τους Ναϊτες, τους Ροδόσταυρους, την Επιστήμη, την Τέχνη, την Θρησκεία…

Ο δρόμος, όμως, του φιδιού είναι η απόδραση έξω από τους δρόμους, μας λέει ο ποιητής, και μόνο απεκδυόμενοι κάθε φορά, όπως το φίδι τα πουκάμισά του, απόψεις, θεωρίες, συστήματα, θρησκείες, θα πλησιάσουμε λίγο πιο κοντά στην απρόσιτη και θεία Αλήθεια.

«Το παρόν βιβλίο αποτελεί ένα μικρό πεσσοανικό παζλ φτιαγμένο με θέματα που ο μεγάλος Πορτογάλος ποιητής έζησε, ένιωσε, φαντάστηκε σε όλους τους τομείς…» Γιάννης Σουλιώτης

Νάνος Βαλαωρίτης: Είναι, σχεδόν, μια σουρεαλιστική επανάσταση…

valaoritisdpfdugsifigy

09:26, 02 Μαρ 2013 | tvxsteam tvxs.gr/node/121421

«[…] Οι Ευρωπαίοι δεν αντιλαμβάνονται, ότι αυτό που υφίστανται αυτή τη στιγμή, είναι τόσο παράλογο, ώστε μοιραία προκαλεί το αντίστοιχο παράλογό του, ως αντίδραση. Κι αυτή η αντίδραση θα είναι τόσο ακραία, που θα προκαλέσει το αντίθετό της, δηλαδή, μία έκρηξη καρναβαλίστικη, όπως την περιέγραψε ο Ρώσος θεωρητικός Μιχαήλ Μπαχτίν το 1920 […] Η εκτόνωση σε μια τέτοια περίπτωση, μπορεί να πάρει το χαρακτήρα ενός άλλου παράλογου! Δηλαδή, είναι σχεδόν μια σουρεαλιστική επανάσταση…» Ο ποιητής Νάνος Βαλαωρίτης, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη με αφορμή τα αποτελέσματα των ιταλικών εκλογών και τις έντονες γερμανικές αντιδράσεις περί… κλόουν.

Ν.Β.: Αυτές οι εκλογές έκαναν μια μεγάλη ανατροπή, την οποία βέβαια αναμέναμε. Όμως, δεν αναμέναμε, και τη λύσσα με την οποία υποδέχτηκαν τα αποτελέσματα οι Γερμανοί...

Οι ιταλικές εκλογές ήταν η αρχή της ενεργοποίησης της ωρολογιακής βόμβας, καθώς όλη η Ευρώπη βρίσκεται κάτω από τη γερμανική μπότα! Είναι ο Φελίνι εναντίον του Μπέργκμαν, ο Νότος του ήλιου και της χαράς της ζωής εναντίον του γκρίζου αυτοκτονικού Βορά, γκρόσο μόντο.

(Πρέπει να τρίψουμε τη μούρη της Μέρκελ στη λάσπη του Νότου, και να τους αναγκάσουμε να τυπώσουν χρήμα για την ανάπτυξη ή να φύγουν. Τέρμα οι τερατώδεις φόροι και τα μέτρα λιτότητας, παρόλο που όλοι οι Κεϊνσιανοί απορρίπτουν σε εποχές ύφεσης!)

Ο Στάινμπρουκ, στη δήλωσή του για τα αποτελέσματα των ιταλικών εκλογών, ανέφερε ότι οι Ιταλοί εκλέξανε δύο κλόουν, και ο μεν ένας(Γκρίλο) είναι επαγγελματίας κλόουν και δεν τον νοιάζει να τον αποκαλούν έτσι, ενώ ο άλλος(Μπερλουσκόνι) αν και είναι κλόουν, δεν του αρέσει να τον λένε έτσι…

Σε αυτές τις δηλώσεις, αντέδρασε ο Ναπολιτάνο, ο οποίος ακύρωσε το γεύμα που είχε με τον Στάινμπρουκ στο Μόναχο…

Απ’ ότι είδαμε, μέσα απ’ όλο αυτό το… έντυπο υλικό που λύσσαξε εναντίον των Ιταλών, δηλαδή, όλες τις γερμανικές εφημερίδες, από την Bild μέχρι την Spiegel, μόνο ένας εξέφρασε πως ο Στάινμπρουκ κραυγάζει σαν να είναι ίλαρχος πρωσικού ιππικού…  Αυτό, ήταν και το μόνο σχόλιο, το οποίο είδαμε να ακούγεται από τη Γερμανία, που έχει κάποια… αυτοσυνείδηση.

Όμως, οι Γερμανοί, εκλέξανε -όπως όλοι γνωρίζουμε- τον μεγαλύτερο κλόουν της ιστορίας, τον Χίτλερ, ο οποίος ήταν και ο πιο επικίνδυνος, διότι κατέστρεψε τον μισό πλανήτη!

Τον είχε καταλάβει, τότε, και  ο μεγάλος κωμικός Σαρλό, και τον σατίρισε θαυμάσια, βγάζοντας ακριβώς αυτά τα στοιχεία του κωμικού τα οποία είχε, μέσα σε όλο αυτό το δραματικό περιβάλλον της Γερμανίας της εποχής εκείνης.

Πόσο θράσος, λοιπόν, έχουν οι Γερμανοί; Να έχουν ψηφίσει έναν τέτοιον, που νομίζω δεν υπάρχει άλλος αντίστοιχος εδώ και δύο χιλιάδες τουλάχιστον χρόνια, από εκείνον τον περίφημο Καλιγούλα…

Κρ.Π.: Τον ημίτρελο. Δηλαδή, τον τελείως τρελό…

Ν.Β.: Ακριβώς! Ανάμεσα, λοιπόν, στον Καλιγούλα και τον Χίτλερ, δεν υπήρχε κανένας πιο τρελός! Υπήρξανε σκληροί ηγέτες, βέβαια, αλλά ηγέτες κλόουν και καταστροφικοί συγχρόνως, ήταν μοναδικό φαινόμενο!

Γι’ αυτό, λέω, πως έχει μεγάλη σημασία το ότι οι Γερμανοί δεν έχουν αποκτήσει ακόμα αυτοσυνείδηση.  Εφόσον,  μέχρι σήμερα δεν γνωρίζουν μέσα στη δήθεν σοβαρότητά τους, ότι φέρονται τελείως παράλογα!

Έχουν προκαλέσει τρεις πολέμους στην Ευρώπη, και μάλιστα ένα νεοσύστατο κράτος τότε, με τους Πρώσους και τον Βίσμαρκ, αλλά και τον Κάιζερ, ο οποίος έκανε ένα φοβερό ολοκαύτωμα σε δύο φυλές της Αφρικής. Υπάρχει ολόκληρο βιβλίο για το ολοκαύτωμα του Κάιζερ!

Ενώ, λοιπόν, έχουν αυτή την ιστορία, μας λένε για τους Ιταλούς, ότι εκλέγουν κλόουν; Είναι τουλάχιστον γελοίο, να μην το αντιλαμβάνονται. Δεν λέω ότι είναι ο μόνος λαός που μπορεί να παράγει έναν κλόουν, αλλά έχουν παράγει ήδη -οι ίδιοι- τον κορυφαίο των κλόουν!

Κρ.Π.: Και είναι ενδιαφέρον ότι αυτό που «βλέπουν» στους Ιταλούς, είναι μάλλον μία δική τους προβολή, εφόσον, και οι δύο λαοί έχουν παράγει στην ιστορία της ανθρωπότητας, τούς πιο καταστροφικούς κλόουν… Είναι οι δύο λαοί που συναγωνίζονται στους… κλόουν;

Ν.Β.: Πράγματι, υπάρχει μία περίεργη σύγκλιση εκεί. Δεν μπορεί να καταλάβει κανείς ακριβώς, αλλά εγώ θεωρώ ότι η φοβερή δίψα για εξουσία των Ρωμαίων, καθώς και ανάλογη δίψα των Γερμανών, είναι κάτι το αντίστοιχο. Και εκεί είναι που ίσως δημιουργείται ο κλόουν, ο επικίνδυνος κλόουν, ο οποίος συνδυάζει το θέμα της εξουσίας με το θέμα του κωμικού…

Κρ.Π.: Και με το θέμα της βαριάς ψυχιατρικής περίπτωσης…

Ν.Β.: Μιας ψυχιατρικής όμως, η οποία έχει και το στοιχείο ενός μακάβριου χιούμορ, όταν π.χ. ο Καλιγούλας ανακηρύσσει γερουσιαστή το άλογό του… ή ο Χίτλερ με την εμμονή του στην άρια φυλή…

Κρ.Π.: Σε σχέση με αυτό που είπατε, ότι οι ιταλικές εκλογές είναι η αρχή της ενεργοποίησης της ωρολογιακής βόμβας, πώς το εννοείτε;

Ν.Β.: Νομίζω ότι όλη η Ευρώπη υφίσταται αυτό το νέο Γερμανικό ιμπεριαλισμό, και νομίζω ότι θα εκραγεί!

Δηλαδή, θα ακολουθήσει κι άλλη έκρηξη και από άλλη χώρα. Και τελικά, θα ενωθούν όλες οι χώρες εναντίον τους και θα την πληρώσουνε!

Διότι οι Γερμανοί, αρχίσανε με το να προσβάλλουν εμάς και την Αφροδίτη, και αυτό δεν το κάνεις ενδεχομένως, χωρίς να τιμωρηθείς…  Τα βάλανε και με κάτι το οποίο είναι πολύ πιο ισχυρό από αυτούς, που είναι το Ελληνικό πνεύμα!

Κρ.Π.: Διέπραξαν μία ύβρη, και προφανώς θα υπάρξει τιμωρία και κάθαρση;

Ν.Β.: Βέβαια, ήταν ύβρις για την Αφροδίτη! Και κατόπιν μας έβγαλαν και όλους απατεώνες. Ε, λοιπόν, αυτό θα το πληρώσουν…

Κρ.Π.: Μακάρι…

Ν.Β.: Και να κάνουν και να λένε όλα αυτά, την ώρα που ακόμα δεν μας έχουν δώσει τις αποζημιώσεις του πολέμου και δεν έχουν ξεπληρώσει το χρέος τους προς την Ελλάδα;

Δηλαδή, ποιος είναι ο μεγαλύτερος απατεώνας στην Ευρώπη; Αυτοί! Και νομίζουν ότι δεν μας κάνουν τον.. κλόουν; Μα, συνεχώς μάς παίζουν ένα θέατρο!

Κρ.Π.: Μακάβριο θέατρο;

Ν.Β.: Ναι! Φυσικά! Βόρειο…

Κρ.Π.: Αυτό που είπατε, επίσης, ότι συμβολικά, ο Φελίνι στρέφεται εναντίον του Μπέργκμαν… ο Νότος εναντίον του Βορά;

Ν.Β.: Είναι ένας τρόπος σκέψης τελείως διαφορετικός – αυτοκτονικός στο Βορά, και υπέρ της ζωής στο Νότο.

Οι Ευρωπαίοι δεν αντιλαμβάνονται ότι αυτό που υφίστανται αυτή τη στιγμή, είναι τόσο παράλογο, ώστε μοιραία προκαλεί το αντίστοιχο παράλογό του, ως αντίδραση. Και αυτή η αντίδραση, θα είναι τόσο ακραία, που θα προκαλέσει το αντίθετό της, δηλαδή, μία έκρηξη καρναβαλίστικη, όπως την περιέγραψε ο Ρώσος θεωρητικός, Μιχαήλ Μπαχτίν, το 1920.

Κρ.Π.: Τί εννοείτε, ακριβώς, με το «καρναβαλίστικη»; 

Ν.Β.: Εννοώ ότι μαζεύεται πάρα πολύ ένταση μέσα στους λαούς, και αυτή η ένταση χρειάζεται να εκτονωθεί. Η εκτόνωση σε μια τέτοια περίπτωση, μπορεί να πάρει το χαρακτήρα ενός άλλου παράλογου! Δηλαδή, είναι σχεδόν μια σουρεαλιστική επανάσταση…

Κρ.Π.: Επειδή, στις παράλογες καταστάσεις, οι παράλογες αντιδράσεις, είναι φυσιολογικές…

Ν.Β.: Είναι, όχι μόνο φυσιολογικές, αλλά και αναμενόμενες! Όταν πιέζεις κάποιον, θα φτάσει μια στιγμή που δεν θα το αντέξει. Θα εκραγεί. Είτε με οργή και βία, είτε -ειδικά στην αρχή- με την μορφή του καρναβαλίστικου… όπως φάνηκε στην Ιταλία.

Παρατηρούνται τελευταία, άλλωστε, διάφορα φαινόμενα καρναβαλικά, όπως οι Fema(γυμνόστηθες Ουκρανέζες) μπροστά στο άγαλμα της Αφροδίτης ή μπροστά στον Μπερλουσκόνι όταν πήγε να ψηφίσει, ή εκείνο το γκρουπ της Ρωσίας(που τραγούδησε μέσα σε καθεδρικό ναό της Μόσχας, εναντίον του Πούτιν).

Ένα άλλο παράδειγμα είναι η πληθώρα μικρών θεατρικών παραστάσεων στην Αθήνα, που όπως έχω παρατηρήσει, κυρίως στις διαφημίσεις τους, ένα ύφος καρναβαλικό, πολύ καιρό πριν ξεκινήσει το Τριώδιο…

Χρήστος Παπαμιχάλης: Είμαστε με μηδέν αντανακλαστικά σε όλα!

07:29, 01 Μαρ 2013 | tvxsteam tvxs.gr/node/121183

[…] Αν φταίει κάτι, πάνω από όλα, είμαστε εμείς! Γίνεται χαμός, κι εμείς είμαστε με μηδέν αντανακλαστικά σε όλα! Περνάνε μνημόνια, γίνεται χαμός, καταφέρνουμε να μαζευόμαστε, όσοι καταφέρνουμε να μαζευόμαστε στο Σύνταγμα και διαδηλώνουμε και οι υπόλοιποι καθόμαστε στον καναπέ μας και δεν σηκωνόμαστε ούτε όταν φτάνει η σύνταξη στα 500 ευρώ. […] Ο ραδιοφωνικός παραγωγός και συγγραφέας Χρήστος Παπαμιχάλης, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη με αφορμή τη θεατρική παράσταση «Η Ρίζα του 5», συμμετέχοντας συγχρόνως στην δημοσιογραφική – ποιοτική έρευνα για την ελληνική κρίση, με βάση το ερώτημα «Ποιές αιτίες μας έφεραν ως εδώ, και κυρίως τί πρέπει να κάνουμε;», που δημοσιεύεται στο tvxs.gr από το 2010.

Κρ.Π.: Να ξεκινήσουμε από το maybe, δηλαδή τη νουβέλα που έγραψες και βασίζεται η θεατρική παράσταση «H ρίζα του 5»;

Χρ.Π.: Η ιστορία του βιβλίου ουσιαστικά είναι τα 5 πρόσωπα μιας οικογένειας: μάνα, πατέρας, και τα τρία παιδιά, που ο καθένας μιλάει σε πρώτο πρόσωπο, ξεχωριστά. Δεν συναντιούνται σχεδόν πουθενά, κι ο καθένας λέει την ιστορία του…

Υπάρχει κι ένα μυστικό το οποίο αποκαλύπτεται σιγά σιγά, και το αντιλαμβάνεται ο θεατής από την οπτική πλευρά του καθενός. Ο καθένας, δηλαδή, έχει μία δική του οπτική των πραγμάτων, όπως τα έχει ζήσει, που όλες μαζί κάνουν αυτό το οποίο είναι το μυστικό της οικογένειας. Αλλά και ο καθένας κάτι κρύβει, και ο καθένας έχει κάτι που εκδηλώνει. Μία πλευρά που βλέπουμε, και μία πλευρά που δεν βλέπουμε. Κάπως έτσι είναι όλοι.

Γι αυτό κρατήθηκε και ο τίτλος στο βιβλίο «maybe». Γιατί ήθελα να πω, ότι αυτό που βλέπεις και καταλαβαίνεις σε έναν άνθρωπο όταν τον συναντάς για πρώτη φορά, δεν είναι αυτό που φαίνεται. Το ίδιο συμβαίνει και με μία οικογένεια. Όλα έχουν το δεύτερο και το τρίτο επίπεδο.

Αυτό είναι το κύριο σημείο του βιβλίου. Το αμέσως επόμενο, είναι η διαφορετικότητα, και το πώς είναι αποδεκτή ή μη, από την ελληνική κοινωνία σήμερα.

Διότι η ιστορία εξελίσσεται σε ένα χωριό, της δεκαετίας του 2000, στην Ελλάδα, όπως θα μπορούσε να είναι το Κορωπί που μεγάλωσα, που όλοι γνωρίζουν όλους.

Νομίζουμε ότι έχει αλλάξει η ελληνική κοινωνία, αλλά παραμένει η ίδια, τουλάχιστον όπως τη θυμάμαι εγώ από τη δεκαετία του 1970 και μετά. Νομίζουμε ότι έχει πάει μπροστά, αλλά ουσιαστικά στο μικρόκοσμό της, παραμένουν όλα ίδια. Όσο υπάρχει η ελληνορθόδοξη εκκλησία, πολύ δύσκολα θα αλλάζουν οι συνθήκες που εμείς νομίζουμε ότι έχουν αλλάξει.

Γιατί ζούμε στην Αθήνα, και νομίζουμε ότι αποδεχόμαστε τους ανθρώπους όπως είναι. Δεν είναι έτσι! Απλά, τους αποδεχόμαστε, γιατί δεν τους ξέρουμε…

Κρ.Π.: Οι κοινωνίες αλλάζουν πάρα πολύ αργά, και αυτό φαίνεται και σ’ αυτά που συμβαίνουν σήμερα στην Ελλάδα…

Χρ.Π.: Εγώ στην πόλη μου, δεν βλέπω καμία αλλαγή. Ναι, βλέπω αλλαγή στα ντουβάρια και στα χρώματα, αλλά η νοοτροπία των ανθρώπων παραμένει η ίδια.

Γι’ αυτό, το βιβλίο αυτό είναι γεμάτο στερεότυπα, για να σου δείξει ότι τελικά, πως δεν υπάρχουν στερεότυπα. Η μάνα που συνήθως είναι η καλή, δεν είναι η καλή τελικά, σε σχέση με τα παιδιά της. Ο πατέρας ο οποίος φαίνεται πιο απόμακρος, είναι αυτός που τα έχει καταλάβει και τα έχει προστατεύσει, χωρίς να το ξέρουν τα ίδια, και τα έχει βοηθήσει.

Ο ένας γιος ο οποίος είναι γκέι, εμφανίζεται να παραμένει στο χωριό, γιατί έχει ερωτευτεί και έχει αποφασίσει ότι θα μείνει εκεί για πάντα σε όλη του τη ζωή, εισπράττοντας τη γενική κατακραυγή. Ο άλλος γιος έχει φύγει και έχει έρθει στην Αθήνα για να σπουδάσει, και η κόρη είναι εκείνη η οποία, ξέρει τα μυστικά όλων!

Κρ.Π.: Η οικογένεια είναι ο πυρήνας της κοινωνίας, και εκτός αυτού είναι και πολύ δυνατό στοιχείο ειδικά της ελληνικής κοινωνίας. Οπότε, τι σε έκανε να μιλήσεις για μια οικογένεια;

Χρ.Π.: Εγώ προέρχομαι από μία ισορροπημένη και ευτυχισμένη οικογένεια, αλλά αυτό που βλέπω γύρω μου, είναι ότι παρουσιάζουμε μία εικόνα ευτυχίας που πίσω από κλειστές πόρτες δεν υπάρχει πουθενά! Δεν υπάρχει.

Είναι οικογένειες οι οποίες έχουν κρατηθεί από το φόβο της κοινωνικής κατακραυγής για το χωρισμό, κάτι που λίγο το έχουμε ξεπεράσει ειδικά στην Αθήνα, αλλά π.χ. στο Κορωπί, ακόμα είναι… θέμα.

Αυτό με έκανε να γράψω αυτό το βιβλίο. Ότι παρουσιάζουμε μία αγία οικογένεια γενικά προς τα έξω, και πίσω από τις κλειστές πόρτες του κάθε σπιτιού γίνεται της… κακομοίρας.  Αυτό το υποκριτικό φαίνεσθαι, δεν μπορώ να το καταλάβω. Μπορείς να παρουσιάζεις και τον πόνο σου, και το φόβο σου, και την αγωνία σου, και το …άνθρωποι είμαστε!

Κρ.Π.: Η νοοτροπία των τελευταίων δεκαετιών σχεδόν ποινικοποιούσε τα προσωπικά προβλήματα, και επίσης, ηρωοποιούσε τους ανθρώπους που δεν τα μοιράζονταν, αλλά τα «έλυναν» όλα μόνοι τους! Ή γελαστός ή πεθαμένος, ένα πράμα…

Χρ.Π.: Έχουμε βάλει τη ντροπή πάνω από την ανάγκη. Είτε την προσωπική, είτε την κοινωνική – συλλογική.

Κρ.Π.: Ίσως δεν είναι θέμα ντροπής, ακριβώς. Έχει ανακηρυχθεί σε αξία η μοναξιά όσο και η υποκρισία.

Χρ.Π.: Μιλάμε για μία σύγχρονη ελληνική κοινωνία η οποία δεν διαφέρει πολύ από πριν μια 30ετία. Αν και παλιότερα, ήταν λίγο πιο ανθρώπινη…

Κρ.Π.: Πάντως ακούγεται δίκαιο που βάζεις αυτούς τους ανθρώπους να μιλήσουν από την πλευρά τους, διότι από την πλευρά του κανένας βιώνει τα πράγματα…

Χρ.Π.: Αυτό είναι ακριβώς! Υπάρχει μια αλήθεια που αν την βάλουμε στο κέντρο και θέσουμε όλοι τη δική μας σκοπιά, και μιλήσουμε γι’ αυτή, ενδεχομένως θα μπορέσουμε να καταλήξουμε σ’ αυτήν. Αλλά, αν αυτοί οι πέντε, δεν βρεθούν ποτέ, δεν θα την δει κανένας τους. Έχει ζήσει ο καθένας, ένα κομμάτι της, αλλά κανείς δεν την έχει δει ολοκληρωμένα.

Κρ.Π.: Πόσο είναι ο καθένας έτοιμος να ακούσει την αλήθεια του άλλου, και να συναντηθεί, και να μοιραστεί την δική του;

Χρ.Π.: Ο ήρωας του βιβλίου δεν είναι τυχαία ομοφυλόφιλος, γιατί υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να μοιραστούν ποτέ την δική τους αλήθεια.

Κρ.Π.: Χρειάζεται και αυτογνωσία αλλά και μεγάλη προσπάθεια διαχείρισης της αλήθειας από τον καθένα, θέματα που μάλλον, είμαστε πολύ πίσω…

Χρ.Π.: Δεν θα διαφωνήσω…

Κρ.Π.: Ποιά ανάγκη σε έσπρωξε να γράψεις για ένα τέτοιο θέμα;

Χρ.Π.: Ξεκινώντας να γράφω, υπήρχε μόνο ο Δημήτρης, δηλαδή ένας άνθρωπος που διαφέρει από την πλειοψηφία της κοινωνίας και που εκφράζει τα βιώματά του μέσα από τη δική του σκοπιά, σε αντιδιαστολή με μία κοινωνία που δεν δέχεται, ουσιαστικά την διαφορετικότητα.

Η αποδοχή, ήταν, το βασικότερο μέσα στο μυαλό μου. Το αν και πώς αποδεχόμαστε τους ανθρώπους γι’ αυτό που είναι ή όχι… Και ότι τελικά δεχόμαστε ότι μας μοιάζει. Ότι δεν ταιριάζει στο καλούπι μας, κάνουμε ότι είμαστε οκ, χωρίς να είμαστε οκ.

Κρ.Π.: Μιλάς για κάτι πολύ επίκαιρο. Για τον ρατσισμό και ουσιαστικά τον φασισμό…

Χρ.Π.: Το 2000 που ξεκίνησα να το γράφω, στο Κορωπί ο διαφορετικός π.χ. ήταν ο Αλβανός. Ήταν άνθρωποι που είχαν έρθει εκεί πριν 15 χρόνια, που τους είχαμε στα χωράφια μας, που τους είχαμε στα σπίτια μας, και συνέχιζαν να είναι ο…Αλβανός. Ή ένα παιδί δίπλα, που ήταν γκέι, και το οποίο, όπως και να ‘χει αυτοκτόνησε. Είναι, λοιπόν, μία ταμπέλα που τους φοράμε, γιατί δεν χωράνε στον όμορφο στρογγυλό κόσμο που έχουμε φτιάξει. Είναι ακίδες του όμορφου στρογγυλού κόσμου μας!

Και από εκεί ξεκίνησε το όλο θέμα. Και αφού τελείωσε η ιστορία του Δημήτρη, και είπε αυτά που ήθελε, αναγκάστηκα να πάω πιο μέσα γιατί όλα τελικά, ξεκινούν από αυτή τη δομή που είναι η οικογένεια.

Και όσο και να κάνουμε ότι έχουμε εκμοντερνιστεί, αυτή η κοινωνία θα επηρεάζεται πάντα από την εκκλησία, που τουλάχιστον τώρα, είτε θέλουμε να δούμε είτε δεν θέλουμε, ο Άνθιμος θα έχει μεγαλύτερο λόγο από τον οποιονδήποτε, είτε μας αρέσει είτε δε μας αρέσει.

Και μιλάμε για μια πολύ σκληρή θρησκεία. Με βάση της την αγάπη. Με βάση της την αγάπη, τα παιδιά γεννιούνται από μία παρθένα γυναίκα! Σκέψου τι περνά σε μια γυναίκα… Από τα γεννοφάσκια της, τής περνά ότι τα παιδιά γεννιούνται από μια παρθένα, η οποία μυρίζει τον κρίνο… Μία θρησκεία η οποία υποτίθεται ότι μιλάει για την αγάπη, δεν διαδίδει την αγάπη!

Κρ.Π.: Ανθρωπολόγοι λένε, ότι ειδικά αυτός ο διαχωρισμός που έγινε με την χριστιανική θρησκεία, της γυναίκας αγίας – παρθένου – μητέρας από τη μια, και της γυναίκας πόρνης από την άλλη, είναι η διχαστική εικόνα για την γυναίκα που έχει περάσει γενικά στην δυτική κοινωνία…

Χρ.Π.: Οπότε σε όλον αυτόν τον ασφυκτικό κοινωνικό κλοιό που υπάρχει, αν βάλεις μέσα και την πολιτική, έχεις μία… κούκλα ελληνική κοινωνία η οποία πορεύεται… Κι  αυτό το πράγμα το παίρνεις, και μιλάς για το κύτταρό του ουσιαστικά, όσο μπορείς να μιλήσεις, και όσο μπορείς να πεις… Αυτό έκανα με αυτό το βιβλίο.

Κρ.Π.: Και πως ότι συμβαίνει στην οικογένεια, τελικά συμβαίνει και στην πολιτική και στην κοινωνία; Δηλαδή, ότι συνήθως ο καθένας έχει τη δική του αλήθεια, αλλά δεν υπάρχει ουσιαστικός διάλογος, και διεκδίκηση, και συνεργασία;

Χρ.Π.: Δεν φεύγουμε εύκολα απ’ τις ράγες μας… Να δούμε τι γίνεται και στον άλλο σταθμό. Πού πηγαίνει και το άλλο τραίνο;

Φυσικά, δεν θα ήθελα τελικά να συμφωνούν όλοι, αλλά θα ήθελα να μην κυβερνά ο Σαμαράς και να μη περνάω αυτό το πράγμα το παράλογο… γιατί τα τρία τελευταία χρόνια έχει καταλυθεί η λογική. Μας μιλάνε με τα πιο παράλογα επιχειρήματα, και για κάποιο λόγο, αυτά τα πιο παράλογα επιχειρήματα γίνονται λογικά. Μας μιλάνε στη βάση του τρόμου, κάθε τρεις μήνες πτωχεύω και δεν έχω να φάω, και κάθε τρεις μήνες χάβω το ίδιο επιχείρημα.

Κρ.Π.: Τι είναι αυτό που κατάλαβες για το βιβλίο σου μέσα από την παράσταση, που δεν το είχες αντιληφθεί όταν το έγραφες;

Χρ.Π.: Ο κόσμος, βλέπει πράγματα που εγώ δεν τα είχα αντιληφθεί. Δηλαδή, αυτό που μου έλεγες, ότι μπορεί να είναι και πολιτικό, μία αναφορά στην σημερινή κατάσταση, μου το λένε και  θεατές μετά την παράσταση. Ότι μπορεί να μιλάς για μία οικογένεια, αλλά τελικά, δεν μιλάς μόνο για μία οικογένεια! Αυτή τη διάσταση ανοίξαν οι θεατές: ότι όλοι, είμαστε κλεισμένοι στη δική μας αλήθεια, είτε είναι αυτό κοινωνική ομάδα, είτε πολιτική κλπ, ο καθένας κλείνεται στο δικό του, αδυνατώντας να επικοινωνήσει και να καταλήξει, να πάει λίγο παραπέρα…

Κρ.Π.: Ότι πρέπει να επικοινωνήσουμε; Ότι αυτό δεν πάει άλλο; Σε αυτή τη βάση κάνω και την έρευνα με βάση το ερώτημα «Ποιές αιτίες μας έφεραν ως εδώ, και κυρίως τί πρέπει να κάνουμε;». Τί έχεις να πεις;

Χρ.Π.: Τί μας έφερε ως εδώ; Υπάρχει ένα πολιτικό σύστημα το οποίο λειτουργούσε με το συγκεκριμένο τρόπο, αλλά όχι μόνο του! Δεν λειτουργούσε ερήμην μας. Μπορεί να μην ξέραμε την έκταση του πράγματος αλλά το πώς λειτουργούσε μια χαρά το ζούσαμε όλοι στην καθημερινότητά μας. Από τα ρουσφετάκια μας, μέχρι την καλοβόλεψή μας.

Κρ.Π.: Αυτό το «μας» όμως, ως γενίκευση, δεν είναι λίγο έως και φασιστικό; Διότι σε καμία περίπτωση δεν ήταν όλοι μα όλοι βολεμένοι μέσω αυτού του συστήματος ή με όποιον άλλον τρόπο…

Χρ.Π.: Η πλειοψηφία, εν πάση περιπτώσει.

Κρ.Π.: Αυτό, ναι. Φαίνεται και από τα αποτελέσματα των εκλογών, άλλωστε…

Χρ.Π.: Δυστυχώς, όμως, ενώ τα γνωρίζαμε όλοι, ως κοινωνία αποδείχτηκε ότι δε είχαμε κανένα αντανακλαστικό. Κανένα! Μηδέν! Αν φταίει κάτι, πάνω από όλα, είμαστε εμείς! Γίνεται χαμός, κι εμείς είμαστε με μηδέν αντανακλαστικά σε όλα! Περνάνε μνημόνια, γίνεται χαμός, καταφέρνουμε να μαζευόμαστε, όσοι καταφέρνουμε να μαζευόμαστε στο Σύνταγμα και διαδηλώνουμε και οι υπόλοιποι καθόμαστε στον καναπέ μας και δεν σηκωνόμαστε ούτε όταν φτάνει η σύνταξη στα 500 ευρώ.

Γίνονται απολύσεις, καταστρατηγούνται όλα τα εργασιακά δικαιώματα, και δεν κουνιέται φύλλο. Η Αθήνα είναι, πλέον, η πόλη των αστέγων και των αστυνομικών.

Φταίμε περισσότερο κι από τους πολιτικούς που έχουμε πάνω. Γιατί τα αντανακλαστικά μας ήταν υπό το μηδέν, και  εξακολουθούν να είναι! Και λές: Πότε θα ενεργοποιηθούν; Πότε; Τι άλλο να γίνει, δηλαδή;

Οπότε εκεί εστιάζω. Αυτό έφταιξε. Βρήκαν μία κοινωνία που την έκαναν ότι ήθελαν. Και εκείνη έπαιζε το παιχνίδι τους. Και συνεχίζει ο καθένας με μικρότερο ή μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης. Αλλά είμαστε απαράδεκτοι! Απαράδεκτοι!

Στην Αγγλία, με ένα σκάνδαλο 30 χιλιάδων λιρών οι πολιτικοί πηγαίνουν φυλακή, γιατί ξεσηκώνεται ο κόσμος!  Και εδώ έχουν γίνει Βατοπέδια, πάμπερς, έχει γίνει της τρελής, κι αν βγει αύριο ο Άνθιμος και πει ελάτε να διαδηλώσουμε για το 666 ή για τις καινούργιες ταυτότητες, θα μαζευτεί περισσότερος κόσμος απ’ ότι θα μαζευτεί για το νέο μνημόνιο!

Οπότε, τι πρέπει να κάνουμε; Να ξυπνήσουμε πρέπει! Έχουμε φτάσει στο μη περαιτέρω!

Κρ.Π.: Γι’ αυτό και γω καμιά φορά αναρωτιέμαι, εδώ ο κόσμος… χάνεται, και μεις π.χ. μιλάμε τώρα για ένα θεατρικό;

Χρ.Π.: Κι όμως. Αυτό έγραφα αυτές τις μέρες στους φίλους του τουίτερ. Ότι είναι απαράδεκτο να πέφτει μία πολιτική είδηση στο τουίτερ και να γίνεται χαμός, και να πέφτει ένας Ελύτης και να μην αναπαράγεται από όλους.

Η επανάσταση, που έχουμε στο μυαλό μας, δεν θα ξεκινήσει από ανθρώπους που δεν ξέρουνε τι είναι ο Σολωμός, ο Ελύτης, ο Καβάφης, που δεν έχουν πάει να δούνε πέντε θεατρικές παραστάσεις, ή δέκα κινηματογραφικά, ή δέκα συναυλίες. Αν δεν γίνουν όλα αυτά συνείδηση, γιατί όλα λένε κάτι, απ’ την πολιτική μόνο δεν πρόκειται να πάμε παρακάτω. Δεν πρόκειται να φτάσουμε σ’ αυτό που θέλουμε!

Κρ.Π.: Πολιτισμός τί είναι άλλωστε; Ο τρόπος που ζούμε είναι…

Χρ.Π.: Και πρέπει να ζω όμορφα. Πρέπει να φαντάζομαι τη ζωή μου, να έχω ένα στόχο, να ξέρω τι θέλω από αυτήν. Και αυτοί οι άνθρωποι, οι πνευματικοί όπως τους λέμε, το έχουν πει: το όραμα είναι μπροστά μας. Η τέχνη, είναι πολιτική!

Οπότε, καλά κάνουμε που μιλάμε και για ένα θεατρικό…

Κρ.Π.: Παρεμπιπτόντως, πώς από το maybe άλλαξε ο τίτλος και έγινε: Η ρίζα του πέντε;

Χρ.Π.: Ο τίτλος ήταν ιδέα του Νίκου Ζούδιαρη, που έχει γράψει και τη μουσική. Εκείνος σκέφτηκε τη ρίζα του 5.

Η ρίζα έχει να κάνει με την οικογένεια, το 5 είναι ο αριθμός των ατόμων της οικογένειας. Και γιατί, η ρίζα του 5 στα μαθηματικά, δεν βγάζει ποτέ ακέραιο αριθμό, κάτι που έχει να κάνει με την αλήθεια του καθενός. Κανένας δεν έχει το ακέραιο, όλοι έχουν ένα κομμάτι της, έναν δεκαδικό αριθμό.  Ο καθένας είναι αυτό που είναι, και εσύ που είσαι δίπλα του, τον αποδέχεσαι γι’ αυτό που είναι…-


Η Ρίζα του 5

του Χρήστου Παπαμιχάλη

Σκηνοθεσία: Ιωσήφ Βαρδάκης, Ερμηνεία: Αντωνία Γιαννούλη – Βαγγέλης Ρόκκος, Σκηνικά: Χρήστος Κωνσταντέλλος, Κοστούμια: Ιωάννα Κουρμπέλα, Μουσική: Νίκος Ζούδιαρης.

Θέατρο «Βαφείο/Λάκης Καραλής», Αγ. Όρους 16 & Κωνσταντινουπόλεως 115, Μετρό Κεραμεικός, Γκάζι,τηλ.: 2103425637. Τετάρτη, Πέμπτη και Παρασκευή στις 21.15.

Από την ομάδα «Έβδομη Θύρα»